«Υιοθεσία» των πυρόπληκτων χωριών, για την ανάπλαση και μετατροπή τους σε νέα «Κουρκουμελάτα»

740

Τις τελευταίες ημέρες βιώνουμε μία τεράστια εθνική καταστροφή. Δυστυχώς δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε και η τελευταία που έχει βιώσει ή θα βιώσει η πατρίδα μας στην πολυτάραχη σύγχρονη ιστορία της. Με κάποιο αξιοθαύμαστο όμως τρόπο, κάθε φορά καταφέρνουμε να σταθούμε πάλι όρθιοι και να αναγεννηθούμε μέσα από τις στάχτες μας. Κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Ιωάννης Γκιτσάκης

Του Ιωάννη Γκιτσάκη (*)

Αυτό θα συμβεί και τώρα. Ότι καταστράφηκε θα το ξαναφτιάξουμε. Και ότι κάηκε θα του ξαναδώσουμε ζωή. Οι καμένες εκτάσεις θα κηρυχθούν αναδασωτέες, όπως προβλέπει ρητά το άρθρο 117 παρ. 3 του Συντάγματος, και κάθε πυρόπληκτη περιοχή θα αποκατασταθεί. Σε αυτό θα συμβάλει και η Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και μέσω του Ταμείου Αλληλεγγύης, κατόπιν σχετικού αιτήματος που έχει ήδη υποβληθεί.

Αυτά όμως δεν είναι αρκετά. Όπως έχει αποδειχθεί και σε προηγούμενες μεγάλες πυρκαγιές, τόσο οι εγχώριες όσο και οι ευρωπαϊκές διαδικασίες είναι αυστηρές, γραφειοκρατικές και χρονοβόρες. Εδώ όμως χρόνος δεν υπάρχει. Η αποκατάσταση των πυρόπληκτων εκτάσεων και ιδίως των τουριστικών περιοχών θα πρέπει να γίνει όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Και για να συμβεί αυτό είναι αναγκαία και η συμβολή του ιδιωτικού τομέα, μέσω ενός οργανωμένου προγράμματος ιδιωτικών χορηγιών, στα πρότυπα του θεσμού της χορηγίας στην αρχαία Αθήνα, όπου οι πιο εύποροι πολίτες αναλάμβαναν την οικονομική υποστήριξη των σημαντικότερων λειτουργιών της πόλης. Μέσω ενός τέτοιου προγράμματος χορηγιών, οι μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις της χώρας, η κοινότητα των Ελλήνων εφοπλιστών, η ελληνική ομογένεια και κάθε οικονομικά ισχυρός Έλληνας, θα μπορούσαν να συμβάλουν στοχευμένα στην εθνική προσπάθεια για την άμεση αποκατάσταση μιας εθνικής καταστροφής.

Κάθε πυρόπληκτο χωριό και κάθε καμένη δασική έκταση μπορεί (και πρέπει) να «υιοθετηθεί» από μία μεγάλη ιδιωτική εταιρία, έναν Έλληνα εφοπλιστή, μία κοινότητα της ελληνικής ομογένειας (σε Αμερική, Αυστραλία, Γερμανία κλπ.), ένα κοινωφελές Ίδρυμα (Ωνάση, Νιάρχου κ.ά.) και γενικότερα από κάθε επιφανή Έλληνα επιχειρηματία, οι οποίοι θα αναλάβουν είτε την πλήρη αποκατάσταση του χωριού είτε την άμεση αναδάσωση της καμένης δασικής έκτασης. Το παράδειγμα έδωσε πρώτος ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος, ο οποίος δήλωσε ότι η εταιρία ΒΙΑΝΕΞ θα αναλάβει την οργανωμένη προσπάθεια αναδάσωσης στην περιοχή της Βαρυμπόμπης, όπου βρίσκεται και το εργοστάσιο της επιχείρησης.

Κάτι ανάλογο είχε συμβεί στο χωριό Μάκιστος του νομού Ηλείας, το οποίο καταστράφηκε στις μεγάλες πυρκαγιές του 2007. Την αποκατάσταση του καμένου χωριού ανέλαβε ο Βαρδής και η Μαριάννα Βαρδινογιάννη και μέσα σε μόλις δύο χρόνια, στο τέλος του 2009, το χωριό είχε ξανακτιστεί από την αρχή.

Το πιο εμβληματικό όμως παράδειγμα τέτοιας «υιοθεσίας» θεωρώ ότι αποτελεί η περίπτωση του χωριού Κουρκουμελάτα στο νησί της Κεφαλονιάς. Το συγκεκριμένο χωριό καταστράφηκε ολοσχερώς από τους μεγάλους σεισμούς του 1953. Ο εφοπλιστής Γεώργιος Βεργωτής και η οικογένειά του, οι οποίοι κατάγονταν από το χωριό, ανέλαβαν εξολοκλήρου την ανοικοδόμησή του και δημιούργησαν έναν πρότυπο και σύγχρονο οικισμό, ένα πραγματικό στολίδι για το νησί της Κεφαλονιάς και ένα από τα ομορφότερα και εντυπωσιακότερα χωριά της Ελλάδας.

Κάτι ανάλογο θα μπορούσε να συμβεί και με τα πυρόπληκτα χωριά της Εύβοιας και της Πελοποννήσου, εφόσον καθένα από αυτά «υιοθετηθεί» από μία μεγάλη ιδιωτική επιχείρηση ή από έναν Έλληνα ευεργέτη, οι οποίοι θα αναλάβουν την άμεση ανοικοδόμηση ή αποκατάστασή τους. Όσον αφορά ειδικότερα στις πυρόπληκτες τουριστικές περιοχές της Εύβοιας και της Πελοποννήσου, μια τέτοια ανάπλαση και η σχετική ιστορία που θα τη συνοδεύει, εφόσον αξιοποιηθεί και διαφημιστεί κατάλληλα από τις τοπικές αρχές, θα μπορούσε ακόμα και να αναβαθμίσει τουριστικά τις εν λόγω περιοχές, δημιουργώντας νέους τουριστικούς προορισμούς με διεθνή εμβέλεια.

Και μιας και το παρόν άρθρο φιλοξενείται στον μεγαλύτερο τουριστικό ενημερωτικό ιστότοπο, θα ήταν παράλειψη μου να μην αναφέρω, ότι και οι μεγάλες ελληνικές τουριστικές επιχειρήσεις (αεροπορικές, ακτοπλοϊκές, ξενοδοχειακές κλπ.) ή και οι Ενώσεις τους (ΣΕΤΕ, ΠΟΞ κ.ά.) θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στο κάλεσμα αυτό και δώσουν πρώτες το παράδειγμα, «υιοθετώντας» κάποιο ή κάποια από τα πυρόπληκτα χωριά στις τουριστικές περιοχές της Εύβοιας (Ροβιές, Λίμνη κ.ά.). Θα ήταν μία πολύ σημαντική συνεισφορά της τουριστικής μας βιομηχανίας προς την ελληνική κοινωνία, με προστιθέμενη ανταποδοτική αξία και για τον ίδιο τον ελληνικό τουρισμό.

Και βεβαίως κάτι ανάλογο θα μπορούσε να συμβεί και με τις καμένες δασικές εκτάσεις των πρόσφατων καταστροφικών πυρκαγιών σε Αττική, Εύβοια και Πελοπόννησο, οι οποίες θα μπορούσαν επίσης να «υιοθετηθούν» και να αναδασωθούν άμεσα με την οικονομική ενίσχυση και συνδρομή του ιδιωτικού τομέα.

Τέλος, η ελληνική ομογένεια θα μπορούσε να ενεργοποιήσει και τις τοπικές κυβερνήσεις σε Αμερική, Αυστραλία κλπ., οι οποίες ενδεχομένως να εκδήλωναν ανάλογο ενδιαφέρον για την «υιοθεσία» ενός πυρόπληκτου ελληνικού χωριού. Το ίδιο θα μπορούσε να επιτύχει και η ελληνική διπλωματία, αξιοποιώντας τις διεθνείς διαστάσεις που έλαβαν οι πρόσφατες καταστροφικές πυρκαγιές στη χώρα μας και το μεγάλο κύμα συμπαράστασης που εκδηλώθηκε για την αντιμετώπισή τους. Ενδεχομένως λοιπόν κάποιες οικονομικά ισχυρές συμμαχικές μας χώρες ή χώρες με μεγάλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, όπως η Κίνα, η Ρωσία, ο Καναδάς, το Ισραήλ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Σαουδική Αραβία κ.ά. να εκδήλωναν επίσης ενδιαφέρον για την «υιοθεσία» ενός πυρόπληκτου ελληνικού χωριού, δείχνοντας έτσι εμπράκτως την αλληλεγγύη τους προς τη χώρα μας.

Κλείνοντας, θα ήθελα αναφερθώ και σε ένα ακόμα ζήτημα, και συγκεκριμένα στη μεγάλη συζήτηση που έχει ανοίξει αναφορικά με την αντικατάσταση των πεύκων (που είναι ιδιαίτερα εύφλεκτα και διασπείρουν τη φωτιά σε μεγάλη απόσταση), με άλλα είδη δέντρων, τα οποία είναι πιο δύσφλεκτα, όπως είναι τα κυπαρίσσια, οι βελανιδιές, οι αγριελιές, οι χαρουπιές, οι ακακίες, οι καστανιές, οι οξιές, τα πλατάνια, οι κουμαριές, οι πικροδάφνες, οι λεύκες κ.ά. Δεν είμαι βεβαίως ειδικός για να προβώ σε μια τέτοια ανάλυση, πλην όμως θα ήθελα να παραθέσω δύο από τα πιο εμπεριστατωμένα άρθρα που διάβασα σχετικά με το ζήτημα αυτό. Το πρώτο, με τίτλο «Αντιπυρική προστασία με δέντρα που αντιστέκονται στην φωτιά», περιλαμβάνει μία αναλυτική παράθεση όλων των ειδών δέντρων που είναι δύσφλεκτα και τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στις αναδασώσεις αντί των πεύκων. Το δεύτερο, με τίτλο, «Το κυπαρίσσι και οι δασικές πυρκαγιές», αναφέρεται ειδικά στα κυπαρίσσια, τα οποία κατά το παρελθόν χρησιμοποιούνταν ως αντιπυρικοί «φράκτες». Πράγματι, το κυπαρίσσι, ως κωνοφόρο δέντρο έχει όλα εκείνα τα πλεονεκτήματα που έχει και το πεύκο, πλην όμως, σε αντίθεση με αυτό, αποτελεί ένα ιδιαίτερα δύσφλεκτο δέντρο.

Η δική μου (εμπειρική) συνεισφορά πάνω σε αυτό το πολύ σημαντικό ζήτημα περιορίζεται σε δύο παρατηρήσεις: Η πρώτη αφορά τις ελιές, οι οποίες στη γειτονική Τουρκία χρησιμοποιούνται ευρέως για την άμεση αποκατάσταση των καμένων εκτάσεων, καθώς μεγαλώνουν πολύ γρήγορα και «πρασινίζουν» το τοπίο. Θα μπορούσαν λοιπόν οι ελιές και ιδίως οι αγριελιές να αποτελέσουν μία πρώτη λύση για την άμεση αναδάσωση ορισμένων καμένων περιαστικών (μη δασικών) εκτάσεων στην Αττική. Ιδανικότερη ίσως λύση θα μπορούσαν να αποτελέσουν οι πανύψηλες ελιές, ιταλικής προελεύσεως, που καλλιεργούνται στο νησί των Παξών, οι οποίες ευδοκιμούν σε όλο το νησί, είτε ως καλλιέργειες (πραγματικά δάση) είτε διάσπαρτες σε συνδυασμό με άλλα είδη δέντρων, όπως τα κυπαρίσσια και οι βελανιδιές.

Ελιές Παξών

 

Η δεύτερη παρατήρηση είναι αισθητική και αφορά τα κυπαρίσσια και το απαράμιλλο φυσικό κάλλος που προσδίδουν σε μία περιοχή. Όποιος έχει ταξιδέψει στο Ιόνιο και ιδίως στα νησιά των Παξών, της Κεφαλονιάς και της Ιθάκης, σίγουρα έχει μαγευτεί από την εικόνα των δασών τους από κυπαρίσσια, τα οποία σε συνδυασμό με τη θάλασσα δημιουργούν ένα πραγματικά εντυπωσιακό και ειδυλλιακό φυσικό τοπίο.

Κεφαλονιά

 

Ουδέν κακόν αμιγές καλού έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες. Κάθε καταστροφή, όσο επίπονη και αν είναι, μπορεί να αποτελέσει αφετηρία για δημιουργία, ανανέωση και επανεκκίνηση. Για να φτιαχτεί κάτι καλύτερο από αυτό που καταστράφηκε. Τα πυρόπληκτα χωριά της Εύβοιας και της Πελοποννήσου και οι καμένες δασικές εκτάσεις που αφήνουν πίσω τους οι καταστροφικές πυρκαγιές των τελευταίων ημερών, μπορούν να αποτελέσουν τον ιδανικό «καμβά», πάνω στον οποίο θα δημιουργηθεί κάτι νέο, καλύτερο, ομορφότερο και λιγότερο εύφλεκτο. Αρκεί βεβαίως, πέρα από το Κράτος, να κινητοποιηθεί και ο ιδιωτικός τομέας και να αναλάβει ένα μέρος της αποκατάστασης των πυρόπληκτων περιοχών, «υιοθετώντας» τα καμένα χωριά ή τις καμένες δασικές εκτάσεις και μετατρέποντάς τα σε νέα «Κουρκουμελάτα».

(* ) Ο κ. Ιωάννης Γκιτσάκης (twitter @gitsakis) είναι Δικηγόρος Θεσσαλονίκης με ειδίκευση στις Συμβάσεις Παραχώρησης και ΣΔΙΤ, Διδάκτωρ Διοικητικού Δικαίου και Σύμβουλος τουριστικών επιχειρήσεων και επενδύσεων

Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις