Γράφει ο Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος
50 χρόνια πριν ο Ανδρέας Παπανδρέου προχωρούσε σε ένα από τα πιο ανατρεπτικά διαβήματα στη νεότερη πολιτική ιστορία.
Αντί να πάει και να διεκδικήσει δικαιωματικά την ηγεσία της Ένωσης Κέντρου, άλλωστε και μόνο το γεγονός ότι ήταν ο γιος του «Γέρου της Δημοκρατίας» σήμαινε ότι κανένας δεν θα αμφισβητούσε την ηγεσία του, ο Ανδρέας Παπανδρέου όχι μόνο υιοθέτησε πολύ πιο ριζοσπαστικές ιδέες στη διάρκεια της δικτατορίας αλλά και επέλεξε να προχωρήσει στην ίδρυση ενός νέου πολιτικού σχηματισμού, του ΠΑΣΟΚ, του κόμματος που έβαλε το στίγμα του περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο σε όλη την περίοδο μέχρι τα μνημόνια.
Μάλιστα, δεν το ονόμασε καν «κόμμα», αλλά επέλεξε να το ονομάσει «κίνημα» καλώντας τους ανθρώπους να μπουν μαζικά σε αυτό.
Και μπορεί να μην τα πήγε όσο καλά ήλπιζε στις πρώτες εκλογές του 1974, όμως σύντομα αναδείχτηκε κόμμα εξουσίας.
Και δεν ήταν μόνο η χαρισματική ισχυρή προσωπικότητα του Ανδρέα Παπανδρέου που έπαιξε ρόλο, ενός ανθρώπου που συνδύαζε βαθιά παιδεία, γνώση, οξυδέρκεια και – δεν μπορώ να το πω διαφορετικά – μαγκιά.
Ήταν οι χιλιάδες άνθρωποι που στρατεύτηκαν, βάζοντας πλάτη, σκέψη, μεράκι στην επεξεργασία ενός διαφορετικού δρόμου για τη χώρα. Αυτή η μαζική οργάνωση, με το κόμμα να γίνεται υπόθεση των πολλών και όχι των λίγων στελεχών ήταν η ειδοποιός διαφορά του ΠΑΣΟΚ σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο κόμμα εξουσίας. Η ισχυρή δυναμική από κάτω προς τα πάνω σε συνδυασμό με την ακτινοβολία της προσωπικότητας του Ανδρέα Παπανδρέου, που κατάφερε να συσπειρώσει έναν κατακερματισμένο και πληγωμένο χώρο, να φωτίσει αυτά που ενώνουν και όχι αυτά που χωρίζουν, ήταν που έκανε το ανέφικτο εφικτό, απόδειξη ότι το 1981 η απόλυτη κυριαρχία του ΠΑΣΟΚ γιορτάστηκε σε γειτονιές και ως «προσωπική νίκη».
Το ΠΑΣΟΚ άλλαξε την πορεία του τόπου. Μπόρεσε να συνδυάσει ένα όραμα κοινωνικής αλλαγής, που αναλογούσε σε όσα για δεκαετίες αποζητούσαν οι ηττημένοι του Εμφυλίου πολέμου, αλλά και ένα βαθύτερο αίτημα εκσυγχρονισμού και προόδου της κοινωνίας.
Γι’ αυτό και όχι μόνο εκπροσώπησε τα λαϊκά στρώματα αλλά και έφτιαξε ουσιαστικά τη «μεσαία τάξη» στη χώρα.
50 χρόνια μετά τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά.
Σήμερα, το ΠΑΣΟΚ παραμένει σε διαρκή κρίση, αυτή που αφετηρία είχε ότι ήρθε σε ρήξη με την ίδια του την κοινωνική βάση όταν έφερε τα μνημόνια. Η βλάβη μοιάζει ανήκεστος και αυτό φαίνεται και από την εκκωφαντική απουσία σοβαρού λόγου τώρα που έχει διαδικασία εκλογής ηγεσίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, που κάποια στιγμή προσπάθησε (ή φαντασιώθηκε…) ότι θα γινόταν ΠΑΣΟΚ στη θέση του ΠΑΣΟΚ είναι ουσιαστικά στην αντίστροφη μέτρηση για την πλήρη διάλυση.
Η πλατιά κοινωνική συμμαχία που είχε διαμορφώσει το ΠΑΣΟΚ είναι σήμερα αποδιαρθρωμένη, κατακερματισμένη, αποπροσανατολισμένη.
Θυμωμένη, απογοητευμένη, καχύποπτη.
Δεν πρόκειται είναι φανερό πια να την εκπροσωπήσει ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ (που σε λίγο δεν θα εκπροσωπεί τίποτα) ούτε το ΠΑΣΟΚ.
Γι’ αυτό τον λόγο και δεν έχει κανένα νόημα σήμερα να πιστεύει κάποιος ότι μπορεί να ανασυγκροτηθεί το ΠΑΣΟΚ. Ή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορέσει να παίξει έναν ρόλο ανάλογο.
Δεν έχουμε ανάγκη ένα νέο ΠΑΣΟΚ. Δεν μπορεί να υπάρξει ένα νέο ΠΑΣΟΚ.
Ούτε με τα καλά του, ούτε με τα στραβά του (από τη λογική των «πρασινοφρουρών» τη «διαπλοκή»).
Αυτό που μπορεί να υπάρξει, όμως, αυτό που έχουμε ανάγκη, είναι μια πολιτική επανάσταση ανάλογη με αυτή που έφερε το ΠΑΣΟΚ.
Ένας νέος σχηματισμός, διαφορετικός από ό,τι υπάρχει τώρα, αλλά με την ίδια στοχοθεσία: την ενότητα των λαϊκών στρωμάτων και της μεσαίας τάξης, την αναδιανομή εισοδήματος, την ανάπτυξη με σεβασμό στο περιβάλλον και τις κοινωνικές ανάγκες, τη δημοκρατία.
Με συσπείρωση κοινωνικών δυνάμεων και όχι «παραγόντων».
Με πρόγραμμα που να ορίζει εναλλακτικό αφήγημα για τη χώρα, με ριζοσπαστικές ιδέες, όραμα και πειστικές, χειροπιαστές λύσεις για όσα επείγουν.
Με βλέμμα στο μέλλον και όχι σε «φανέλες» ήδη φθαρμένες.
Και με ηγεσία που να μπορεί στην πράξη να δείχνει ότι μαθαίνει, αλλάζει, κάνει τομές.
Δεν ήταν «νέο πρόσωπο» το 1974 ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Όμως, μπόρεσε και τον εαυτό του να αλλάξει και τη χώρα…