ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΟΥΛΑ ΣΠΗΛΙΩΤΗ-ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
Στην αδελφή μου Σούλα
Από το ίδιο υλικό, από το ίδιο αίμα,
Σούλα.
Σ’ αγαπάω από τα πέντε μου χρόνια
Και τώρα φεύγεις
Η καρδιά μου κομμάτια.
Περπάτησες στους δρόμους του Αργοστολιού,
της Μελβούρνης και της Αθήνας
κι αγωνίστηκες και πάλεψες για μια καλύτερη ζωή και απλόχερη, ακούραστη και γενναιόδωρη καθώς ήσουν, πρόσφερες τα πάντα στην οικογένεια σου και όχι μόνο, και με τα επιδέξια χέρια σου έκανες τον τόπο να λάμπει, όπου περνούσες.
Ούτε σε σένα ούτε σε μένα αρέσανε τα ταξίδια στον αέρα, με τ’ αεροπλάνα…
Χθες όμως ο αέρας σού αρνήθηκε να γίνει αναπνοή και σε πήρε στα ύψη
και πέταξες μόνη χωρίς αεροπλάνο
σε άγνωστους ουρανούς και ξεκίνησες
το μεγάλο σου ταξίδι, το προσωπικό,
το ατομικό, το μοναχικό, το αναπόφευκτο, το ταξίδι χωρίς γυρισμό…
Είναι Δευτέρα 2 του Νοέμβρη 2020.
Τ’ άφησες όλα εδώ κάτω, πίσω σου, τα ασήμαντα και τα σημαντικά, τα μηδαμινά και τα σπουδαία,
και χωρίς αποσκευές και βάρη,
πετώντας με τα δικά σου φτερά,
θα ανακαλύψεις άλλους άγνωστους δρόμους…
Σ’ αυτήν την ξενιτιά όμως μη φοβάσαι, θα έρθουν να σε βρουν
αυτοί που σ’ αγάπησαν τόσο και σε γνοιάστηκαν, για να σε αγκαλιάσουν ξανά και να σε ζεστάνουν, πατέρας, μαμά, αδελφός, νόνα, νόνος, δεν θα είσαι ποτέ μόνη.
…Είναι μια παρηγοριά…
Στην ζωή η στιγμή του αποχωρισμού, η απώλεια, η κορυφαία και η απόλυτη, δεν συνηθίζεται ποτέ! Δύσκολο να δεχτείς ένα τέλος… Ο θάνατος, ένα γεγονός τόσο καθημερινό, συνηθισμένο και αναπότρεπτο, κάθε φορά είναι το ίδιο τραγικό, το ίδιο μοναδικό και άδικο, είναι μια μαχαιριά που πονάει, μια επαναλαμβανόμενη τραγωδία.
Στα άπειρα γράμματα που ανταλλάξαμε στα χρόνια της ξενιτιάς, στα τόσα λόγια, πώς να χωρέσει σήμερα μια ζωή σε λίγες λέξεις…
Σ’ έκανα μοντέλο, εσύ τεσσάρων και πέντε και έξι κι εγώ εννιά και δέκα και έντεκα, κάτω από την περγουλιά με τα κοντερεγάλο, στο ωραίο μας σπίτι στο Ραντζακλί τα καλοκαίρια, πανέμορφη, μ’ αυτά τα μάτια, καθόσουν και σε ζωγράφιζα σε ό,τι χαρτί, σε βιβλία και σε τετράδια.
Σε κράτησα μέσα μου,
τα συμβάντα της ζωής κακά και καλά,
με σωστά και με λάθη, με παρουσίες ή απουσίες, δεν σε μετακίνησαν,
καθώς υπήρχες ζυμωμένη εντός μου,
είχες ριζωμένη μια θέση μεγάλη δική σου.
Αυτός ο χώρος που κατέχει κάθε αγάπη, με όλες της τις ιδιαιτερότητες,
τις μοναδικότητες και όλα της τα χαρίσματα, μέσα μας, είναι αυτός που της αξίζει,
κι όταν αποσυρθεί γίνεται απουσία, παγωνιά, κενό και χάος.
Εγώ θα διώχνω την παγωνιά και το χάος, γιατί θα κρατήσω στην ζωή μου την εικόνα σου, την μορφή σου και την ψυχή σου.
Όλα όσα σου έλεγα τις τελευταίες μέρες
τηλεφωνικά στ’ αυτί, ήταν αλήθεια.
Σε αποχαιρετώ με ένα πένθος που δεν μπορώ να κρύψω.
Θα σκέφτομαι όμως πως στο ταξίδι αυτό,
Σούλα μου, ανάλαφρη σαν πουλί και σαν πεταλούδα θα συναντήσεις κι έναν κήπο, έναν Παράδεισο γεμάτο τζατζαμίνια και γαρδένιες, τα λουλούδια της ζωής σου.
Θέλω, έχω ανάγκη να σε νοιώθω γαλήνια κι ευλογημένη γιατί σου πρέπει, το δικαιούσαι, γιατί το αξίζεις…
Πολύτιμη η ύπαρξη σου πολυαγαπημένη μου.
Σ’ αγαπούσα χθες αλλά και αύριο και πάντα.
Σούλα μου, αδελφή μου.
Έφη Σπηλιώτη