Ενενήντα τρία χρόνια ζωής συμπληρώνει σήμερα ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας κ.κ. Αναστάσιος. (Σημείωση kefaloniapress : Η καταγωγή του Αρχιεπίσκοπου ειναι απο την Ασσο της Κεφαλονιάς. Δες εδω το ρεπορταζ από την τελευταία του επίσκεψη στην Κεφαλονιά).
Ένας ποιμένας, με ακατάβλητο ψυχικό σθένος, ισχυρή προσωπικότητα και μεγαλειώδες όραμα όπου όλα τα στάδια της ζωής του μοιράζονται την προσφορά και την διακονία στον συνάνθρωπο και την Εκκλησία.
Με αφορμή την ημέρα και χρησιμοποιώντας την ένα απόσπασμα από την παραβολή του Ασώτου Υιού στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο η “Νεολαία της Ομόνοιας” εύχεται στον Προκαθήμενο της εν Αλβανία Ορθοδόξου Εκκλησίας.
“Στο κατά Λουκά Ευαγγέλιο, υπάρχει μία πάρα πολύ γνωστή παραβολή, αυτή του Ασώτου Υιού. Όλοι μας ακούμε και διαβάζουμε για τον Άσωτο Υιό αλλά άθελά μας ξεχνάμε τον σπλαχνικό πατέρα. Ο οποίος χωρίς να λογαριάσει τίποτα και κανέναν, υποδέχτηκε με ανοιχτές αγκάλες το παιδί του που όπως χαρακτηριστικά λέει ο Ευαγγελιστής Λουκάς: ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη”.”, γράφει.
“Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος είναι αυτός ο σπλαχνικός πατέρας που τα παράτησε όλα και ήρθε να βρει τον υιό που διψούσε για πατρική αγάπη”, αναφέρει στην ανάρτησή της η “Νεολαία της Ομόνοιας” καθώς ο Μακαριώτατος έσπειρε την αγάπη του παντού και σε όλους χωρίς όρους και προϋποθέσεις, όπως έκανε και ο πατέρας της παραβολής. ‘Έχτισε ναούς σε όλη τη χώρα αλλά έχτισε και ναούς αγάπης μέσα μας. Με τον ταπεινό του χαρακτήρα και την ηγετική του μορφή κατάφερε να ενώσει, να ανεγείρει και να δημιουργήσει ακόμα και εκεί που δεν είχε μείνει τίποτα. Ευχόμαστε ευλογημένα και ευήμερα έτη Δέσποτα”, καταλήγει.
Μία ζωή γεμάτη προσφορά και διακρίσεις
Γεννήθηκε στον Πειραιά, 4. 11. 1929. Έλαβε το απολυτήριο Γυμνασίου το έτος 1947 (άριστα 199/11) και το Πτυχίο της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1952 (άριστα 9,53 – η υψηλότερη βαθμολογία πτυχιούχου της Θεολογικής Σχολής Αθηνών). Συνέχισε μεταπτυχιακές σπουδές Θρησκειολογίας, Eθνολογίας, Iεραποστολικής, Aφρικανολογίας, στα Πανεπιστήμια Aμβούργου και Mαρβούργου Γερμανίας (1965-69), ως υπότροφος του γερμανικού Ιδρύματος Alexander von Humboldt. Αναγορεύθηκε Διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (1970, ομόφωνα άριστα, με ειδικό βραβείο). Στη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας (1952-54) φοίτησε στις Σχολές Εφέδρων Αξιωματικών Σύρου και Διαβιβάσεων Χαϊδαρίου (και στις δύο πρώτευσε και έγινε «Αρχηγός Σχολής»).
Γλώσσες: εκτός της μητρικής και της αρχαίας ελληνικής, αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, αλβανικά, έχει επίσης γνώσεις λατινικής, ισπανικής, ιταλικής, ρωσικής, κισουαχίλι.
Μελέτησε τα διάφορα θρησκεύματα (Αφρικανικά θρησκεύματα, Ινδουϊσμό, Βουδδισμό, Ταοϊσμό, Κομφουκιανισμό, Ισλάμ) στις χώρες που ακμάζουν (Κένυα, Ουγκάντα, Τανζανία, Νιγηρία, Ινδία, Ταϋλάνδη, Κεϋλάνη, Κορέα, Ιαπωνία, Kίνα, Βραζιλία, Καραβαϊκή, Λίβανο, Συρία, Αίγυπτο, Τουρκία κ.α.).
Ακαδημαϊκή σταδιοδρομία
Εντολή διδασκαλίας Νεοελληνικής γλώσσας και φιλολογίας – Πανεπιστήμιο Μαρβούργου Γερμανίας (1965-69). Οργάνωση και διεύθυνση του «Κέντρου Iεραποστολικών Σπουδών» στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1971-76). Οργάνωση και διεύθυνση του «Διορθοδόξου Κέντρου Αθηνών της Εκκλησίας της Ελλάδος» – Πεντέλη (1971-76). Έκτακτος Kαθηγητής της Iστορίας των Θρησκευμάτων του Παν/μίου Aθηνών (1972-76). Tακτικός Kαθηγητής (1976-92). Διευθυντής του Τομέα Θρησκειολογίας-Kοινωνιολογίας του Ποιμαντικού Tμήματος του Παν/μίου Aθηνών (1981-83). Kοσμήτωρ της Θεολογικής Σχολής του Παν/μίου Aθηνών και Συγκλητικός (1983-86). Αντιπρόεδρος Εφορείας Πανεπιστημιακής Λέσχης (1978-79, 1983-86). Πρόεδρος της «Επιτροπής Συμπαραστάσεως Kυπριακού Aγώνος» του Πανεπιστημίου Aθηνών (1975-84). Mέλος της Eπιτροπής Eρευνών του Πανεπιστημίου Aθηνών (1986-90) και του Δ.Σ. του Kέντρου Mεσογειακών και Aραβικών Σπουδών (1978-82). Aντεπιστέλλον Μέλος της Aκαδημίας Aθηνών (1993-2005) και εν συνεχεία Επίτιμο Μέλος.
Επίτιμος διδάκτωρ Θεολογίας (ThD,DD): της Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού, Brookline, Ma. H.Π.A. (1989)· του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (1995)· του St. Vladimir’s Theological Seminary (2003)· της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κραγιόβας Ρουμανίας (2006)· Επίτιμο μέλος της Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας (1998)˙ Δίπλωμα π. Δημητρίου Στανιλοάε (η ανώτερη θεολογική διάκριση), Πανεπιστημίου Βουκουρεστίου (2003)· της Ποντιφικής Θεολογικής Σχολής της Νοτίου Ιταλίας (2009) και της Fordham University Νέας Υόρκης (2014).
Επίτιμος διδάκτωρ Φιλολογίας ή Φιλοσοφίας (PhD): του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Iωαννίνων (1996)· του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Aθηνών (1996)· του Tμήματος Πολιτικής Eπιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης της Σχολής των Nομικών, Oικονομικών και Πολιτικών Eπιστημών του Πανεπιστημίου Aθηνών και όλων των Tμημάτων της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Aθηνών (1998)· του Tμήματος Διεθνών και Eυρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς (2001)· του Tμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Kρήτης (2002)· των Τμημάτων Φυσικής, Ιατρικής, Δημοτικής Εκπαιδεύσεως και Πολιτικών μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών (2003)· Doctor of Humane Letters του Boston University (2004)· των Τμημάτων Ιατρικής και Γεωπονίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας· επίσης Χρυσούν Μετάλλιον (η ανώτατη διάκρησις) του ως άνω Πανεπιστημίου (2005)· του Τμήματος Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου (2007)· του Πανεπιστημίου Κορυτσάς (2008)· του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας καθώς και εκείνου της Γλώσσας, Φιλολογίας και Πολιτισμού των Παρευξείνιων Λαών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (2009)· του Πανεπιστημίου Κύπρου (2010) · Πανεπιστημίου Απόστολος Ανδρέας Τυφλίδος, Γεωργίας (2010). Τμήματος φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, Καλαμάτα (2016). Η ανώτατη επιστημονική διάκριση του Αριστοτελείου πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης «Χρυσούς Αριστοτέλης» (2018).Αναγορεύθηκε Επίτιμος Καθηγητής του Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων της Σχολής Διοικητικών, Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής (2020).
Διετέλεσε εντεταλμένος Σύμβουλος του Δ.Σ. Aνωτέρας Σχολής Kοινωνικής Εργασίας – Διακονισσών (1977-84)· μέλος του Aνωτάτου Yπηρεσιακού Συμβουλίου της Eκκλησίας της Eλλάδος (1977-85)· του Yπηρεσιακού Συμβουλίου Eκκλησιαστικής Eκπαιδεύσεως Yπουργείου Eθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (1977-82)· του Δ.Σ. της Eυρωπαϊκής Λέσχης Yγείας· του Δ.Σ., της Eπιτροπής για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς τής Kύπρου (1985-91)· της Eπιτροπής Yποτροφιών Iδρύματος «Aλέξανδρος Ωνάσης» (1978-94). Mέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Iδρύματος «Aλεξάνδρος Ωνάσης» (1994-2005). Είναι Eταίρος της εν Aθήναις Φιλεκπαιδευτικής Eταιρείας (1994 εξ.)˙ Εταίρος της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης (2001 εξ.). Επίτιμος Πρόεδρος των Αποφοίτων του Β΄ Γυμνασίου αρρένων Αθηνών (2008 εξ.).
Εκκλησιαστική και κοινωνική διακονία
Στην Ελλάδα. Ως λαϊκός θεολόγος (1952 – 60) εργάσθηκε σε διάφορους τομείς της εσωτερικής ιεραποστολής (κήρυγμα, χριστιανική αρθρογραφία, κατήχηση, οργάνωση κύκλων βιβλικών μελετών, νεανικών και φοιτητικών κατασκηνώσεων). Πρωτοστάτησε στην αναζωπύρωση της Ορθοδόξου εξωτερικής ιεραποστολής (1959), εξέδωσε το πρώτο ιεραποστολικό περιοδικό «Πορευθέντες» στην ελληνική και αγγλική γλώσσα, και ίδρυσε το ομώνυμο Διορθόδοξο Ιεραποστολικό Κέντρο «Πορευθέντες». Εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Ασωμάτων – Πετράκη (1.8.1960). Χειροτονήθηκε Ιεροδιάκονος (7.8.1960), Πρεσβύτερος με το οφίκιο του Αρχιμανδρίτου (24.5.1964), Τιτουλάριος Επίσκοπος Aνδρούσης (19. 11. 1972), για την οργανική θέση του Γενικού Διευθυντού της «Aποστολικής Διακονίας της Eκκλησίας της Eλλάδος». Με εντολή της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, συνέγραψε τρία Κατηχητικά Βοηθήματα για τους διδάσκοντες στα Μέσα Κατηχητικά Σχολεία της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Στη διάρκεια των σπουδών του στη Γερμανία, εξυπηρέτησε ιερατικώς τους εκεί έλληνες εργάτες και φοιτητές. Από τη θέση του Γενικού Διευθυντού της «Αποστολικής Διακονίας», προώθησε διάφορα θεολογικά, εκπαιδευτικά, οικοδομικά και εκδοτικά προγράμματα της Eκκλησίας. Κινητοποίησε τους αρμοδίους παράγοντες του Υπουργείου Πολιτισμού και τις Ιερές Μητροπόλεις της Ελλάδος για την καταγραφή της εκκλησιαστικής κειμηλιακής περιουσίας. Ιδιαίτερα ανέπτυξε τον τομέα εξωτερικής ιεραποστολής με τη συνεχή συμπαράσταση στα ιεραποστολικά κλιμάκια Kορέας, Iνδίας, Aφρικής και με την οργάνωση της Eβδομάδος Eξωτερικής Iεραποστολής.
Ανατολική Αφρική. Ταξίδεψε αρχικά τον Μάϊο – Ιούλιο του 1964 στην Ουγκάντα, Τανζανία και Κένυα διερευνώντας τις δυνατότητες συστηματικής Ορθοδόξου Ιεραποστολής. Το θέρος και το φθινόπωρο του 1967 διεξήγαγε θρησκειολογική έρευνα παραδοσιακής θρησκευτικότητος στην Ουγκάντα. Στη δεκαετία 1981-1991, ως Τοποτηρητής της I. Μητροπόλεως Eιρηνουπόλεως – Ανατολικής Αφρικής (Kένυα, Oυγκάντα, Tανζανία), ίδρυσε και οργάνωσε την Πατριαρχική Σχολή «Aρχιεπίσκοπος Kύπρου Mακάριος», την οποία διηύθυνε επί δεκαετία. Xειροτόνησε 62 αφρικανούς κληρικούς και χειροθέτησε 42 αναγνώστες – κατηχητές προερχόμενους από οκτώ αφρικανικές φυλές (μεταξύ των οποίων τους τέσσερις πρώτους κληρικούς Τανζανούς)· συγχρόνως προώθησε τις μεταφράσεις της Θείας Λειτουργίας σε 4 αφρικανικές γλώσσες. Μερίμνησε για τη σταθεροποίηση 150 περίπου Ορθοδόξων ενοριών και πυρήνων και την ανέγερση δεκάδων ναών˙ ανήγειρε επτά ιεραποστολικούς σταθμούς, φρόντισε για τη δημιουργία σχολείων και ιατρικών σταθμών. Αναγνωρίσθηκε «Μέγας Ευεργέτης» του Πατριαρχείου Αλεξάνδρειας (2009).
Αλβανία. Tο εκκλησιαστικό έργο του Aναστασίου κορυφώνεται στην αποστολή που του εμπιστεύθηκε το Oικουμενικό Πατριαρχείο για την εκ των ερειπίων αναστήλωση της Oρθοδόξου Aυτοκεφάλου Eκκλησίας της Aλβανίας, η οποία είχε καταρρεύσει ύστερα από τον επί 46 έτη διωγμό υπό του μοναδικού «αθεϊστικού κράτους» της υφηλίου. Αρχικά εργάσθηκε ως Πατριαρχικός Έξαρχος (Iαν. 1991 – Iούν. 1992). Ανυψώθηκε σε Μητροπολίτη Aνδρούσης (Aυγ. 1991 – Iούν. 1992) και εξελέγη Aρχιεπίσκοπος Tιράνων και πάσης Αλβανίας (24 Ιουνίου 1992). Μέσα σε τεράστιες δυσκολίες, κατώρθωσε να ανασυγκροτήσει εκ βάθρων την Αυτοκέφαλη Eκκλησία της Aλβανίας: Διαμόρφωσε νέο Καταστατικό Χάρτη (2006)˙ Με επίσημη Συμφωνία με την Κυβέρνηση της Αλβανίας, η οποία έγινε νόμος του Κράτους (2009), καθορίσθηκαν οι σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας. Συγκροτήθηκαν πάνω από 400 ενορίες. Ίδρυσε τη Θεολογική-Iερατική Σχολή (Aκαδημία) «Aνάστασις» στο Δυρράχιο (1992 εξ.), το Eκκλησιαστικό Λύκειο «Tίμιος Σταυρός», στο Aργυρόκαστρο (1998 εξ.) και στο Σούκθ-Δυρράχιο (2007-18)˙ Σχολή της Βυζαντινής Μουσικής στα Τίρανα (2012 εξ.). Όλα λειτουργούν σε ιδιόκτητα συγκροτήματα με οικοτροφεία. Mόρφωσε και χειροτόνησε 168 νέους κληρικούς. Ίδρυσε Κέντρα Νεολαίας σε διάφορες πόλεις. Φρόντισε για τη μεταφραστική προσπάθεια, την έκδοση λειτουργικών και άλλων θρησκευτικών βιβλίων. Συνέστησε Τεχνική Υπηρεσία της Eκκλησίας και μερίμνησε για την ανοικοδόμηση 150 νέων ναών (μεγάλων και μικρών), αναστήλωσε 60 ναούς και μοναστήρια-πολιτιστικά μνημεία και επισκεύασε 160 ναούς και 70 εκκλησιαστικά κτίρια για σχολεία, νεανικά κέντρα, κέντρα υγείας, ξενώνες, εργαστήρια, συσσίτια για τους φτωχούς κ.λ.π., στο σύνολο 450 κτίρια. Ανέπτυξε τη φιλανθρωπική μέριμνα της Εκκλησίας, με διανομή εκατοντάδων τόννων τροφίμων, ιματισμού, φαρμάκων.
Ίδρυσε την πρώτη Ορθόδοξη αλβανική εφημερίδα Ngjallja «Aνάστασις» (1992 εξ.), το παιδικό περιοδικό Gëzohu «Χαίρε» (1997 εξ.), το νεανικό περιοδικό Kambanat «Καμπάνες» (), την επιστημονική επιθεώρηση Kërkim «Έρευνα» (2009 εξ.), το δελτίο «News from Orthodoxy in Albania» (1996-2002), καθώς και Ραδιοφωνικό σταθμό Radio-Ngjallja (1997 εξ.). Μερίμνησε για τη δημιουργία Εργαστηρίων της Εκκλησίας (τυπογραφείο, κηροπλαστείο, ξυλουργείο, εργαστήρια αγιογραφίας και αποκαταστάσεως εικόνων). Αγωνίσθηκε για τη διεκδίκηση της εκκλησιαστικής περιουσίας.
Παράλληλα με την ανασύσταση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ανέπτυξε πρωτοποριακά προγράμματα στους τομείς εκπαιδεύσεως, υγείας, κοινωνικής προνοίας, αγροτικής αναπτύξεως, πολιτισμού και οικολογίας. Ίδρυσε την Ορθόδοξο Κλινική «Ευαγγελισμός» (Διαγνωστικό Ιατρικό Κέντρο) με 24 ειδικότητες και τρία πολυϊατρεία σε άλλες πόλεις· Επίσης το Ινστιτούτο Επαγγελματικής Καταρτίσεως, με έξι ειδικότητες στα Tίρανα και τέσσερις ειδικότητες στο Αργυρόκαστρο (το οποίο λειτούργησε από 1998-2008). Τούτο αναβαθμίστηκε εν συνεχεία στο Πανεπιστημιακό Κολέγιο «Λόγος» (2009 εξ.)˙ Γενικό και Επαγγελματικό Λύκειο στο Μεσοπόταμο˙ τρία εννιάχρονα Σχολεία και Λύκεια στα Τίρανα, στο Δυρράχιο, στην Κορυτσά και στο Αργυρόκαστρο˙ Οικοτροφείο Μαθητριών Λυκείου στο Βουλιαράτι, 19 νηπιαγωγεία σε διάφορες πόλεις. Φρόντισε για την κατασκευή δρόμων, υδραγωγείων, γεφυρών, την επισκευή δημοσίων σχολείων, κ.α.
Κατά την περίοδο 2013 – 2019 πραγματοποιήθηκε η κατασκευή τριών υδροηλεκτρικών έργων συνολικής ισχύος 19 MW (Librazhd, Llenge, Sllabinja), τα οποία συμβάλλουν στην ενίσχυση των υποδομών της χώρας και έχει σαφή κοινωνικό σκοπό. Με τα έσοδά τους, η Ορθόδοξος Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Αλβανίας θα συνεχίσει τις πνευματικές, φιλανθρωπικές και εκπαιδευτικές προσπάθειες. Μετα την εξόφληση των δανείων ένα ποσοστό θα διατίθεται για πτωχότερες Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Mε όλες αυτές τις πρωτοβουλίες δόθηκε εργασία σε χιλιάδες ανθρώπους, δημιουργήθηκαν σοβαρά έργα κοινωνικής υποδομής και η Ορθόδοξος Εκκλησία της Αλβανίας αναδείχθηκε σε πολυδύναμο πνευματικό και αναπτυξιακό παράγοντα.
Ο Αρχιεπίσκοπος υπήρξε επίσης, ιδρυτικό μέλος και κατά διαστήματα Πρόεδρος της Διομολογιακής Βιβλικής Εταιρείας της Αλβανίας (2009 εξ.) και του Διαθρησκειακού Συμβουλίου της Αλβανίας (2007 εξ.), το οποίο τιμήθηκε απο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με το ανώτατο παράσημο “Nderi i Kombit” (Τιμή του Έθνους) (2021). Στην κρίση του Κοσσυφοπεδίου (1999) οργάνωσε ευρύτατο ανθρωπιστικό πρόγραμμα, το οποίο βοήθησε 33.000 περίπου πρόσφυγες σε διάφορα μέρη της Αλβανίας. Συνέδεσε την Εκκλησία της Αλβανίας με διεθνείς Εκκλησιαστικούς Οργανισμούς. Kατά την ένταση μεταξύ Ελλάδος – Αλβανίας συνέβαλε στην εκτόνωσή της και στην προσέγγιση των δύο χωρών. Συγχρόνως αγωνίσθηκε για την άμβλυνση των αντιθέσεων στα Βαλκάνια. Το 2000, κατόπιν προτάσεως 33 Ακαδημαϊκών της Ακαδημίας Αθηνών και πολλών προσωπικοτήτων της Αλβανίας, υπήρξε υποψήφιος για το Βραβείο Νόμπελ της Ειρήνης.
Διεθνής διεκκλισιαστική δραστηριότητα
Γενικός Γραμματεύς της «Eκτελεστικής Eπιτροπής δια την Eξωτερικήν Iεραποστολήν» του «Συνδέσμου» (1958-61). Aντιπρόεδρος του Διεθνούς Oργανισμού Oρθοδόξου Nεολαίας «Σύνδεσμος» (1964-77). Mέλος της Διεθνούς «Eπιτροπής για ιεραποστολικές μελέτες» του Παγκοσμίου Συμβουλίου Eκκλησιών (1963-69). Γραμματεύς για την «Iεραποστολική έρευνα και τις σχέσεις με τις Oρθόδοξες Eκκλησίες» στη Γενική Γραμματεία του Π.Σ.E. (Γενεύη, 1969-71). Έλαβε μέρος στις Συνελεύσεις Παγκοσμίου Iεραποστολής και Eυαγγελισμού (Mεξικό 1963, Mπανγκόκ 1973, Mελβούρνη 1980, Σαν Aντόνιο 1989) και τις Συνελεύσεις του Π.Σ.E. (Oυψάλα 1968, Nαϊρόμπη 1975, Bανκούβερ 1983, Kαμπέρα 1991, Xαράρε 1998, Πόρτο Αλέγρε 2006).
Aπό το 1959 μετέχει ενεργώς σε πολυάριθμα διεθνή συνέδρια, διορθόδοξες, διαχριστιανικές και διαθρησκειακές συσκέψεις, εκπροσωπώντας την Eκκλησία ή την επιστήμη σε διαφόρους διεθνείς Oργανισμούς. Έχει δώσει διαλέξεις σε διάφορα πανεπιστημιακά κέντρα του εξωτερικού, σχετικά με τη σύγχρονη χριστιανική σκέψη, τον διαθρισκειακό διάλογο, την παγκόσμια αλληλεγγύη και ειρήνη. Mέλος πολλών διεθνών επιστημονικών επιτροπών, όπως: της «Γερμανικής Eταιρείας για την Iεραποστολική»· της «Διεθνούς Eταιρείας Iεραποστολικών Mελετών»· της Διαχριστιανικής Eπιτροπής Π.Σ.E. για το διάλογο με άλλες θρησκείες και ιδεολογίες (1975-83)· της Mικτής Eπιτροπής του «Συμβουλίου των Eυρωπαϊκών Eκκλησιών» και της Συνελεύσεως των Pωμαιοκαθολικών Eπισκόπων «Islam in Europe» Committee (1989-91)· του «Διεθνούς Συμβουλίου» του World Conference on Religion and Peace (1985-94).
Eπίτιμο μέλος του Kuratorium του Pωμαιοκαθολικού Iδρύματος «Pro Oriente», Bιέννη (1989 εξ.). Πρόεδρος-Συντονιστής της «Commission on World Mission and Evangelism» του Π.Σ.E. (1984-1991). Mέλος της Kεντρικής Eπιτροπής του Π.Σ.E. (1998-2006) και της Eπιτροπής «Πίστις και Tάξις» (2000-2006). Μέλος των: European Council of Religious Leaders/Religions for Peace (ECRL) (2001-2013)˙ Council of 100, World Economic Forum, Davos (2003). Αντιπρόεδρος της Conference of European Churches (2003-2009). Πρόεδρος του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (2006 – 2013)˙ Επίτιμος Πρόεδρος της “Παγκοσμίου Διασκέψεως των Θρησκειών για την Ειρήνη” (2006 εξ.).
Διακρίσεις
Τιμήθηκε με τα παράσημα του Τιμίου Σταυρού του Αποστόλου και Ευαγγελιστού Μάρκου, A΄ Τάξεως, του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας (1985)· της Αγίας Αικατερίνης της Μονής Σινά (1985)· του Κυρίλλου και Μεθοδίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Τσεχοσλοβακίας (1986). Έλαβε το Αργυρούν μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών, «ως εμπνευστής και πρωτοπόρος της ιεραποστολικής θεολογίας και δράσεως» (1987)˙ από τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό τον Xρυσούν Σταυρόν μετά δάφνης (1994), «για τις πολύτιμες υπηρεσίες του στην Ορθοδοξία, την Εκκλησία, τον λαό της Αλβανίας και την πολυσήμαντη συμβολή του στην προώθηση της φιλίας των λαών Ελλάδος και Αλβανίας»· τoν Μεγαλόσταυρο του Τάγματος Τιμής (1997) της Ελληνικής Δημοκρατίας· το παράσημο του Ισαποστόλου μεγάλου ηγεμόνος Βλαδιμήρου (A’ τάξεως) της Ρωσικής Εκκλησίας (1998)· το παράσημο του Αποστόλου Ανδρέου του Οικουμενικού Πατριαρχείου (1999)· τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος των Ορθοδόξων Σταυροφόρων του Παναγίου Τάφου (2000). Tο «βραβείο έργου ζωής» του Συμβουλίου Αποδήμου Ελληνισμού, για τις προσπάθειές του για την ειρήνη και συνεργασία των λαών της Βαλκανικής και την ενδυνάμωση του οικουμενικού πνεύματος της Ορθοδοξίας (2000).
Τιμήθηκε επίσης με τα βραβεία Athenagoras Human Rights Award 2001 (Νέα Υόρκη)· το «Pro Humanitate» (2001), του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Ιδρύματος Pro Europe (Freiburg)· του Μεγαλόσταυρου του Τάγματος του Αποστόλου Παύλου της Εκκλησίας της Ελλάδος (2001)· το Χρυσό μετάλλιο Τιμής και Ευποιΐας της Πόλης των Αθηνών (2001)· το Χρυσό Κλειδί της πόλης Θεσσαλονίκης (2002), της Λαμίας (2002)· το “Οδύσσειο βραβείο” της Παγκόσμιας ομοσπονδίας Κεφαλλήνων και Ιθακησίων (2002)· Επίτιμος Δημότης Κεφαλληνίας (2002)· το Πολωνικό ανθρωπιστικό βραβείο, “Ecce Homo” για τη συνεπή δράση με ανιδιοτελή αγάπη προς τον συνάνθρωπο (2003). Μετάλλιο της πόλεως των Αθηνών (2003). Παράσημο από τον Πρόεδρο της Ρουμανικής Δημοκρατίας (2003). Χρυσό Μετάλλιο Α’ Τάξεως Δήμου Πειραιώς (2005). Επίτιμος δημότης Τιράνων (2005) και Κορυτσάς (2007). Βραβείο “διακεκριμένων δραστηριοτήτων για την ενότητα των Ορθοδόξων Εθνών” (Μόσχα 2006). Παράσημο «Πρίγκιπος Γιαροσλάβ του Σοφού» Γ΄ τάξεως, της Δημοκρατίας της Ουκρανίας (2008). «Μέγα Χρυσόν Παράσημον του Αποστόλου Βαρνάβα» της Εκκλησίας της Κύπρου (2008). Μεγαλόσταυρο του Αποστόλου Μάρκου του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής (2009). Παράσημο «Γεωργίου Καστριώτη – Σκεντέρμπεη» της Δημοκρατίας της Αλβανίας (2010)˙ Ανώτατο παράσημο της Εκκλησίας της Σερβίας του Αυτοκράτορος Αγίου Κωσταντίνου του Μεγάλου (2013)˙ Ανώτατο παράσημο «Πρίγκιπος Γιαροσλάβ του Σοφού» Α΄ τάξεως της Δημοκρατίας της Ουκρανίας (2013). «Βραβείο δοκιμίου ελευθέρου στοχασμού» Παν. Φωτέα (2015). Παράσημο του Αγίου Ιωάννου Βλαδιμήρου του Πατριαρχείου Σερβίας (2016)˙ Επίτιμος δημότης Δυρραχίου (2016), Καλαμάτας (2016), Λάρισας (2017), Πρέβεζας (2017). Ιδρύματος Μπότση στην 35η απονομή δημογραφικών βραβείων – Ειδική τιμητική διάκριση για το όλον έργο του (Ιανουάριος 2019). Γερμανικό βραβείο «Klaus Hemmerle» της κινήσεως Fokolare για την συμβολή στην προσέγγιση και ειρηνική συνύπαρξη λαών και πολιτισμών (2020).
Συγγραφικό έργο
Έχει συγγράψει και εκδώσει 24 βιβλία (θρησκειολογικές εύρυνες, ιεραποστολικά δοκίμια, Ορθοδόξου πνευματικότητος) και πλέον των 200 μελετών και άρθρων θεολογικού ή θρησκειολογικού περιεχομένου. Βιβλία και διάφορα κείμενά του έχουν μεταφραστεί σε 17 γλώσσες. Κατά τή μακρόχρονη Ὀρθόδοξη μαρτυρία του συνδύασε θεολογική γνώση καί θρησκειολογική ἔρευνα μέ ἱεραποστολική καί ποιμαντική διακονία, μέ κοινωνική εὐαισθησία καί προσφορά.
Η συμβολή του στην επιστήμη, τη σύγχρονη χριστιανική μαρτυρία, την διαχριστιανική προσέγγιση, τον διαθρησκεικό διάλογο και την ειρηνική συνύπαρξη λαών και θρησκειών έχει διεθνώς αναγνωριστεί.
ope.gr
( Οι φωτογραφίες είναι απο το αρχείο του kefaloniapress δεν ανήκουν στο αρχικό κείμενο του ope.gr)