Η ανάρτηση που ακολουθεί έγινε απο την Εφη Σπηλιώτη στις 28 Οκτωβρίου 2022, αλλά είναι πάντα επίκαιρη και την αναδημοσιεύουμε σήμερα.. Μικρός , ελάχιστος φόρος τιμής στους Κεφαλονίτες που πολέμησαν σε πολύ δύσκολα μέτωπα… Ποτέ δεν είναι αργά για ένα ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ..
Μια φωτογραφία, Οκτώβρης 1940
28 Οκτωβρίου Σήμερα, μια μεγάλη Επέτειος, μέσα στις τόσες σημαντικές, τραγικές, ή νικηφόρες της Ελλάδας.
Μέσα από μία φωτογραφία, έχω μια αφορμή να πω το δικό μου ευχαριστώ στον δικό μου αγαπημένο Πατέρα, τον Γεράσιμο του Αλέξανδρου και της Ιφιγένειας Σπηλιώτη από το Ρατζακλί Κεφαλονιάς που ήταν και αυτός μέρος του Έπους της Αλβανίας, για την υπεράσπιση της Ελλάδας. Και που ευτυχώς γύρισε ζωντανός…
Η ζωή του περιπετειώδης, άρχισε πολύ νωρίς, σε χρόνια δύσκολα στην Κεφαλονιά και εξελίσσεται σε τρεις Ηπείρους, (Ευρώπη) Ελλάδα, Αμερική, Αυστραλία και σε άγριες θάλασσες, για να μην μας λείψει τίποτα, άρχισε πολύ νωρίς σε χρόνια δύσκολα, στην Κεφαλονιά. Οι Κεφαλλονίτες από χαρακτήρα, ευφυείς, τολμηροί κι εργατικοί δεν υποτάσσονται μοιρολατρικά στις καταστάσεις αλλά προσπαθούν και ξενιτεύονται για καλύτερες μέρες, βρίσκονται παντού, μέχρι την άκρη του κόσμου.
Τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια του πατέρα μου Γιάννης και Ναπολέων κι ένας θείος, ήταν νόμιμα στην Αμερική, με πολλή δουλειά, ακούραστοι, έντιμοι και δημιουργικοί, τα πήγαιναν καλά. Ο πατέρας μου, 14 χρονών αγόρι το 5ο παιδί από 7 της οικογένειας, ανήλικος χωρίς χαρτιά, τόλμησε και άντεξε κάτι το αδιανόητο. Να πάει στ αδέλφια του στην Αμερική που τον ήθελαν μαζί τους. Μέσα σε ένα μπαούλο στο τεράστιο τότε ταξίδι – έβγαινε μόνο προσεχτικά τις νύχτες – έφτασε μέχρι το Ρότερνταμ, όπου τον περίμενε ο υπέροχος και πρωτότοκος αδελφός του Γιάννης, προστάτης του σαν πατέρας…
Από εκεί και πέρα μέχρι την Αμερική το μακρύ ταξίδι ήταν κανονικό. Πήγαν στο Σαν Φρανσίσκο, πήγε σχολείο, έμαθε την γλώσσα, ήταν πολύ καλά, τρΙα αδέλφια μαζί και ένας θείος, ωραία χρόνια! Η νοσταλγία του όμως μεγάλη ο νόστος του Οδυσσέα υπάρχει ριζωμένος βαθιά για αυτούς που άφησε πίσω του και είπε ναρθεί να τους δει. Ευτυχισμένες ώρες, χαρές και πανηγύρια…
Μια μέρα, ένα πρωινό, κατέβηκε ο πατέρας μου για ψώνια στην Πρωτεύουσα, στο Αργοστόλι , 26 χρονών, ωραίος, λαμπερός, ντυμένος αλλιώτικα, φαινόταν από μακριά πως ήταν από την Αμερική… Σ έναν πλατύ δρόμο στην αγορά, μια ύπαρξη, ένα ωραίο κορίτσι αλλιώτικο, ντυμένο διαφορετικά, Αμερικάνικα, ερχόταν με την μητέρα της απέναντι και τα μάτια τους συναντήθηκαν… Στιγμή που καθόρισε από εκεί και μετά την υπόλοιπη ζωή τους. Έρωτας κεραυνοβόλος, γεμάτος συμπτώσεις… Παντρέφτηκαν αμέσως!
Εκείνη, η μαμά μου Ισμήνη Κορκού που και αυτή ζούσε στο Σαν Φρανσίσκο, συμτωματικά, ήταν από το διπλανό μεγάλο χωριό την Σκάλα. Είχε γυρίσει από την Αμερική, πρώτη μαθήτρια στο σχολείο της, γιατί ο πατέρας της Κωνσταντίνος , οδηγός τραίνου, παραπάτησε -λένε- σε έναν βράχο στην θάλασσα και πνίγηκε… Ήταν ντυμένος, η μαμά μου δεν το πίστεψε ποτέ, αλλά το δικαστήριο αποφάνθηκε έτσι. Πίκρα κι απογοήτευση, η Αμερική χαώδης , ο αδελφός της πολύ νέος και ατακτοποίητος ακόμα και γυρίζουν άρον άρον στην Ελλάδα…
Η συνάντηση του πατέρα μου και της μαμάς μου μοιραία, γάμος και παιδιά, άλλαξε όλα τους τα σχέδια. Σ ένα ωραίο σπίτι που τα είχε όλα, ακόμα και εκκλησούλα, την Παναγούλα, ήταν καλά γιατί αγαπιόταν. Κι ήταν έτσι πάντα μέχρι το τέλος, αγαπημένοι, παρ’ όλες τις αφάνταστες δυσκολίες της ίδιας της ζωής…
Η φωτογραφία είναι λίγο πριν ο πατέρας μου στα 29 του, φύγει για το μέτωπο, τον Οκτώβρη του 1940, πριν τον αποχαιρετισμό, πριν τον αποχωρισμό μαζί μας που είμαστε το παν του…
Η μαμά μου φωτογραφίζεται ακουμπώντας το χέρι της στον ώμο του πατέρα μου, αυτός κρατά το χεράκι της αδελφής μου μωρού, που αφήνει. Η μαμά μου με την καρδιά της σίγουρα να τρέμει, πρέπει να υποταχτεί στο αναπότρεπτο, είναι μπροστά σ έναν εφιάλτη που καλείται ν αντιμετωπίσει. Να φύγει από κοντά της, ο άνδρας που αγαπάει, σ έναν πόλεμο ενάντια σε έναν κατακτητή θρασύ, σ έναν φρικτό πόλεμο όπως όλοι οι πόλεμοι, χωρίς έλεος για τις ζωές των ανθρώπων που κάποιοι άλλοι που δεν τους πειράξαμε, δεν είχαν ούτε λόγο, ούτε αιτία, αποφάσισαν να μας αναποδογυρίσουν και να γκρεμίσουν τις ζωές μας. ΟΧΙ, δεν το επιτρέπουμε, καμιά υποταγή και δουλεία δεν χωράει στην ζωή μας. Θ αμυνθούμε , δικαίως ,αλλά η άμυνα έχει απελπισία, θυσίες και αίμα.
Στην φωτογραφία, η εξαδέλφη μου η Φρόσω ίσως κατάλαβε κάτι. Εγώ και η αδελφή μου μετά -γεννήθηκαν η Διονυσία και ο Διονύσης- ζήσαμε χωρίς επίγνωση λόγω ηλικίας, αλλά σίγουρα έχουμε καταλάβει, σίγουρα εγγράφηκε η τραγικότητα της στιγμής μέσα μας βαθιά.
Η αγωνία αλλά και η αναγκαιότητα αποτυπώθηκαν για πάντα, μια μοναδική στιγμή που δεν γελάει κανένας, όπως συνηθιζόταν στις φωτογραφίες τότε, που ο φωτογράφος έδινε το σύνθημα ‘’Χαμογελάστε παρακαλώ’’…
Ο πατέρας μου ευτυχώς γύρισε από την Αλβανία. Αγνώριστος , πετσί και κόκαλο, άρρωστος, ξυπόλυτος σχεδόν, έχοντα διανύσει εκατοντάδες χιλιόμετρα με τα πόδια του, μες τα χιόνια, γεμάτος ψείρες και πόνο. Αλλά έστω, όλοι ευτυχείς…
Έφυγε ξαφνικά στην Μελβούρνη το 1985
Μου λείπει. Τον ευχαριστώ για τόσα πολλά!
Ακολουθήστε το
kefaloniapress.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις