Στις ταραχώδεις πρώτες δεκαετίες του ελληνικού κράτους περί τα μέσα του 19ου αιώνα, ο Χαράλαμπος (Ρόκκος) Χοϊδάς υπήρξε αναμφίβολα μία από τις πλέον «εκκεντρικές» παρουσίες στο δημόσιο βίο, αφού ακόμα και προτού αποφασίσει να ασχοληθεί με τα κοινά, τα κατορθώματά του στο χώρο της Δικαιοσύνης δεν είχαν περάσει απαρατήρητα από τις εφημερίδες της εποχής.

Δε θα μπορούσαν άλλωστε να κάνουν κι αλλιώς καθώς ως εισαγγελέας είχε καταφέρει να διαπρέψει, τόσο ως ανελέητος διώκτης της διαφθοράς και του εγκλήματος, όσο και ως ένας δικαστικός λειτουργός που δε δίσταζε να αντιπαρατεθεί μέχρι…τελικής πτώσης με τους εκπροσώπους της πολιτικής εξουσίας, όταν εκείνοι έμπαιναν, όπως θεωρούσε ο ίδιος, εμπόδιο στο δρόμο για την επικράτηση του δικαίου.

Πράγματι, αν υπάρχει ένα στοιχείο που θα μπορούσε να σκιαγραφήσει το αποτύπωμά του στις δεκαετίες του 1870 και του 1880, ήταν πως εκτός από τον εκρηκτικό χαρακτήρα του, ο Ρόκκος Χοϊδάς υπήρξε ένας ακούραστος υπηρέτης του δικαίου και της δημοκρατίας που δε δίστασε να υπερασπιστεί, «θυσιάζοντας» την πορεία του ως δικαστικός, φθάνοντας ακόμα και στο σημείο να δεχθεί σφαίρα και να φυλακιστεί.

Ρόκκος Χοϊδάς

sansimera.gr

Ρόκκος Χοϊδάς: Ο αδέκαστος εισαγγελέας που «τάραξε» τα κοινοβουλευτικά έδρανα

Ο Ρόκκος Χοϊδάς, με καταγωγή από παλιά αριστοκρατική οικογένεια της Κρήτης που είχε εγκατασταθεί στην Κεφαλονιά, γεννήθηκε στην Πρόνοια Ναυπλίου το Μάιο του 1830. Ο πατέρας του, Δημήτριος Χοϊδάς, είχε πολεμήσει ως ιερολοχίτης στη Μολδαβία κατά την πρώτη περίοδο της ελληνικής επανάστασης.

Φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ακολούθως συνέχισε με σπουδές στην Ιταλία, όπου και ήρθε σε άμεση επαφή με τις φιλελεύθερες, εθνικές και αντιμοναρχικές ιδέες. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, κατά τις αρχές του 1860, εργάστηκε αρχικά ως δικηγόρος, ενώ συμμετείχε ενεργά στα πολιτικά γεγονότα που συνετέλεσαν στην εκθρόνιση του βασιλιά Όθωνα το 1862.

Σύντομα εγκατέλειψε τη δικηγορία και ακολούθησε η «περιπετειώδης» πορεία του στον εισαγγελικό κλάδο, κατά την οποία αγωνίστηκε με πάθος για την εξάλειψη της ληστείας, που αποτελούσε αληθινή μάστιγα την εποχή εκείνη, καθώς επίσης και για την εξυγίανση του δημόσιου βίου από τα φαινόμενα διαφθοράς.

Ο Ρόκκος Χοϊδάς υπηρέτησε ως εισαγγελέας από τα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1860 έως και τις 3 Ιουλίου 1874, όταν και υπέβαλε την παραίτησή του από τη θέση του αντεισαγγελέα εφετών Αθηνών, στην οποία είχε φθάσει, απογοητευμένος από τα εκτεταμένα φαινόμενα διαφθοράς, αλλά και αποφασισμένος να συνεχίσει τον αγώνα του.

Επέστρεψε για λίγο στη δικηγορία, αποκτώντας τη φήμη του υπερασπιστή άπορων πολιτών, αλλά τελικά τον κέρδισε η συμμετοχή στα κοινά, καθώς τον Ιούλιο του 1875 εξελέγη ανεξάρτητος βουλευτής Κραναίας Κεφαλληνίας και επιδόθηκε σε σφοδρούς αγώνες κατά της μοναρχίας ενώ ως δεινός ρήτορας που ήταν, άφησε εποχή με τις αγορεύσεις του στη Βουλή.

απόκομμα εφημερίδας

Vkuzιunis, Ρόκκος Δ. Χοϊδάς, “Η αληθινή ιστορία του Ρόκκου”

Χαρακτηριστικά, ο ζωηρός του χαρακτήρας και η ευστοχία των επιχειρημάτων του ήταν μοναδικά και ο ίδιος ήταν τόσο μαχητικός ώστε το προεδρείο τής Βουλής αποφάσισε οι αγορεύσεις του να μη συμπεριλαμβάνονται στα πρακτικά τής Βουλής. Πάντως, ο λόγος του κατά τής μοναρχίας στη Βουλή είχε σκορπίσει ρίγη συγκίνησης στους Αθηναίους και συζητιόταν για πολλές ημέρες.

Κυνηγήθηκε ανελέητα από τη φιλομοναρχική παράταξη, με αποτέλεσμα να μην επανεκλεγεί βουλευτής Κραναίας το 1879 και Αττικοβοιωτίας το 1881, παρά τη στήριξη που είχε από τις προοδευτικές εφημερίδες της εποχής. Κατάφερε ωστόσο να επανεκλεγεί άλλες δύο φορές, το 1883 και το 1885, προτού παραιτηθεί και από το κοινοβουλευτικό αξίωμα στις 14 Νοεμβρίου 1885.

Λίγες ημέρες αργότερα παρακρατικά στοιχεία επιχείρησαν να τον δολοφονήσουν στα σκαλιά του κοινοβουλίου. Στην υπόθεση φερόταν αναμεμιγμένος ο τότε αστυνομικός διευθυντής Αθηνών Κοκκινόπουλος. Αξίζει να σημειωθεί πως λόγω της χειμαρρώδους παρουσίας του, ο Ρόκκος Χοϊδάς γινόταν συχνά στόχος φιλοβασιλικών οπαδών στα καφενεία και τις προεκλογικές συγκεντρώσεις.

Όπως ήταν φυσικό, η αποχώρησή του από τα κοινοβουλευτικά έδρανα δε σήμανε καμία υποχώρηση από την πρώτη γραμμή της αντιπαράθεσης και των πολιτικών εξελίξεων. Συνέχισε τους αγώνες του γράφοντας «εμπρηστικά» άρθρα σε εφημερίδες και έντυπα, παρακινώντας το λαό σε εξέγερση κατά της μοναρχίας.

βουλή το 19ο αιώνα

ethnos.gr

Η κόντρα με το νομάρχη Εύβοιας, η περιπλάνηση στις εισαγγελίες και οι ληστές στη Φθιώτιδα

Αν και δεν υπηρέτησε παρά ελάχιστα ως εισαγγελέας στη Χαλκίδα, ο Ρόκκος Χοϊδάς έγινε γνωστός για τα πεπραγμένα του στις δικαστικές αίθουσες, με τη δημοτικότητά του να ανεβαίνει κατακόρυφα, τόσο μεταξύ της καλής κοινωνίας όσο και μεταξύ των φτωχότερων στρωμάτων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει αναδείξει η έρευνα, ο Χοϊδάς διορίστηκε εισαγγελέας στη Χαλκίδα τον Ιανουάριο του 1868, αφιχθείς από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Σύρου. Προτού βγει ο Μάρτιος του ίδιου έτους, ο 38χρονος τότε δικαστικός λειτουργός είχε προλάβει να παντρευτεί την Πηνελόπη Καφετζόγλου, κόρη βαθύπλουτου γιατρού της Χαλκίδας αλλά και να παυθεί από τα εισαγγελικά του καθήκοντα.

Αν και δεν είναι απόλυτα ξεκάθαρη η αιτία της τόσο σύντομης αποπομπής του, δεν αποκλείεται να ήρθε ως αποτέλεσμα κόντρας του με το νομάρχη Εύβοιας. Η διαμάχη φαίνεται πως είχε να κάνει με την υπόθεση ενός προύχοντα της Χαλκίδας που είχε καταδικαστεί σε ολιγοήμερη φυλάκιση, με το νομάρχη να επιμένει ότι πρέπει να εκτίσει την ποινή στο σπίτι του λόγω προβλημάτων υγείας και τον εισαγγελέα να εκφράζει εντόνως τη διαφωνία του.

Τα προβλήματα ωστόσο δε σταμάτησαν μετά την παύση από τα καθήκοντά του στην Εισαγγελία Χαλκίδας. Ο Χοϊδάς πέρασε ένα διάστημα ως άνεργος και το Δεκέμβριο του 1968 η σύζυγός του έφυγε από τη ζωή προλαβαίνοντας να γεννήσει ένα κοριτσάκι. Στην κόρη του ο Χοϊδάς έδωσε τιμητικά το όνομα της εκλιπούσας συζύγου του. Στις αρχές του 1869 διορίστηκε εισαγγελέας στην Κεφαλονιά, όπου και πάλι, μέσα σε δύο μήνες, δημοσιεύματα του τοπικού τύπου έκαναν λόγο για δυσφορία της πολιτικής εξουσίας προς το πρόσωπό του.

Ακολούθησε η τοποθέτησή του εκ νέου στη Σύρο και στις 12 Σεπτεμβρίου 1870 προήχθη σε αντεισαγγελέα εφετών Πατρών, ενώ στις 27 Φεβρουαρίου 1871 ορίσθηκε αντεισαγγελέας Εφετών Αθηνών, θέση στην οποία υπηρέτησε μέχρι την παραίτησή του από το δικαστικό σώμα στις 3 Ιουλίου 1874, αρνούμενος τη συνέχιση της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας προκειμένου να υπερασπίζεται ελεύθερα τις ιδέες του.

απόκομμα εφημερίδας

Vkuzιunis, Ρόκκος Δ. Χοϊδάς, “Η αληθινή ιστορία του Ρόκκου”

Αξίζει να σημειωθεί πως εκτός από ένας εισαγγελέας «ταραξίας», ο Ρόκκος Χοϊδάς επέβαλε τη σιδερένια πυγμή του απέναντι στο έγκλημα και τους ληστές που λυμαίνονταν περιοχές της Στερεάς Ελλάδας. Το 1872 ως αντεισαγγελέας εφετών Αθηνών, στάλθηκε στη Φθιώτιδα όπου συνέβαλε καθοριστικά ώστε να μπει ένα φρένο στις ληστείες και στην ασυδοσία της εγκληματικότητας.

Ρόκκος Χοϊδάς

Κοσμόπολις Ποικίλη Στοά

Ρόκκος Χοϊδάς: Η σφαίρα, η φυλάκιση και ο θάνατος

Λίγους μήνες πριν εκλεγεί για πρώτη φορά βουλευτής, ο Χοϊδάς ενεπλάκη σε ένα επεισόδιο που θα διαδραμάτιζε καθοριστικό ρόλο στην πορεία της υγείας του. Το Μάρτιο του 1875, σε μία συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην πλατεία Συντάγματος για τις αυθαιρεσίες της κυβέρνησης Βούλγαρη, ο φιλομοναρχικός βουλευτής Μεσολογγίου, Δημοσθένης Στάικος, εξύβρισε το συγκεντρωμένο λαό προκαλώντας την έντονη αντίδραση του πρώην δικαστικού.

Ο Χοϊδάς ο οποίος είχε μεταξύ άλλων φήμη για τις ικανότητές του στη σκοποβολή, προκάλεσε το Μεσολογγίτη βουλευτή σε μονομαχία η οποία φέρεται να έλαβε χώρα στις 24 Μαρτίου. Παρά τις προσδοκίες του συγκεντρωμένου πλήθους ότι ο Χοϊδάς θα επικρατούσε του αντιπάλου του, ο Στάικος ο οποίος ήταν απόστρατος αντισυνταγματάρχης, κατάφερε να τον πλήξει στους πνεύμονες.

Ο Χοϊδάς παρέμεινε κλινήρης για ένα μήνα δίνοντας μάχη για τη ζωή του, ενώ είναι χαρακτηριστικό πως έξω από το σπίτι του μαζευόταν πλήθος κόσμου για να δηλώσει τη συμπαράστασή του. Μάλιστα, λέγεται ότι σε αρκετές εκκλησίες πραγματοποιούνταν ιερουργίες και αγρυπνίες υπέρ της σωτηρίας του.

Ο Γεώργιος ο Α΄, ο οποίος κατά βάθος θαύμαζε την ευθύτητα και το θάρρος τού Χοϊδά, προσπαθώντας να κατευνάσει το πλήθος και να αποφύγει τις αναταραχές, τού πρότεινε να στείλει την κόρη τού Πηνελόπη με υποτροφία για σπουδές στην Ελβετία και επιστρέφοντας να την τοποθετήσει κυρία επί των τιμών στο παλάτι. Ο Χοϊδάς αρνήθηκε την προσφορά. Το γεγονός αύξησε την εκτίμησή των οπαδών του αλλά ξεσήκωσε τους φιλομοναρχικούς εναντίον του.

Τελικά κατάφερε να επιζήσει από τον τραυματισμό του, ωστόσο η υγεία του υπέστη σοβαρή δοκιμασία και η σφαίρα που έμελλε να μείνει στα σπλάχνα του φαίνεται πως απέβη μοιραία αρκετά χρόνια μετά, όταν βρέθηκε στις φυλακές Χαλκίδας για να εκτίσει ποινή που του επιβλήθηκε από το Κακουργιοδικείο Άμφισσας.

Αυτό συνέβη το 1889 λίγο πριν το θάνατό του, όταν ο Χοϊδάς κρίθηκε ένοχος για εξύβριση και προσβολή του βασιλιά Γεωργίου του Α’ και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 3 ετών, προκαλώντας αίσθηση σε όλη τη χώρα καθώς φαίνεται πως ήταν ίσως η πρώτη καταδικαστική απόφαση που εκδόθηκε από ελληνικό δικαστήριο για εξύβριση ανώτατου άρχοντα.

Είχε προηγηθεί το Σεπτέμβριο του 1888 η δημοσίευση ενός ιδιαίτερα αιχμηρού άρθρου με τίτλο «Πατρίς και στρατός» και την υπογραφή του Χοϊδά στην εφημερίδα «Ραμπαγάς» του Κλ. Τριανταφύλλου, τα οποία θεωρήθηκαν υβριστικά τόσο για την κυβέρνηση όσο και για το βασιλιά Γεώργιο και το διάδοχο Κωνσταντίνο.

απόκομμα εφημερίδας

Vkuzιunis, Ρόκκος Δ. Χοϊδάς, “Η αληθινή ιστορία του Ρόκκου”

Η δίκη διεξήχθη στην Άμφισσα. Ο Χοϊδάς ανέλαβε όλη την ευθύνη για τα δημοσιεύματα και η απολογία του, το Μάιο τού 1889, ήταν ένα βαρύ «κατηγορώ» εναντίον των αυλοκολάκων και των βασιλικών κομμάτων τής εποχής.

Καταδικάστηκε σε τριετή φυλάκιση και οδηγήθηκε στις φυλακές τής Χαλκίδας, όπου το παλιό τραύμα στον πνεύμονα υποτροπίασε, με αποτέλεσμα τον βαρύ κλονισμό τής υγείας του. Κατόπιν αυτού η κυβέρνηση τον αποφυλάκισε, ώστε να πεθάνει στο σπίτι του, κοντά στα αγαπημένα του πρόσωπα.

Έζησε τις ημέρες που του απέμειναν στο σπίτι του στη Χαλκίδα, όπου πέθανε το 1890, έχοντας στο πλευρό του την κόρη του Πηνελόπη και εκλεκτούς φίλους.

Ένα μήνα προτού φύγει από τη ζωή, είχε προλάβει να δει την κόρη του να παντρεύεται με το δικηγόρο Γεώργιο Αποστολίδη, ενώ κουμπάρος του ζευγαριού ήταν ο βουλευτής Εύβοιας και μετέπειτα υπουργός και πρωθυπουργός, Νίκος Καλογερόπουλος.

Πηγές

Vkuzιunis, Ρόκκος Δ. Χοϊδάς, “Η αληθινή ιστορία του Ρόκκου” in.gr, sansimera.gr, history.arsakeio.gr, wikipedia

Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις