Η ομάδα απόκρυψης στρατιωτών των συμμαχικών δυνάμεων και ο μηχανισμός αποδράσεων στρατιωτών που είχαν αιχμαλωτιστεί από τους Γερμανούς
Οι Γερμανοί εισέβαλαν στην Ελλάδα στις 6 Απριλίου 1941. Ένα μήνα πριν, είχε φτάσει στην Ελλάδα συμμαχικό εκστρατευτικό σώμα περίπου 60.000 Αυστραλών, Νεοζηλανδών, Βρετανών, Κυπρίων, Παλαιστινίων και Εβραίων για να ενισχύσει την ελληνική άμυνα. Η γρήγορη προέλαση των Γερμανών είχε ως αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό σημαντικού αριθμού ανδρών των συμμαχικών δυνάμεων στην κατεχόμενη, πλέον, Ελλάδα. Ένα από τα πρώτα έργα της ελληνικής αντίστασης, ήταν η απόκρυψη αυτών των στρατιωτών, για να μην πέσουν στα χέρια των Γερμανών και η φυγάδευσή τους στη Μέση Ανατολή.
Η Λέλα Καραγιάννη γεννήθηκε το 1898 στη Λίμνη Ευβοίας. Κατοικούσε στην οδό Λήμνου 1 στην Πλατεία Αμερικής. Η Καραγιάννη δημιούργησε την αντιστασιακή οργάνωση «Μπουμπουλίνα». Από τους πρώτους μήνες της Κατοχής οργάνωσε ομάδα απόκρυψης στρατιωτών των συμμαχικών δυνάμεων. Μέσω ατόμων εμπιστοσύνης δημιούργησε δίκτυο σπιτιών σε Αθήνα και Πειραιά, όπου τους έκρυβε, εξασφαλίζοντάς τους τροφή και ρουχισμό. Μέλη της οργάνωσης εξασφάλιζαν θέσεις για τους ξένους στρατιώτες στα καΐκια που πραγματοποιούσαν παράνομα ταξίδια διαφυγής προς τη Μέση Ανατολή.
Παράλληλα, η Καραγιάννη έστησε ένα μηχανισμό αποδράσεων στρατιωτών που είχαν αιχμαλωτιστεί από τους Γερμανούς. Τον Μάιο του 1941, οι Γερμανοί είχαν δημιουργήσει ένα πρόχειρο στρατόπεδο αιχμαλώτων στην Κοκκινιά. Εκεί μετέφεραν πολλούς από τους αιχμαλώτους της μάχης της Κρήτης. Το δίκτυο της Καραγιάννη οργάνωσε την απόδραση τουλάχιστον 20 αιχμαλώτων. Αλλάζοντας συνέχεια τα κρησφύγετά τους, η ομάδα της Καραγιάννη έκανε αδύνατο τον εντοπισμό τους από τους Γερμανούς. Πλέον ήταν αρκετά τα σπίτια στην Αθήνα και τον Πειραιά που έκρυβαν κάποιον Βρετανό, Νεοζηλανδό ή Αυστραλό στρατιώτη.
Ένας από τους δραπέτες ήταν ο Νεοζηλανδός Ρόυ Φάρραν. Ο Φάρραν αιχμαλωτίστηκε από τους Γερμανούς κατά τη διάρκεια της μάχης της Κρήτης, τον Μάιο του 1941. Μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο αιχμαλώτων της Κοκκινιάς. Κατάφερε να αποδράσει με τη βοήθεια μελών της οργάνωσης «Μπουμπουλίνα». Η διαρκής αλλαγή σπιτιών, δεν επέτρεψε στους Γερμανούς να τον εντοπίσουν. Αργότερα διέφυγε στη Μέση Ανατολή. Ο ίδιος, στο βιβλίο του που εκδόθηκε μετά το τέλος του πολέμου, περιέγραψε τι ακολούθησε μετά την απόδρασή του:
«Πήγα σ’ ένα κοντινό προάστιο και μου δόθηκε καταφύγιο μέχρι να νυχτώσει από μια Ελληνίδα νοικοκυρά. Το ίδιο βράδυ ο άντρας της με πήγε σ’ ένα από τα σπίτια κοντά στο στρατόπεδο. Με υποδέχτηκε μια κοπέλα Ελληνίδα, που με οδήγησε στο εμπορικό τμήμα της Κοκκινιάς. Εκεί με έκρυψε ένας οδοντίατρος μαζί με δύο από τους συντρόφους μου, που είχαν δραπετεύσει νωρίτερα. Ήταν μέλος της ομάδας της Λέλας Καραγιάννη. Όταν οι Γερμανοί άρχισαν να ψάχνουν την περιοχή, μεταφερθήκαμε στον Πειραιά και μετά στο σπίτι του Πασχάκη. Νιώθω τεράστια ευγνωμοσύνη για τους Έλληνες, που ρισκάρισαν τόσο πολλά για χάρη μου. Παρ’ όλη την πείνα, εγώ ποτέ μου δεν πείνασα. Δεν θα μπορούσε κανένας άλλος λαός να είναι πιο θαρραλέος».
Το καλοκαίρι του 1944, οι πολυάριθμες συλλήψεις και ανακρίσεις μελών αντιστασιακών οργανώσεων, έδωσαν στοιχεία στους Γερμανούς για τη δράση της Καραγιάννη. Στις 11 Ιουλίου 1944, άνδρες των Ες-Ες τη συνέλαβαν στο νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού όπου νοσηλευόταν λόγω καρδιοπάθειας. Η Καραγιάννη ανακρίθηκε στα γραφεία των Ες-Ες της οδού Μέρλιν 6 στο Κολωνάκι. Παρά τον εξασθενημένο της οργανισμό, άντεξε στη βία των ανακριτών της και δεν μαρτύρησε τα μέλη της οργάνωσής της.
Οδηγήθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Χαϊδαρίου.
Στις 5 και 10 το πρωί της 8ης Σεπτεμβρίου 1944, η Καραγιάννη και άλλοι αντιστασιακοί, επιβιβάστηκαν σε φορτηγά και μεταφέρθηκαν στο Δαφνί, στο χώρο του σημερινού Βοτανικού Κήπου. Εκεί αντίκρυσαν το γερμανικό εκτελεστικό απόσπασμα. Ήταν η τελευταία ομαδική εκτέλεση των Γερμανών. Η Καραγιάννη εκτελέστηκε μόλις ένα μήνα πριν την απελευθέρωση της Αθήνας.
Photo Credits: Ιδιωτική συλλογή Αλέξανδρου Παπαγιάννη, εγγονού Λέλας
(*)Ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης είναι ιστορικός, ειδικευμένος στην περίοδο της Κατοχής και της Αντίστασης στην Ελλάδα κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου και ολοκλήρωσε το διδακτορικό του.Το έργο του επικεντρώνεται στην κοινωνική και πολιτική ζωή της Αθήνας κατά την Κατοχή,με έμφαση στη Μάχη της Αθήνας το 1944. Έχει συγγράψει σημαντικά βιβλία,όπως “Η Εμπειρία της Κατοχής και της Αντίστασης στην Αθήνα”, συμβάλλοντας καθοριστικά στην κατανόηση της νεότερης ελληνικής ιστορίας.