Γεννημένος στο Αργοστόλι ο σκιτσογράφος του θρυλικού “Ακάκιου” της ΜΙΣΚΟ

1279

 

Το ιστορικό της διάσημης διαφήμισης.

Η απάντηση καταγράφεται στην βιογραφία του καινοτόμου για την εποχή του ιδρυτή της MISKO, Ελευθέριου Μαντζίκα και στο βιβλίο του κ. Κραψίτη, <Ο Λευτέρης Μαντζίκας – Μέγας Ηπειρώτης Ευεργέτης>όπου  υπάρχει σαφής αναφορά για το ταξίδι που κάνανε με τον διαφημιστή του στα Μετέωρα.

Εκεί, λοιπόν, κάποια στιγμή, ένας καλόγερος ξεκίνησε για τα ψώνια της μονής με τον γάιδαρό του και ακούστηκε από πίσω η φωνή ενός ηγούμενου που του υπενθύμιζε <Ακάκιε, μη ξεχάσεις τα μακαρόνια!>. Εκεί, λοιπόν, γεννήθηκε αυτή η καταπληκτική ιδέα.

Ουσιαστικά κρατήσανε αυτούσια αυτή την εικόνα και γενικά όλο το σκηνικό και προσθέσανε το όνομα της εταιρείας. Έτσι, έγινε η μεγαλύτερη ίσως διαφημιστική μπράντα που υπήρξε ποτέ, από τη γέννηση της διαφήμισης στην Ελλάδα.

Μια εικόνα απλή, από μια Ελλάδα της δεκαετίας του ΄50 ή και του ΄60 τότε που για τα μεγάλα ταξίδια στα ορεινά και μη χωριά και  για να κατέβουν οι άνθρωποι στην Χώρα έπαιρναν …το γαϊδουράκι. Κι έφερνα λογής λογής πράγματα από την πρωτεύουσα . Πως θα μπορούσαν λοιπόν  να ξεφύγουν …τα μακαρόνια μέσα σε πλαστικό ή νάιλον πακέτο πια και, όχι τόσο χειροποίητα όπως μέχρι τότε όλοι έφτιαχναν σαν ένα « δώρο» θεόσταλτο από την αγορά των χιλιάδων πραγμάτων;

Αλήθεια υπήρξε ποτέ αυτή η φιγούρα του Ακάκιου ή είναι μόνο ένα δημιούργημα ενός πολύ έξυπνου διαφημιστή;

Είναι μια ιστορία που ξεκινάει σχεδόν 100 και λίγο παραπάνω χρόνια πριν…

Δημιουργός του πρωτότυπου αυτού σκίτσου ήταν ο Ηλίας Κουμετάκης. Ο πατέρας του Ηλία Κουμετάκη, ήταν Κρητικός. Η μητέρα του , γνήσια Κερκυραία, η Τζούλια Αυγούστη. Ο Ηλίας γεννήθηκε στο Αργοστόλι το 1889, όπου ο πατέρας του υπηρετούσε ως αξιωματικός της Χωροφυλακής. Δεν τον γνωρίζει ποτέ, αφού πεθαίνει πριν ακόμα  γεννηθεί και εφτά χρόνια αργότερα χάνει και την μάννα του. Τον μεγαλώνει μια θεία του στην Κέρκυρα. Ο χαρακτήρας του διαμορφώνεται ανάλογα με τα παιδικά του βιώματα και γίνεται ένας άνθρωπος που του αρέσει η μοναξιά και το κλείσιμο στον εαυτό του. Είναι γεμάτος «φοβίες» για πολλά πράγματα ιδίως για αρρώστιες και η σχολαστικότητά του σε σχέση με την καθαριότητα,  μοναδική.

Το ταλέντο του αναδείχτηκε ακόμα από τα μαθητικά του χρόνια όταν ακόμα στο σχολείο του σκίτσαρε συχνά τους καθηγητές  του. Το 1910 πήγε στρατιώτης. Η στρατιωτική του θητεία, λόγω των Βαλκανικών πολέμων κρατά μέχρι το 1914.Αποφασίζει ότι για να εξασκήσει την ικανότητα του σαν σκιτσογράφος θα πρέπει να μετακομίσει στην Αθήνα. Αλλά τα έσοδα είναι πενιχρά και έτσι η ανάγκη στο να μπορεί να ζήσει τον οδηγεί, το 1915 στον διορισμό του σαν υπάλληλο στη Εθνική Τράπεζα.Τα πρώτα χρόνια στην Κέρκυρα σκιτσογραφεί καθώς  και για την για την “Κερκυραϊκή Ανθολογία” το περιοδικό της “Συντροφιάς των Εννιά”-Ειρ.Δενδρινού,Κων.Θεοτόκη,Κ.Χατζόπουλου,Λ/Πορφύρας,Νίκος Λευθεριώτης κ.ά..

Αρχικά ο μοναχός με το γαϊδουράκι ονομαζόταν Ονούφριος και είχε σχεδιαστεί για να διαφημίσει τα τσιγάρα Γιαννουκάκη. Το σχέδιο υπογράφεται από τον ίδιο με χρονολογία 1915. Σύμφωνα μάλιστα με την «ιστορία του Ελληνικού τσιγάρου» (Ε.Λ.Ι.Α, 1998) αλλά και μ’ ένα αφιέρωμα του Άρη Μαλανδράκη (για τις ελληνικές διαφημίσεις στο «Ε» της «Ελευθεροτυπίας»), η ακριβής ατάκα ήταν «και μην ξεχάσεις Ονούφριε, τα σιγάρα να είναι Γιαννουκάκη»!

Η διαφήμιση για τα γνωστά μακαρόνια στήθηκε αρκετά αργότερα, γύρω στο ’30. Στην αρχή εν αγνοίατου ίδιου του δημιουργού της. Αργότερα λένε πως υπήρξε κάποια επικοινωνία με τον σκιτσογράφο και η εταιρεία γνώριζε τον « πατέρα » αυτής της μεγάλης διαφήμισης. Εξάλλου, ο Φώτης Μιχαηλίδης και ο Μίνως Κωνσταντίνης, δυο πρόσφυγες από τη Σμύρνη το 1927  στήνουν ένα εργαστήρι παρασκευής ζυμαρικών στον Πειραιά  και βαφτίζουν την εταιρία MISKO, από τα αρχικά των επιθέτων τους, αρκετά αργότερα δηλαδή από την ημερομηνία της πρωτότυπης εικόνας του μοναχού Ονούφριου που μετονομάστηκε σε Ακάκιο από τους ιδρυτές της νέας εταιρείας.

Πραγματικό ντοκουμέντο, η ιδιόχειρη σημείωση του Κουμετάκη πάνω στην εικόνα της διαφήμισης: «Κακότεχνη αντιγραφή του σκίτσου μου για τα σιγαρέτα Γιαννουκάκη ». Και μάλιστα γραμμένη σε δελτάριο της εταιρίας που του είχε αποσταλεί στο σπίτι όπου έμενε περίπου μέχρι το 1970, στην Καλλιθέα.

Κι ίσως εδώ να αξίζει για αποκατάσταση μιας αλήθειας να παραθέσουμε την συνέντευξη στον Soloup, της Αγγελικής Κουμετάκη, της κόρης του αρχικού και πραγματικού σκιτσογράφου ,  στο περιοδικό «Γαλέρα» #35 τον Αύγουστο του 2008 γιατί πολλά έχουν ειπωθεί για την ιστορία του Ακάκιου και μια βόλτα στο διαδίκτυο ίσως παραπλανήσει τους περισσότερους :

«- Κυρία Κουμετάκη, πείτε μας τι μνήμες έχετε απ’ αυτό το σκίτσο;

-Την ιστορία του ΜΙΣΚΟ και του Ακάκιου την έχω κατευθείαν από το σπίτι μου. Από τις διηγήσεις του πατέρα μου και της μητέρας μου. Ο πατέρας μου είχε φυλάξει πάρα πολλά από τα σκίτσα του σε εφημερίδες, σε περιοδικά και από αλλού. Τις διαφημίσεις τις είχε μόνο σε σχέδιο. Είχε κάνει πάρα πολλές διαφημίσεις στον «Γιαννουκάκη –Πρωτόπαπα». Και υπάρχουν όλες στο βιβλίο που τις είχε κολλήσει σε προσχέδια. Την ιστορία του Ακάκιου εκτός από την οικογένεια, την άκουσα και από τον Πατρίκιο, τον παλιό δημοσιογράφο και διευθυντή- αν δεν κάνω λάθος- της «Ελευθερίας», και από άλλους. Ο ίδιος ο Κουμετάκης αποδέχτηκε σιωπηρά την χρησιμοποίησή της σε δεύτερη φάση από τον ΜΙΣΚΟ τον οποίο δεν τον ρώτησε γι αυτό.

Η πρωτότυπη γελοιογραφία πότε περίπου έγινε;

Κ. Είναι του ‘15. (Ο Κουμετάκης) μάλιστα, είχε περάσει δυο φάσεις σκίτσου. Στην πρώτη εποχή, ήταν επηρεασμένος από την Γαλλική γελοιογραφία. Έχω βρει κι ένα σωρό γαλλικά περιοδικά που ασφαλώς συνέβαλαν κάπως στην γραμμή του, και αυτό κράτησε μέχρι περίπου το 1920, 1922. Από ένα σημείο και ύστερα, γίνεται πιο «Ρωμιός». Κάνει τους ανθρώπους λιγότερο κομψούς, πιο καθημερινούς… Οπότε, η γελοιογραφία του ΜΙΣΚΟ ανήκει ουσιαστικά στην πρώτη γενιά, του ’15. Σ’ αυτήν την γραμμή.

-Η πρωτότυπη ατάκα, πως ήταν; Έχω διαβάσει ότι αρχικά ο μοναχός δεν λεγόταν Ακάκιος. Ήταν ο…Ονούφριος;

Κ.-Νομίζω! «Ονούφριε, τα τσιγάρα να είναι Γιαννουκάκη»… Αυτό μπήκε και στο λεύκωμα του «σκιτσογράφου Κουμετάκη» που έβγαλε το ΕΛΙΑ με τον Σταύρο Πετσόπουλο της «Άγρας». Και υπάρχει υποσημείωση η οποία βέβαια αγνοήθηκε.

Από κει και πέρα πειστήριο για την ιστορία είναι αυτό το χαρτί που έστειλε η ΜΙΣΚΟ, το οποίο αυτό θα είναι πριν το ’70, όσο καιρό ζούσε ακόμα στην Καλλιθέα. Και όταν πήγε (σε άλλο σπίτι στη) Φερών, τον επισκέφτηκε ο τότε ιδιοκτήτης της ΜΙΣΚΟ φέρνοντάς του μάλιστα ένα κιβώτιο …μακαρόνια! Αυτό δεν έγινε τυχαία. Τον πήρε ένας φίλος του μπαμπά, δικηγόρος, και του είπε, ξέρετε η διαφήμισή σας ήταν έργο του Κουμετάκη . Αυτός, πήγε στο σπίτι του στη Φερών με ένα κιβώτιο μακαρόνια, τον φίλησε και τον κάλεσε σε μία κρουαζιέρα…

–Αυτό πότε περίπου έγινε;

–Το ..’72, κάπου εκεί. Τώρα βγήκε και το βιβλίο (της ΜΙΣΚΟ) και είχε καλή υποδοχή από τον τύπο. Έγραψαν δυο –τρεις εφημερίδες με πολύ κέφι για το βιβλίο και την διαφήμιση η οποία θεωρείται η πιο μακροχρόνια.

—Δημοφιλής, επιτυχημένη…

Κ—Ακριβώς.. Έχει γίνει σλόγκαν.

—Κι έχει καταγραφεί σε γελοιογραφίες ,σε κείμενα…

—Ναι! Την έχω δει σε πάρα πολλές γελοιογραφίες σχετικά με άλλα πράγματα, αλλά τελικά καμία εφημερίδα δεν ανέφερε , ακόμα κι εκεί που ξέρανε, για τον πρώτο σκιτσογράφο.

—Ξέρετε, ψάχνοντας στο internet δεν βρήκα καμία αναφορά σύνδεση του Κουμετάκη με τον Ακάκιο.

Κ—Στο βιβλίο της ΜΙΣΚΟ δεν υπάρχει. Στο βιβλίο του Κουμετάκη, υπάρχει.Γι αυτό κι εγώ ενοχλήθηκα. Δεν θα έβλαπτε για μένα την ΜΙΣΚΟ να αναφερόταν. Δεν έχουμε φυσικά κανέναν απολύτως (οικονομικό) ενδιαφέρον. Αυτό θα ήταν φαιδρό, θα ήταν παράλογο.

–Μάλιστα βρήκα αναφορές ότι υπήρχε ο πράγματι ο Ακάκιος. Διάβασα ακόμα ότι ζει ακόμα ένας ανιψιός του συνονόματος, επίσης μοναχός …

—Αυτά είναι παραμύθια. Γιατί από το ’15 που έκανε τη γελοιογραφία μέχρι τώρα πάει πάρα πολύ μακριά για να βρούμε τον Ακάκιο. Βεβαίως μπορεί να υπάρχουν πολλοί Ακάκιοι και πολλοί ανιψιοί Ακάκιοι. Δεν σημαίνει αυτό ότι έχει σχέση με το σκίτσο. Αυτό είναι αστείο.

— Το σκίτσο της διαφήμισης με τα μακαρόνια πότε εμφανίστηκε πρώτη φορά;

—Νομίζω γύρω στο ‘30 . Το γράφει και το βιβλίο.Ξέρετε, ο Κουμετάκης ήταν ένας πολύ αξιοπρεπής άνθρωπος.. Τα πρώτα χρόνια στο «ημερολόγιο του Σκώκου» δεν είχε πάρει ποτέ χρήματα. Ήταν άλλης κατηγορίας άνθρωπος, πολύ ρομαντικός, των βιβλίων. Δεν θα κυνηγούσε τη δεκάρα τότε. Ούτε και την φήμη του αργότερα…»

ΠΗΓΕΣ:

corfu-museum.gr
cartoonists.gr
«O σκιτσογράφος Ηλίας Κουμετάκης» («Άγρα»/ Ε.Λ.Ι.Α.,1998),
Cretalive.gr
mymoschato.gr
http://zhtunteanagnostes.blogspot.gr/

 

Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις