Διευκρινίσεις σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις υπαγωγής στη ρύθμιση των 120 δόσεων των επαγγελματιών και επιχειρήσεων με οφειλές από 20.000 έως 50.000 ευρώ δίνει, με εγκύκλιό της, η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων.
Η εγκύκλιος που υπογράφεται από τον διοικητή της ΑΑΔΕ, Γιώργο Πιτσιλή, έχει ως εξής:
Οφειλέτες που πληρούν τις προϋποθέσεις υπαγωγής στη ρύθμιση (ν.4469/2017) με συνολικές οφειλές προς όλους τους πιστωτές που ξεπερνούν το ποσό των είκοσι χιλιάδων ευρώ και δεν υπερβαίνουν το ποσό των πενήντα χιλιάδων ευρώ δύνανται να υπαχθούν στην απλοποιημένη διαδικασία ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω της ιστοσελίδας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους
Β. Τυποποιημένος τρόπος αξιολόγησης βιωσιμότητας
Κατά την απλοποιημένη διαδικασία ρύθμισης οφειλών ο οφειλέτης κρίνεται βιώσιμος, εφόσον πληροί σωρευτικά τα κάτωθι κριτήρια:
α) θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων κατά την τελευταία χρήση ή σε δύο από τις τρεις τελευταίες χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση.
β) ο λόγος μεταξύ των κάτωθι ποσών:
i. του συνόλου των προς ρύθμιση οφειλών προς όλους τους πιστωτές μετά την αφαίρεση αφενός μεν του συνόλου των απαιτήσεων των πιστωτών του ιδιωτικού τομέα από τόκους υπερημερίας, αφετέρου δε ποσοστού ενενήντα πέντε τοις εκατό των απαιτήσεων από αυτοτελή πρόστιμα που δε συμβεβαιώνονται με την κύρια οφειλή και έχουν επιβληθεί από τη Φορολογική Διοίκηση και ποσοστού ογδόντα πέντε τοις εκατό των απαιτήσεων του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης από προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
ii. προς το καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων είναι ίσος ή μικρότερος από οκτώ (8).
Επισημαίνεται ότι για τον υπολογισμό του συνολικού ποσού της περίπτωσης (i) η αφαίρεση ποσών από τις απαιτήσεις του Δημοσίου από αυτοτελή πρόστιμα και προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, κατά τα ανωτέρω, τελεί υπό την επιφύλαξη της παρ. 6 του άρθρου 15του ν.4469/2017, δηλαδή, όταν το ύψος της βασικής βεβαιωμένης οφειλής προς το Δημόσιο, στο οποίο δεν προσμετρώνται τυχόν οφειλές που έχουν ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση σύμφωνα με τους ν. 4152/2013, 4174/2013, 4305/2014 και 4321/2015, των οποίων οι όροι τηρούνται, δεν υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, δεν αφαιρείται κανένα ποσό, ενώ όταν το ύψος της βασικής βεβαιωμένης οφειλής προς το Δημόσιο, στο οποίο δεν προσμετρώνται οι οφειλές υφιστάμενων ρυθμίσεων, κατά τα προαναφερθέντα, υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ αλλά όχι τις είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, αφαιρείται μόνο το ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) από τις προσαυξήσεις ή τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, ενώ δεν αφαιρείται κανένα ποσό βασικής οφειλής από αυτοτελή πρόστιμα.
Ως «καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων» της περίπτωσης (ii) λαμβάνεται υπ′ όψιν το μεγαλύτερο ποσό που προκύπτει από τη σύγκριση μεταξύ του καθαρού αποτελέσματος προ φόρων τόκων και αποσβέσεων της τελευταίας χρήσης και του μέσου όρου των δύο (2) πλέον θετικών καθαρών αποτελεσμάτων προ φόρων τόκων και αποσβέσεων από τις τρεις (3) τελευταίες χρήσεις.
Για τον υπολογισμό των καθαρών αποτελεσμάτων προ φόρων τόκων και αποσβέσεων λαμβάνονται υπ΄ όψιν τα παρακάτω οικονομικά στοιχεία του οφειλέτη:
– Νομικά Πρόσωπα (προέλευση δεδομένων από τα φορολογικά έντυπα Ν και Ε3) Διπλογραφικά βιβλία: Διαφορά ποσών Κωδικών (116-117) (εντύπου Ν) πλέον αθροίσματος ποσών κωδικών (454+452) (εντύπου Ε3)
Απλογραφικά βιβλία: Διαφορά ποσών Κωδικών (116-117) (εντύπου Ν) πλέον αθροίσματος ποσών κωδικών(541+542+543)(Ε3) πλέον αθροίσματος ποσών κωδικών (537+538+539) (εντύπου Ε3)
– Φυσικά Πρόσωπα (προέλευση δεδομένων από το φορολογικό έντυπο Ε3) Διπλογραφικά βιβλία: ’Αθροισμα ποσών Κωδικών (479+454+452)
Απλογραφικά βιβλία: ’Αθροισμα ποσών Κωδικών (563+541+542+543+537+538+539)
Επισημαίνεται ότι κάθε πιστωτής στα πλαίσια της απλοποιημένης διαδικασίας υπαγωγής στις ρυθμίσεις του ν. 4469/2017 διατηρεί το δικαίωμα να προβεί σε εξατομικευμένη αξιολόγηση βιωσιμότητας του οφειλέτη.
Εάν πιστωτής που κατέχει την πλειοψηφία επί του συνόλου των απαιτήσεων εκτιμήσει τον οφειλέτη ως μη βιώσιμο, δεν προτείνεται καμία ρύθμιση οφειλών στο πλαίσιο της απλοποιημένης διαδικασίας, κατά συνέπεια στην περίπτωση αυτή το Δημόσιο οφείλει να απέχει από την πρόταση ρύθμισης και από την υπερψήφιση τυχόν υποβληθείσας.
Γ. Πρόταση τυποποιημένης λύσης
Με την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στην παρούσα απλοποιημένη διαδικασία και μετά τη διαπίστωση απαρτίας, τυχόν αντιπροτάσεις ρύθμισης οφειλών που υποβάλλονται από τους συμμετέχοντες πιστωτές παράγονται με τυποποιημένο τρόπο. Στο σημείο αυτό υπενθυμίζεται η διάταξη του πέμπτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του ν. 4469/2017.
Όταν η συνολική αξία της περιουσίας του οφειλέτη είναι τουλάχιστον είκοσι πέντε (25) φορές μεγαλύτερη από τη συνολική οφειλή (προς όλους τους πιστωτές και χωρίς αφαίρεση οιουδήποτε ποσού) που πρόκειται να ρυθμιστεί στο πλαίσιο της απλοποιημένης διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένου του υπολοίπου οφειλών των υφιστάμενων ρυθμίσεων που έχουν βεβαιωθεί έως και 31/12/2016 και δεν εξαιρούνται από το ν. 4469/2017, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο κεφάλαιο Α της παρούσας, το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης δεν επιτρέπεται να υποβάλλουν προτάσεις αναδιάρθρωσης οφειλών ή να ψηφίζουν υπέρ προτάσεων αναδιάρθρωσης οφειλών άλλων πιστωτών. Διευκρινίζεται ότι για την εφαρμογή του ανωτέρω περιορισμού λαμβάνεται υπ′ όψιν η συνολική αξία της περιουσίας μόνο του οφειλέτη και όχι τυχόν συνοφειλετών που υπέβαλαν την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της ΠΟΛ.1105/2017.
Οι υποβληθείσες προτάσεις αναδιάρθρωσης οφειλών καθώς και οι τυχόν αντιπροτάσεις ρύθμισης οφειλών που υποβάλλονται από τους συμμετέχοντες πιστωτές ψηφίζονται θετικά, εφόσον υπόκεινται στους κανόνες της τυποποιημένης λύσης που ακολουθούν.
Κανόνες τυποποιημένης λύσης
1. Αφαιρούμενα ποσά ανά πιστωτή
α) το σύνολο των τόκων υπερημερίας των πιστωτών του ιδιωτικού τομέα.
β) ποσοστό ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) των απαιτήσεων του Δημοσίου από αυτοτελή πρόστιμα που δεν συμβεβαιώνονται με την κύρια οφειλή και έχουν επιβληθεί από τη Φορολογική Διοίκηση.
γ) ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) των απαιτήσεων του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης από προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
Τα ποσά των ως άνω υποπεριπτώσεων (β) και (γ) αφαιρούνται με την επιφύλαξη της παρ. 6 του άρθρου 15 του Ν. 4469/2017, δηλαδή, όταν το ύψος της βασικής βεβαιωμένης οφειλής προς το Δημόσιο, στο οποίο δεν προσμετρώνται τυχόν οφειλές που έχουν ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση σύμφωνα με τους ν. 4152/2013, 4174/2013, 4305/2014 και 4321/2015, των οποίων οι όροι τηρούνται δεν υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, δεν αφαιρείται κανένα ποσό, ενώ όταν το ύψος της βασικής βεβαιωμένης οφειλής προς το Δημόσιο, στο οποίο δεν προσμετρώνται οι οφειλές υφιστάμενων ρυθμίσεων, κατά τα προαναφερθέντα, υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ αλλά όχι τις είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, αφαιρείται μόνο το ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) από τις προσαυξήσεις ή τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, ενώ δεν αφαιρείται κανένα ποσό βασικής οφειλής από αυτοτελή πρόστιμα.
Τα ποσά που αντιστοιχούν στο πρόστιμο του άρθρου 57 του Κ.Φ.Δ. και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε, ως μη υπολογιζόμενα κατά τη ρύθμιση, αφαιρούνται κατά 100%, κατ′ εφαρμογή του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 8 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017, που εφαρμόζεται συμπληρωματικά βάσει του άρθρου 2 της κοινοποιούμενης απόφασης.
Για το Δημόσιο τα ανωτέρω αφαιρούμενα ποσά προσδιορίζουν το συνολικό ποσό που θα διαγραφεί κατά σειρά παλαιότητας με κριτήριο το χρόνο καταχώρησης της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων (κατ′ εφαρμογή της παραγράφου 7 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017). Π.χ στην περίπτωση οφειλέτη του Δημοσίου με μια βεβαίωση προστίμου ύψους 22.000 ευρώ στην οποία αντιστοιχούν προσαυξήσεις 8.000 ευρώ η συνολική ρυθμιζόμενη απαίτηση του Δημοσίου διαμορφώνεται σε 2.300 ευρώ ( 5%*22000 και 15%*8000).
2. Τρόπος ρύθμισης
Στην περίπτωση που ο οφειλέτης πληροί τα προαναφερόμενα κριτήρια δύναται να ρυθμίσει την οφειλή του σε ισόποσες μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις ως ακολούθως:
α) Ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων στην περίπτωση των θεσμικών πιστωτών (χρηματοδοτικοί φορείς, Δημόσιο, Ε.Φ.Κ.Α.) δεν επιτρέπεται να ξεπερνά τις εκατόν είκοσι (120).
β) Για τους ιδιώτες πιστωτές ο αριθμός των δόσεων δεν επιτρέπεται να ξεπερνά τις είκοσι τέσσερις (24).
γ) Για οφειλές που προέρχονται από συμβάσεις παροχής εργασίας οποιουδήποτε τύπου, ο αριθμός των δόσεων δεν επιτρέπεται να ξεπερνά τις έξι (6).
δ) Αν η βασική οφειλή προς το Δημόσιο ή/και στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, δεν ξεπερνά το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000Euro) ανά πιστωτή δεν προσμετρώνται τυχόν οφειλές που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017, ο αριθμός των δόσεων προς τον εν λόγω πιστωτή δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις τριάντα έξι (36).
ε) Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης που θα προτείνεται δε δύναται να είναι μικρότερο από το ποσό των πενήντα (50) ευρώ ανά πιστωτή.
στ) Για τον υπολογισμό των τοκοχρεωλυτικών δόσεων λαμβάνεται υπόψη επιτόκιο ίσο με το επιτόκιο euribor τριμήνου, προσαυξημένο κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες. Για το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης το επιτόκιο είναι σταθερό με κρίσιμο χρόνο την ημερομηνία υποβολής της αίτησης ρύθμισης. Για τους χρηματοδοτικούς φορείς είναι κυμαινόμενο- αναπροσαρμοζόμενο ανά τρίμηνο με έναρξη την ημερομηνία κατάρτισης της σύμβασης και προσαυξημένο κατά την εισφορά του νόμου 128/1975 στις περιπτώσεις που προγενέστερα είχε συμφωνηθεί ότι η εισφορά αυτή βαρύνει τον οφειλέτη. Για τον υπολογισμό της α′ τοκοχρεωλυτικής μηνιαίας δόσης, το επιτόκιο που χρησιμοποιείται είναι κοινό για όλους τους συμμετέχοντες πιστωτές και είναι το επιτόκιο που ισχύει κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
ζ) Ο αριθμός των δόσεων είναι κοινός για κάθε μία από τις παραπάνω κατηγορίες πιστωτών , εκτός αν αυτό δεν είναι δυνατό λόγω εφαρμογής των περιορισμών των περιπτώσεων (δ) και (ε) του παρόντος.
η) Ο οφειλέτης μπορεί να προτείνει σε όλους τους θεσμικούς πιστωτές τη ρύθμιση της οφειλής του σε δώδεκα (12) ή λιγότερες άτοκες δόσεις.”
θ) Ο τοκοχρεωλυτικός υπολογισμός των δόσεων για το Δημόσιο αφορά στη διαμόρφωση του ποσού των μηνιαίων δόσεων. Η πίστωση των ποσών πραγματοποιείται με τρέχοντα συνεισπραττόμενα.
3. Αριθμός δόσεων ρύθμισης
Ο τελικός αριθμός δόσεων της ρύθμισης εξαρτάται από την ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη. Συγκεκριμένα, αν ποσοστό 2,75% του θετικού καθαρού αποτελέσματος προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων, που υπολογίσθηκε με βάση τη διαδικασία που περιγράφεται στο κεφάλαιο Β της παρούσας, είναι μεγαλύτερο από τη συνολική αρχική μηνιαία δόση, τότε η συνολική προς όλους τους θεσμικούς πιστωτές δόση αναπροσαρμόζεται, ώστε το σύνολο της δόσης προς όλους τους πιστωτές να ισούται με αυτό το ποσό. Τα ποσά των δόσεων αυξάνονται κατά το μέρος του επιπλέον ποσού που αντιστοιχεί στο ποσοστό συμμετοχής κάθε θεσμικού πιστωτή στο συνολικό ποσό των απαιτήσεων όλων των θεσμικών πιστωτών (κατόπιν αφαίρεσης των ποσών που ορίζονται στο κεφάλαιο Γ 1 της παρούσας), δηλαδή συμμέτρως, όπως ορίζεται στην περίπτωση (στ) της παραγράφου 1 του άρθρου 4 της κοινοποιούμενης απόφασης. Ο αριθμός των δόσεων ρύθμισης των απαιτήσεων εκάστου εκ των θεσμικών πιστωτών μειώνεται
(καταλήγοντας ενδεχομένως σε διαφορετικό τελικό πλήθος δόσεων για τον καθένα) κατά τρόπο που το σχήμα των μηνιαίων καταβολών να αντιστοιχεί σε παρούσα αξία ίση με την απομειωμένη απαίτησή τους.
Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, στην παρούσα απλοποιημένη διαδικασία, λόγω του ειδικού κανόνα που εισάγεται με την περίπτωση (στ) της παραγράφου 1 του άρθρου 4 της κοινοποιούμενης απόφασης, για τον τελικό καθορισμό του αριθμού των δόσεων λαμβάνεται υπ′ όψιν η ικανότητα αποπληρωμής μόνο του οφειλέτη και όχι των συνοφειλετών που έχουν τυχόν συνυποβάλει την αίτηση από κοινού με αυτόν, σε αντίθεση με τα ισχύοντα στην τακτική διαδικασία του ν. 4469/2017.
Περαιτέρω, το τελικό πλήθος δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος της λύσης ως προς η(=πλήθος δόσεων=24,3119) του τύπου της ΠΑ, το οποίο σε περίπτωση ύπαρξης δεκαδικών προσαυξάνεται κατά μία (1) δόση. Το ποσό της τελευταίας (25ης) δόσης ισούται με το ποσό της τελικής Α′ τοκοχρεωλυτικής δόσης (=129,57Euro, Στήλη 8) επί το δεκαδικό μέρος του n (= 0,3119) και διαμορφώνεται σε 40.41Euro. Από τα παραπάνω διαφαίνεται ότι στην περίπτωση που ακολουθείται η διαδικασία της σύμμετρης διανομής και της μείωσης του αρχικού πλήθους των δόσεων βάσει του ποσού της τελικής Α′ δόσης, ενδέχεται η τελευταία δόση της ρύθμισης να είναι μικρότερη από τις υπόλοιπες.
4. Υφιστάμενες ρυθμίσεις
Εφόσον υφίστανται βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση οφειλές που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής κατά τις διατάξεις του ν.4152/2013, του άρθρου 43 του ν. 4174/2013, του άρθρου 51 του ν. 4305/2014 και των άρθρων 1 έως 17 του ν. 4321/2015, των οποίων οι όροι τηρούνται, οι ρυθμίσεις αυτές, όπως έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία έγκρισης της σύμβασης αναδιάρθρωσης και κατά το μέρος που αφορούν οφειλές που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4469/2017 (δηλαδή έχουν βεβαιωθεί έως και 31/12/2016 και δεν εξαιρούνται από τον νόμο) εντάσσονται στη σύμβαση κατά το μέρος που αφορά στον αριθμό και το ύψος των ανεξόφλητων δόσεων, χωρίς να υφίσταται εν προκειμένω δυνατότητα αύξησης ή μείωσης του αριθμού των δόσεων, καθώς στην απλοποιημένη διαδικασία δεν υφίσταται πεδίο εφαρμογής του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017.
Ακολούθως, επισημαίνεται ότι σε περίπτωση υφιστάμενων ρυθμίσεων, στο υπόλοιπο οφειλών που έχουν υπαχθεί σε αυτές και εντάσσονται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης, κατά τα ανωτέρω, δεν λαμβάνει χώρα καμία επιπλέον διαγραφή, όπως ακριβώς ισχύει και στις συμβάσεις που συνάπτονται κατά την τακτική διαδικασία του ν. 4469/2017.
Η δόση τυχόν υφιστάμενης ρύθμισης περιλαμβάνεται στο ποσό της πρώτης αρχικής τοκοχρεωλυτικής δόσης που συγκρίνεται με το 2,75% του θετικού καθαρού αποτελέσματος προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων, όπως υπολογίσθηκε με τη διαδικασία που περιγράφεται στο κεφάλαιο Β της παρούσας. Ομοίως, οι συνολικές απαιτήσεις βάσει των οποίων γίνεται η σύμμετρη διανομή περιλαμβάνουν τις απαιτήσεις που αντιστοιχούν στις υφιστάμενες ρυθμίσεις και έχουν ενταχθεί στη σύμβαση, κατά τα ανωτέρω, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από τη σχετική διάταξη της περίπτωσης (στ) της παραγράφου 1 του άρθρου 4 της κοινοποιούμενης απόφασης, κριτήριο της σύμμετρης διανομής είναι η συνολική απαίτηση κάθε θεσμικού πιστωτή που έχει ενταχθεί στη σύμβαση (κατόπιν αφαίρεσης των ποσών που ορίζονται στο κεφάλαιο Γ 1 της παρούσας).
Δ. Συμπληρωματική εφαρμογή διατάξεων
Διευκρινίζεται ότι οι ειδικοί κανόνες που θεσπίζονται με την κοινοποιούμενη απόφαση και εκτίθενται στα κεφάλαια Β και Γ της παρούσας αφορούν στην αξιολόγηση της βιωσιμότητας του οφειλέτη, στη διαμόρφωση των τυποποιημένων λύσεων ρύθμισης των οφειλών του και στην υπερψήφιση ή μη αυτών από το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Κατά τα λοιπά, όπως ήδη αναφέρθηκε στο κεφάλαιο Α της παρούσας και προκύπτει από το άρθρο 2 της κοινοποιούμενης απόφασης, έχουν συμπληρωματική εφαρμογή οι ουσιαστικές και διαδικαστικές διατάξεις του ν.4469/2017, που ισχύουν και στην τακτική διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών. Από τα ανωτέρω συνάγεται, μεταξύ άλλων ότι:
α) σε περίπτωση μη συμμετοχής του Δημοσίου στη διαδικασία διαπραγμάτευσης ή καταψήφισης της πρότασης ρύθμισης που εγκρίθηκε από την πλειοψηφία των συμμετεχόντων πιστωτών (π.χ. λόγω μη τήρησης των κανόνων διαμόρφωσης τυποποιημένης λύσης ρύθμισης ή ύπαρξης περιουσίας του οφειλέτη συνολικής αξίας που υπερβαίνει το 25πλάσιο της συνολικής οφειλής προς ρύθμιση), η υπογραφείσα σύμβαση δεν καθίσταται δεσμευτική για το Δημόσιο με την υπογραφή της, αλλά απαιτείται δικαστική επικύρωση αυτής. Στην περίπτωση αυτή το Δημόσιο δύναται να ασκήσει, δια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, κύρια παρέμβαση στη δίκη προς απόρριψη της αίτησης επικύρωσης, με επίκληση των νόμιμων λόγων για τους οποίους δεν υπερψήφισε την υπογραφείσα συμφωνία.
β) και στη ρύθμιση οφειλών κατά την απλοποιημένη διαδικασία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 4 («συμψηφισμός»), 5 («αποδεικτικό ενημερότητας») και 6 («αναστολή αναγκαστικών μέτρων») της ΠΟΛ.1105/2017 καθώς και της παραγράφου 9 του άρθρου 12 (περί αναστολής παραγραφής), του άρθρου 14 («συνέπειες μη τήρησης της συμφωνίας-ανατροπή ή ακύρωση») και της περίπτωσης β της παραγράφου 11 του άρθρου 15 (περί αναστολής ποινικής δίωξης») του ν. 4469/2017.
Ε. Εφαρμογή της τακτικής διαδικασίας ν.4469/2017
Σε περιπτώσεις που:
> ο οφειλέτης δεν πληροί τα κριτήρια του τυποποιημένου τρόπου αξιολόγησης βιωσιμότητας, προκειμένου να κριθεί βιώσιμος ή/και
> η πρόταση τυποποιημένης λύσης δεν γίνεται δεκτή από τον οφειλέτη ή/και
> η πλειοψηφία των πιστωτών υποβάλλει αντιπροτάσεις διαφορετικές σε σχέση με την πρόταση τυποποιημένης λύσης, εφαρμόζεται η τακτική διαδικασία εξωδικαστικού μηχανισμού, όπως αυτή περιγράφεται στην παρ. 6 του άρθρου 8 του Ν. 4469/2017 και στην υπ′ αριθ.116821/25.10.2017 Κ.Υ.Α. (ΦΕΚ 3909/Β‘/06-11-2017) «Λειτουργικές Προδιαγραφές της ηλεκτρονικής πλατφόρμας Εξωδικαστικού Μηχανισμού Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων ν.4469/2017 (ΦΕΚ Α’ 62).»
Στο πλαίσιο της τακτικής διαδικασίας, ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα να υποβάλει μία διαφορετική πρόταση αναδιάρθρωσης οφειλών και να προσκομίσει μελέτη προς απόδειξη της βιωσιμότητας της επιχείρησης.
ΣΤ. Αρμόδια Όργανα
Αρμόδια όργανα για την εκπροσώπηση της Φορολογικής Διοίκησης στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών, τη σύναψη σύμβασης αναδιάρθρωσης, την παρακολούθηση των όρων της, την ανατροπή αυτής και τη γνωστοποίηση ανατροπής αυτής στους λοιπούς πιστωτές είναι αυτά που ορίζονται στις διατάξεις της υπ′ αριθ. Δ. ΟΡΓ. Α 1115805 ΕΞ 2017 Απόφαση του Διοικητή Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β′ 2743/4-8-2017) «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και εξουσιοδότηση υπογραφής ”Με εντολή Διοικητή” σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης», όπως εκάστοτε ισχύει. Τα αρμόδια όργανα οφείλουν να μεριμνούν για την τήρηση αντιγράφου της σύμβασης αναδιάρθρωσης στο φάκελο της υπόθεσης.
Ζ. Χρονικό πεδίο εφαρμογής
Σύμφωνα με το άρθρο 6 της κοινοποιούμενης Κ.Υ.Α., οι διατάξεις αυτής ισχύουν από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (29/11/2017) και καταλαμβάνουν και τις εκκρεμείς αιτήσεις από το στάδιο στο οποίο αυτές βρίσκονται.
(με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ)