Όπως έγινε δεκτό με την απόφαση 4804/2017 του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (Τμήμα 19ο), τα δάση και οι δασικές εκτάσεις δεν απαλλάσσονται από τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ), σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε στους προηγούμενους νόμους φορολόγησης ακινήτων, με τους οποίους προβλεπόταν ρητά μερική ή ολική απαλλαγή τους από τον σχετικό φόρο.
Ναι μεν κατά την απόφαση με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του ν. 4223/2013 προβλέπεται απαλλαγή από τον ΕΝΦΙΑ, όταν υφίσταται απαγόρευση οποιασδήποτε χρήσεως του ακινήτου, σύμφωνα με τον ισχύοντα πολεοδομικό σχεδιασμό, ωστόσο ο όρος «υπάρχων πολεοδομικός σχεδιασμός», όπως αναφέρεται στον ν. 4223/2013, δεν αφορά δάση, δασικές και αναδασωτέες εκτάσεις, διότι αν και στο πολεοδομικό δίκαιο δεν δίδεται ρητός ορισμός του όρου του «υπάρχοντος πολεοδομικού σχεδιασμού», ο ως άνω όρος αναφέρεται σε κάθε περίπτωση στον σχεδιασμό με τον οποίο καθορίζονται κανόνες για τη χρήση, τη δόμηση και εν γένει εκμετάλλευση του εδάφους στον αστικό, περιαστικό και μη αστικό χώρο, σε επίπεδο οικισμού, πόλεως ή πολεοδομικού συγκροτήματος, με εργαλεία τα Ρυθμιστικά Σχέδια, το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΓΠΣ) και το Σχέδιο Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης (ΣΧΟΟΑΠ), στον δε πολεοδομικό σχεδιασμό δεν περιλαμβάνονται τα δάση, οι δασικές και αναδασωτέες εκτάσεις.
Δημιουργείται ωστόσο εύλογα ο προβληματισμός, μολονότι τούτο δεν προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 3 (Απαλλαγές από τον ΕΝΦΙΑ) του ν. 4223/2013 «Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων και άλλες διατάξεις» (Α΄ 287/31.12.2013), αν τα δάση, οι δασικές και αναδασωτέες εκτάσεις θα έπρεπε, όσον αφορά τη δυνατότητα απαλλαγής τους από τον ΕΝΦΙΑ, να αντιμετωπίζονται πρωτίστως ως κατ΄ εξοχήν στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος, των οποίων προέχει η συνταγματικά και νομοθετικά κατοχυρωμένη προστασία, διατήρηση και αειφόρος διαχείριση έναντι οποιασδήποτε μορφής οικονομικής εκμετάλλευσής τους, θεώρηση η οποία είναι ασυμβίβαστη με την υπαγωγή των δασών, των δασικών και αναδασωτέων εκτάσεων στο καθεστώς του ΕΝΦΙΑ.