Διαπραγματευτική στροφή επιχειρεί η κυβέρνηση, μετά τις άγονες συναντήσεις Τσακαλώτου – Χουλιαράκη στην έδρα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Ουάσιγκτον. Αφού η κυβέρνηση δεν κατάφερε με το υπερπλεόνασμα που «έχτισε» για το 2017 (7,5 δισ. ευρώ ή 4,2% του ΑΕΠ με τους όρους του Μνημονίου) να αποστομώσει το ΔΝΤ για να μην επιμείνει στη λήψη πρόσθετων μέτρων από το 2019, επιχειρεί τώρα να το αξιοποιήσει σαν απειλή προς το Ταμείο για να κάνει υποχωρήσεις, προβάλλοντας ότι δεν έχει ανάγκη τη στήριξή του για να βγει η Ελλάδα στις αγορές.
Του Κωστή Πλάντζου
Αυτό έγινε ξεκάθαρο από την ώρα που ο Πρωθυπουργός είπε χθες πως «δεν είναι το τέλος του κόσμου» αν δεν μπει το ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Το πολιτικό πρόβλημα της κυβέρνησης είναι πως εάν δεν μπορέσει να κεφαλαιοποιήσει διαπραγματευτικά τις τεράστιες θυσίες στις οποίες υπέβαλε τον λαό, το υπερπλεόνασμα και οι θυσίες του 2017 θα αποδειχθεί πως ήταν αχρείαστες.
«Μπορούμε και χωρίς το ΔΝΤ»
Κορυφαίο στέλεχος του οικονομικού επιτελείου που δίνει το στίγμα της πολιτικής της κυβέρνησης, έστελνε μιλώντας στο newmoney.gr το δικό του μήνυμα προς το ΔΝΤ: «Σε μια χώρα με ιστορικά αδύναμους δημοσιονομικούς θεσμούς και μία οικονομία που μέχρι το 2016-2017 χαρακτηριζόταν από υψηλή αβεβαιότητα, το να πετυχαίνεις και να υπερβαίνεις τους στόχους σου όταν κανείς δεν το περιμένει, πείθει πως η χώρα γυρίζει σελίδα, εμπεδώνει την εμπιστοσύνη και επιτρέπει την ασφαλή έξοδο στις αγορές. Έτσι πέφτουν οι αποδόσεις των ομολόγων και όχι με φωνές και παράπονα» τόνιζε.
Διαμηνύει δηλαδή στο ΔΝΤ ότι με τέτοιο υπερπλεόνασμα, δεν χρειάζεται η κυβέρνηση να παρακαλά το Ταμείο να βάλει την «υπογραφή» του στην έξοδο της Ελλάδας από το 3ο Μνημόνιο.
Ανάλογα μηνύματα απαξίωσης της συμμετοχής του ΔΝΤ έστειλε χθες και ο υπουργός Οικονομικών κύριος Ευκλείδης Τσακαλώτος, λέγοντας προς την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ ότι «είναι σειρά του Ταμείου, τρία χρόνια μετά την υπογραφή της σύμβασης να αποφασίσει τι θα κάνει» και εκφράζοντας τη βεβαιότητά του πως μετά την αναγνώριση των λαθών από την πλευρά του ΔΝΤ, θα σταματήσει να ζητά την εφαρμογή των μέτρων (για τις συντάξεις και το αφορολόγητο) νωρίτερα.
Αχρείαστη υπερ-λιτότητα
Οι «ασκήσεις θάρρους» για καθαρή έξοδο χωρίς το ΔΝΤ είχαν ξεκινήσει λίγες ώρες νωρίτερα χθες, από τον ίδιο πρωθυπουργό. Όπως ανέφερε, για να «ακυρώσει» διαπραγματευτικά το ΔΝΤ, «δεν θεωρούμε ότι η μη συμμετοχή του στο τρίτο πρόγραμμα είναι το τέλος του κόσμου. Ούτε πιστεύουμε ότι η αξιοπιστία της καθαρής εξόδου εξαρτάται από τη συμμετοχή του ή όχι».
Ουσιαστικά όμως ο πρωθυπουργός «ακύρωνε» έτσι και την αξία του υπερπλεονάσματος ως το «ανάχωμα» το οποίο, όπως θεωρούσε η κυβέρνηση, θα έπειθε το ΔΝΤ να μην ζητάει πρόσθετα μέτρα. Και αυτό γιατί προ ημερών ο Πόουλ Τόμσεν από την Ουάσιγκτον «άδειασε» την κυβέρνηση για τα πλεονάσματα, λέγοντας πως δεν έχει σημασία αν έπιασε τους στόχους η χώρα, αλλά αν αυτό έγινε με διατηρήσιμο και φιλικό για την Ανάπτυξη τρόπο.
Ωστόσο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ήταν και παραμένει ο μόνος σταθερός σύμμαχος της κυβέρνησης που ζητά δραστική ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Ο πρωθυπουργός έδειξε πως για πρώτη φορά επί των ημερών του, το ΔΝΤ αρχίζει να υπαγορεύει τόσο απαιτητικά τους όρους για να μπει στο πρόγραμμα. Για να μην ζήσει αυτό που έζησαν όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις, το απειλεί -με όπλο τα υπερπλεονάσματα- ότι η κυβέρνηση σχεδιάζει έξοδο στις αγορές και από τα Μνημόνια, ακόμα και χωρίς την υπογραφή του. Με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τις αγορές ομολόγων και το κόστος δανεισμού της χώρας.
Μπούμερανγκ το υπερπλεόνασμα…
Στην πράξη, όπως φαίνεται ως τώρα τουλάχιστον, το υπερπλεόνασμα όχι μόνον δεν στάθηκε «ανάχωμα» στις πιέσεις των δανειστών, αλλά τελικώς κατάφερε να ανοίξει την όρεξή τους και για διπλάσια μέτρα το 2019!
Ο Επίτροπος Μοσκοβισί ανακοίνωσε πρώτος πως το πρωτογενές πλεόνασμα στην Ελλάδα έφτασε το 2017 –με βάση το Μνημόνιο- στο 4,2% του ΑΕΠ. Αυτό μεταφράζεται σε περίπου 7,5 δισ. ευρώ (πρώτες εκτιμήσεις). Ο στόχος στο Μνημόνιο για το 2017, μετά την σκληρή διαπραγμάτευση της κυβέρνησης το 2015, είχε μειωθεί στα 3 δισ. ευρώ (1,75% του ΑΕΠ). Δηλαδή η κυβέρνηση υπέβαλε την χώρα σε υπερδιπλάσια λιτότητα (4,5 δισ. ευρώ επιπλέον) από όσο απαιτούσε το Μνημόνιο.
Το υπουργείο Οικονομικών μάλιστα εξέδωσε και ανακοίνωση, τονίζοντας ότι «τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι είναι εφικτός ο στόχος πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ για το 2018 και τα επόμενα χρόνια».
Ενώ όμως έως το 2016 ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ ακολουθούσαν την «γραμμή» (εντός και εκτός συνόρων) πως πρέπει να μειωθούν οι απαιτήσεις των δανειστών και πως ήταν αδύνατον να επιτευχθούν υψηλά πλεονάσματα από κατεστραμμένη χώρα, πλέον η κυβέρνηση πανηγυρίζει επειδή πέτυχε υπερδιπλάσιο πλεόνασμα κι από όσο απαιτούσε το Μνημόνιο, ενώ δεσμεύεται και ότι θα συνεχίσει με τους ίδιους ρυθμούς και τα επόμενα χρόνια.
Πλεόνασμα φτώχειας
Στην πραγματικότητα μάλιστα, για να πετύχει τον στόχο της η κυβέρνηση, το 2017 υπέβαλε την χώρα σε …τριπλάσια λιτότητα από όση είχε συμφωνηθεί!! Και αυτό γιατί μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου είχε συσσωρευθεί πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 5% αντί 1,75% του ΑΕΠ ή –σε απόλυτους αριθμούς- 8,75 δισεκατομμυρίων ευρώ , αντί μόλις 3 δισ. ευρώ! Μόνον τις τελευταίες μέρες του 2017 επέστρεψε σαν «κοινωνικό μέρισμα» περί τα 1,25 δισ. ευρώ (0,7% του ΑΕΠ), εκ των οποίων μεγάλο μέρος ήταν παράνομες κρατήσεις εισφορών Υγείας στους συνταξιούχους.
Είναι χαρακτηριστικό όμως και ότι αυτά τα «χρωστούμενα» 320 εκατ. ευρώ της πενταετίας 2012-2016 που επέστρεψε σε 1 εκατομμύριο συνταξιούχους, δεν τα απάλλαξε από τον φόρο όπως τους «μποναμάδες» που μοίρασε. Το δημόσιο τα επέστρεψε άτοκα και τα έβαλε στα ΑΤΜ χωρίς να αποδώσει αναλυτικό λογαριασμό στους δικαιούχους. Ακόμα χειρότερα, τα έβαλε να φορολογηθούν όλα μαζεμένα σαν εισοδήματα του 2017 (εμφανίζονται προσυμπληρωμένα στο Ε1) αυξάνοντας τον φόρο που καλούνται να πληρώσουν οι δικαιούχοι για τα λεφτά που στερήθηκαν επί μια εξαετία.
Για να μην πληρώσουν άδικα φόρους, η ΑΑΔΕ έδωσε την δυνατότητα στου συνταξιούχους να καταθέσουν χωρίς πρόστιμο αναδρομικές δηλώσεις για να φορολογηθούν λίγα-λίγα κάθε έτος από το 2012 και μετά, αξιοποιώντας και το υψηλότερο αφορολόγητο ή τις φοροαπαλλαγές που ίσχυαν πριν περικοπούν το 2015. Αλλά και έτσι πάλι δεν θα γλιτώσουν κόπο και έξοδα, αφού θα πρέπει ακόμα και να μετακινηθούν από νησί σε νησί για να καταθέσουν αυτοπροσώπως τροποποιητικές δηλώσεις στην ΔΟΥ.
Αλλά και για όλες τις άλλες (επίσημες) οφειλές του Κράτους, που τον Φεβρουάριο άγγιζαν τα 3,4 δισ. ευρώ, πλήρωσε μόλις 85 εκατ. ευρώ σε ένα μήνα. Και αυτό γιατί, αν και διατηρούσε περίσσιο υπερ-πλεόνασμα 4,5 δισ. ευρώ στα ταμεία της έως και ένα μήνα πριν, από τον Ιανουάριο άρχισε να «χτίζει» και νέο πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ για το 2018. Όσο για τις «αφανείς» οφειλές (διπλές και τριπλές ασφαλιστικές κρατήσεις από τον ΕΦΚΑ, αναδρομικά με αποφάσεις δικαστηρίων κλπ) αυτές η κυβέρνηση τις συνυπολογίζει ακόμα στο «πλεόνασμα», αν και σύντομα θα πρέπει πλέον και να τις διακόψει, αλλά και να τις επιστρέψει.