Πιστώνονται σήμερα, Πέμπτη 8 Οκτωβρίου, στους λογαριασμούς 7.500 συνταξιούχων χηρείας η αύξηση της σύνταξης από το 50% στο 70% και τα αναδρομικά από την αύξηση, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του Dikaiologitika News.
Γράφει η
Ειδικότερα, πρόκειται για συντάξεις χηρείας που εκκρεμούσε η αύξηση από το 50% στο 70% και αφορά αναδρομικά από το Μάιο του 2019 μέχρι τον Απρίλιο 2020 καθώς και εκκρεμών αιτήσεων για σύνταξη χηρείας από το 2017 και μετά.
Αναλυτικότερα, ετοιμάστηκε ένα νέο λογισμικό σύμφωνα με το οποίο επανυπολογίστηκαν οι συντάξεις για να καταβληθεί η διαφορά σε όσες χήρες δεν την έχουν πάρει. Έτσι, μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου δεν θα υπάρχει καμία εκκρεμής αίτηση για σύνταξη χηρείας αφού μπαίνουν στο σύστημα ΑΤΛΑΣ όλες οι εκκρεμείς συντάξεις χηρείας και αγροτών. Το νέο σύστημα ΑΤΛΑΣ στην πλήρη απόδοσή του στο τέλος του χρόνου θα απονείμει σε αυτές τις δύο κατηγορίες 4.000 συντάξεις το μήνα.
Αναφερόμενος, μάλιστα στις εκκρεμείς συντάξεις χηρείας, ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Γιάννης Βρούτσης είχε ανακοινώσει ότι περίπου 7.500 συντάξεις χηρείας, για τις οποίες λόγω βλάβης ή απουσίας λογισμικού δινόταν το 50% και όχι το 70%, θα γίνει πραγματικότητα και θα πάρουν το 70%.
Έτσι, αποκαθίσταται αυτή η αδικία και θα πάρουν οι δικαιούχοι μαζί και τα αναδρομικά. Μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου λοιπόν, αποκαθίσταται για 7.500 περιπτώσεις συντάξεων χηρείας το θέμα της μειωμένης σύνταξης 50% και γίνεται 70%.
Η δεύτερη κατηγορία αφορά στις περιπτώσεις χηρείας εκκρεμών συντάξεων πριν από τη λειτουργία του “ΑΤΛΑΣ”. Γι’ αυτές γίνεται προσπάθεια ώστε μέχρι τέλος Οκτωβρίου να μπουν στο ΑΤΛΑΣ και μέχρι τότε να είναι όλες ψηφιακά.
Σύνταξη λόγω θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου δικαιούνται:
1. Ο επιζών σύζυγος/έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης.
2. Τα τέκνα του θανόντος ασφαλισμένου.
3. Ο διαζευγμένος σύζυγος.
Μάλιστα, με τις αλλαγές που επήλθαν τον Μάιο του 2019, από 17/5/2019 ο επιζών σύζυγος/έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης συνεχίζει να λαμβάνει τη σύνταξη λόγω θανάτου ανεξάρτητα από την ηλικία του, μετά την πρώτη τριετία από την αρχική χορήγησή της. Ακόμη προβλέπεται πλέον η 3ετία ως ελάχιστη διάρκεια γάμου/συμφώνου συμβίωσης, για την αναγνώριση δικαιώματος συνταξιοδότησης σε επιζώντα σύζυγο ή στο έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης.
Παράλληλα πλέον, η σύνταξη εξακολουθεί να καταβάλλεται στα τέκνα και μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους μόνο στην περίπτωση που κατά τον χρόνο του θανάτου του συνταξιούχου ή του ασφαλισμένου είναι άγαμα και ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία, εφόσον η ανικανότητά τους επήλθε πριν από τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους.
Το ποσό της σύνταξης των δικαιούχων υπολογίζεται επί του ποσού της σύνταξης που δικαιούται ή έχει δικαιωθεί ο θανών επιμεριζόμενο ως εξής:
– Σύζυγος/έτερο μέρος συμφώνου συμβίωσης δικαιούται το 70% επί του ποσού της σύνταξης, το οποίο δικαιούνταν ή έχει χορηγηθεί στον σύζυγο που απεβίωσε.
– Σε περίπτωση που πέραν του χήρου επιζώντος συζύγου υπάρχει και διαζευγμένος σύζυγος δικαιούμενος και αυτός σύνταξη λόγω θανάτου, τότε το 70% της σύνταξης επιμερίζεται σε ποσοστό 75% για τον χήρο και 25% για τον διαζευγμένο. Για κάθε δε επιπλέον έτος έγγαμου βίου του διαζευγμένου, πέραν του 10ου και μέχρι και του 35ου, η σύνταξη του διαζευγμένου αυξάνεται κατά 1% και μειώνεται αναλόγως κατά 1% η σύνταξη του χήρου, και σε περίπτωση διάρκειας του έγγαμου βίου του διαζευγμένου πέραν των 35 ετών, η σύνταξη λόγω θανάτου επιμερίζεται κατά ποσοστό 50% στον καθένα.
Σε περίπτωση που ο γάμος πραγματοποιήθηκε μετά την απονομή σύνταξης γήρατος στον θανόντα και η διαφορά ηλικίας μεταξύ του αποβιώσαντος και του επιζώντος συζύγου, αφού αφαιρεθεί το διάστημα του γάμου τους, είναι μεγαλύτερη από 10 έτη, τότε το ποσό της σύνταξης που δικαιούται ο επιζών σύζυγος μειώνεται ως ακολούθως:
• Κατά 1% για κάθε πλήρες έτος διαφοράς για τα έτη από το 10ο έως και το 20ό.
• Κατά 2% για κάθε πλήρες έτος διαφοράς για τα έτη από το 21ο έως και το 25ο.
• Κατά 3% για κάθε πλήρες έτος διαφοράς για τα έτη από το 26ο έως και το 30ό.
• Κατά 4% για κάθε πλήρες έτος διαφοράς για τα έτη από το 31ο έως και το 35ο.
• Κατά 5% για κάθε πλήρες έτος διαφοράς για τα έτη από το 36ο και άνω.
Ο επιζών σύζυγος/έτερο μέρος συμφώνου συμβίωσης/διαζευγμένος δικαιούται από την πρώτη του επομένου του θανάτου μήνα για μια τριετία ολόκληρη τη σύνταξη που έχει υπολογιστεί. Ως κατώτατο ποσό σύνταξης λόγω θανάτου ορίζεται το πλήρες ποσό της εθνικής σύνταξης του άρθρου 7 του Ν. 4387/2016 για είκοσι (20) χρόνια ασφάλισης, δηλαδή το ποσό των 384,00 ευρώ.
Εάν ο θανών είχε λιγότερα από είκοσι (20) χρόνια ασφάλισης, το ποσό των 384,00 ευρώ μειώνεται κατά 1,25% για κάθε έτος που υπολείπεται των είκοσι (20) ετών και μέχρι τα δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης. Εάν ο χρόνος ασφάλισης του θανόντα είναι μικρότερος των δεκαπέντε (15), ετών χορηγείται ως κατώτατο ποσό τα 360 ευρώ, που αντιστοιχεί στα δεκαπέντε (15) χρόνια ασφάλισης.
Συνεπώς, το κατώτατο ποσό σύνταξης λόγω θανάτου ανάλογα με τον χρόνο ασφάλισης διαμορφώνεται ως εξής:
Μέχρι και 15 έτη ασφάλισης: 360 ευρώ
Για 16 έτη ασφάλισης: 364,80 ευρώ
Για 17 έτη ασφάλισης: 369,60 ευρώ
Για 18 έτη ασφάλισης: 374,40 ευρώ
Για 19 έτη ασφάλισης: 379,20 ευρώ
Για 20 έτη ασφάλισης και άνω: 384,00 ευρώ.
Για να εξευρεθεί ο χρόνος ασφάλισης από τον οποίο και συναρτάται το κατώτατο ποσό, λαμβάνεται υπόψη μόνο κάθε πλήρες έτος ασφάλισης που είχε πραγματοποιήσει ο θανών.