«… Το ερώτημα που θέτει πολύς κόσμος, γιατί πεύκη και όχι κάποιο άλλο δέντρο, είναι ένα απλοϊκό ερώτημα και έχει την απάντηση του: Το είδος αυτό είναι προσαρμοσμένο στις δικές μας συνθήκες […] Στην Πορτογαλία όπου άλλαξαν τα πεύκα με ευκαλύπτους, η κατάσταση έχει γίνει πολύ χειρότερη, καθώς οι ευκάλυπτοι πετάνε τρομακτικές κάφτρες και μάλιστα πάρα πολύ μακριά, ακόμη και σε απόσταση 10 χλμ.».
Ο δρ Γαβριήλ Ξανθόπουλος, δασολόγος με ειδίκευση στις δασικές πυρκαγιές και ερευνητής στο Ινστιτούτο Μεσογειακών και Δασικών Οικοσυστημάτων εξηγεί στοTvxs πως δημιουργείται ένα φυσικό τείχος προστασίας που μπορεί να λειτουργήσει ως αντιπυρική ζώνη και τι συνέβη στη Λεωφόρο Μαραθώνος.
– Η Ανατολική Αττική, μία περιοχή κατεξοχήν πευκόφυτη, είναι 30 χρόνια στο έλεος των πυρκαγιών (… Αυλώνας 1992, Σταμάτα – Μαραθώνας 1993, Πεντέλη 1995, Πάρνηθα 2007, Γραμματικό 2009 κλπ). Οι αναδασώσεις ωστόσο, περιλαμβάνουν πάντα και τα εύφλεκτα πεύκα.
Στην Πεντέλη για παράδειγμα, εκπονήθηκε μία μελέτη αμέσως μετά τη φωτιά, βρέθηκαν τα μέρη που ήταν διπλοκαμένα -που ήταν πολύ μικρή έκταση συνολικά- και αποφασίστηκε ότι πρέπει να γίνει αναδάσωση. Στην αναδάσωση προτείνονται και είδη που δεν προϋπάρχουν. Η βάση είναι η χαλέπιος πεύκη, η οποία αποτελεί βασική βλάστηση της περιοχής, αλλά από κει πέρα, προστίθενται και άλλα είδη προκειμένου να εμπλουτιστεί, να μην είναι μονοκαλλιέργεια χαλεπίου πεύκης.
– Η χαλέπιος πεύκη είναι το κοινό πεύκο που όλοι γνωρίζουμε.
Ναι, αυτό που υπάρχει στην Αττική. Και αυτή που προαναφέραμε είναι η βασική προσέγγιση. Μετά το 1998 η Πεντέλη κάηκε ξανά, οπότε χρειαζόταν όλη αναδάσωση, καθώς πλέον δεν υπήρχε σπόρος για τη χαλέπιο πεύκη -δεν προλαβαίνει σε τρία χρόνια να ξαναβγάλει σπόρο. Δυστυχώς, ενώ έγιναν προσπάθειες για καινούργιες αναδασώσεις, το 2000, το 2001, το 2007 είχαμε ξανά φωτιές και στο τέλος του 2009 ξανακάηκε ολόκληρη (από τη φωτιά που ξεκίνησε από το Σέσι Γραμματικού). Οπότε η Πεντέλη είναι πολύ δύσκολο να γίνει ξανά πράσινη -θα ξαναπρασινίσει αλλά μέσα από τους θάμνους και ίσως, είμαστε τυχεροί να δούμε πεύκα ή, όποιο άλλο είδος.
– Πόσο εύφλεκτα είναι τελικά τα πεύκα και οι κουκουναριές;
Η χαλέπιος πεύκη δεν είναι η κουκουναριά. Η κουκουναριά είναι στη Σκιάθο και στην παραλία της Ηλείας, βόρεια από τη Ζαχάρω και ούτω καθεξής, καθώς θέλει αμμώδη εδάφη. Η χαλέπιος πεύκη, το κοινό πεύκο της κάτω ζώνης -γιατί υπάρχουν και άλλα πεύκα σε μεγαλύτερο υψόμετρο, όπως η μαύρη πεύκη- είναι ένα εύφλεκτο είδος, όχι ωστόσο από μόνη της αλλά σε συνδυασμό με το φυσικό υπόροφο, την πευκοβελόνα κλπ. Αυτό την καθιστά εύφλεκτη, ο συνδυασμός. Δεν είναι το απόλυτα χειρότερο. Παραδείγματος χάριν, στην Πορτογαλία όπου άλλαξαν τα πεύκα με ευκαλύπτους, η κατάσταση έχει γίνει πολύ χειρότερη, καθώς οι ευκάλυπτοι πετάνε τρομακτικές κάφτρες και μάλιστα πάρα πολύ μακριά, ακόμη και σε απόσταση 10 χλμ. Κι αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην μπορούν οι πυροσβέστες να μείνουν μπροστά, αφού δεν ξέρουν σε ποιο σημείο θα βρεθεί ξαφνικά πίσω τους η φωτιά. Άλλο να σου βγει η φωτιά 100 μ. πίσω και να μπορείς να την αντιμετωπίσεις και άλλο να είναι στα 500 μ. και στα 2 χλμ. Συνεπώς, το ερώτημα που θέτει πολύς κόσμος, γιατί βάζουμε πεύκη και όχι κάποιο άλλο δέντρο, είναι ένα απλοϊκό ερώτημα και έχει την απάντηση του: Το είδος αυτό είναι προσαρμοσμένο στις δικές μας συνθήκες και ανάγκες. Δεν μπορείς να φέρεις είδη τα οποία δεν είναι προσαρμοσμένα. Π.χ. δεν μπορείς να φέρεις οξιά, με μοναδικό κριτήριο ότι δεν καίγεται. Η οξιά βγαίνει σε μεγάλα υψόμετρα, θέλει άλλες συνθήκες -κρύο και υγρασία- δεν αντέχει τις δικές μας θερμοκρασίες. Το ίδιο και η ελάτη, όπως και κάποια είδη δρυός. Ενώ κάποια άλλα τα οποία βγαίνουν στο κάτω μέρος, καίγονται κι αυτά εύκολα. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι κατ’ αρχάς η μείξη ειδών, να βάλουμε π.χ. κουμαριές.
– Η ελιά;
Οι ελιές είναι καλές, δεν είναι ιδιαίτερα εύφλεκτες. Από τη στιγμή που θα ανάψουν καίγονται αργά, για μεγάλο διάστημα. Η κουτσουπιά είναι ακόμη ένα είδος, όπως και η χαρουπιά, ενώ για παράδειγμα, το σπάρτο είναι ιδιαίτερα εύφλεκτο και πετάει σπίθες. Με τις ελιές όμως υπάρχει ένα πρόβλημα. Ενώ σαν είδος είναι ωραίο, επειδή είναι αγροτικό, όπως έχει δείξει η εμπειρία, αρκετοί ψάχνουν ευκαιρία να τη μπολιάσουν και να πουν ‘εδώ είναι το χωράφι του παππού μου’. Είναι μία βασική παράμετρος και συμβαίνει σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Βάζουν τις ελιές, οι οποίες με μια μικροφωτιά ανάβουν και μετά βρίσκουν δύο μάρτυρες και προσπαθούν να νομιμοποιήσουν το ‘χωράφι’. Σε τέτοιες περιπτώσεις χρειάζεται να δώσει κανείς μάχη, να δείξει παλιές φωτογραφίες του σημείου, αεροφωτογραφίες κλπ. Εάν δεν είναι το κράτος «σφιχτό» στην εφαρμογή του νόμου, ανοίγονται «παράθυρα».
– Συμφωνείτε με την άποψη ότι αντί η λεωφόρος Μαραθώνα να λειτουργήσει ως αντιπυρική ζώνη, λόγω των πεύκων που φυτεύτηκαν το 2004, αριστερά και δεξιά του δρόμου, έγινε «φονιάς»;
Σε πολλές περιπτώσεις συμβαίνει αυτό: Φτιάχνουν έναν δρόμο και μετά βάζουν δέντρα αριστερά δεξιά και μάλιστα, είδη που είναι σχετικά εύφλεκτα. Είναι ένα γενικότερο λάθος. Όμως, εάν το σημείο κάτω από κάθε δέντρο είναι καθαρό, ίσως σημαίνει κάτι. Δείτε σε πόσα σημεία της εθνικής οδού είναι καμένη η παρόδια βλάστηση. Πρώτα απ’ όλα, το τσιγάρο που πετάει κάποιος υπό κρίσιμες συνθήκες ανάβει αμέσως φωτιά. Ως προς τη Μαραθώνος έχω την αίσθηση ότι η φωτιά πέρασε χωρίς προσπάθεια, καθώς δεν είχε προλάβει λόγω ταχύτητας να οργανωθεί έγκαιρα το σύστημα άμυνας στο σημείο. Ήταν πολύ μεγάλη η ένταση της και οποιοσδήποτε κάνει κριτική στους πυροσβέστες θα πρέπει να το λάβει υπόψιν. Εάν υπάρχουν διαθέσιμα πολλά πυροσβεστικά οχήματα και υδροφόρες ίσως προλάβει κανείς να βρέξει το σημείο δεξιά και αριστερά για να πέσει η ένταση της φωτιάς. Τα αεροπλάνα και τα ελικόπτερα υπό τέτοιες συνθήκες είναι δύσκολο να πετάξουν και εάν πετάξουν δεν είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά.
– Πως δημιουργείται ένα φυσικό τείχος προστασίας που λειτουργεί ως αντιπυρική ζώνη;
Μειώνεις τη βλάστηση δεξιά αριστερά της οδού και κάνεις τη λεωφόρο ένα είδος fire break, η έννοια του οποίου είναι φροντίζω να έχω μία γυμνή ζώνη που φτάνει μέχρι το γυμνό έδαφος -την άσφαλτο στην προκειμένη περίπτωση. Μειώνω την πυκνότητας της κώμης σε ποσοστό 40% και φροντίζω να καθαρίζω κάτω, να μην έχει θάμνους που θα ανεβάσουν την πυρκαγιά πάνω στα δέντρα. Με αυτόν τον τρόπο μειώνω την ένταση της φωτιάς οπότε ο πυροσβέστης έχει τη δυνατότητα να τη διαφεντέψει. Αλλιώς με τέτοιο άνεμο θα του βγάλει μια φωτιά που θα φτάνει σε ύψος τα 15 – 20 μέτρα. Όμως στην περίπτωση αυτή, το ζήτημα είναι ότι είχαμε δάσος και σπίτια. Όπου ακόμη και αν κάποιος είχε καθαρίσει την αυλή του σπιτιού του δεν την είχε καθαρίσει ο γείτονας του. Άρα, η φωτιά βρήκε τρόπο και δρόμο να περάσει.
– Τι πρέπει να τεθεί στην κορυφή των προτεραιοτήτων για την επόμενη μέρα;
Το βασικό ζήτημα ήταν ότι ο κόσμος ήταν σε άγνοια ως προς το τι πρέπει να κάνει. Άρα, το πρώτο και σημαντικότερο μεταξύ όλων που προσπαθούν και θα προσπαθήσουν να κάνουν οι δήμοι και οι αρμόδιοι φορείς είναι η ενημέρωση και οργάνωση των πολιτών. Να εξηγήσουν πώς και με τι πρέπει καθένας να χτίσει το σπίτι του και από τι κινδυνεύει σε μια φωτιά, έτσι ώστε να είναι στο μέλλον έτοιμοι. Κι αυτό πρέπει να γίνει όχι μόνο στο Μάτι, αλλά και σε δήμους και οικισμούς που δεν είχαν τώρα πρόβλημα.
Πριν από έναν χρόνο έλαβα πρόσκληση από την Ιπποκράτειο Πολιτεία προκειμένου να κάνω μία ομιλία, παρουσία της τοπικής αυτοδιοίκησης και εκπροσώπου του Δασαρχείου, για τα προβλήματα του οικισμού. Τα οποία είναι πολλά και δεν λύνονται άμεσα, ενώ υπάρχουν και οι αντιπαλότητες, οι κόντρες μεταξύ πολιτικών αντιπάλων. Ο δικός μου ρόλος είναι να προσπαθώ να συμφιλιώσω καταστάσεις και να δώσω πρακτικές λύσεις. Για παράδειγμα, η Ιπποκράτειος Πολιτεία έχει πάρα πολλά σημεία στα οποία εάν πιάσει φωτιά και δεν το καταλάβει κανείς έγκαιρα, ακόμη κι αν ο δρόμος είναι μπροστά στο σπίτι του, θα έχει πρόβλημα, καθώς όλοι οι δρόμοι βγαίνουν σε ένα σημείο, οπότε ξαφνικά θα βρεθεί εγκλωβισμένος. Επειδή το όποιο σχέδιο χρειάζεται πολλαπλασιαστική προσέγγιση, η άποψη μου είναι ότι πρέπει να οργανωθούμε ώστε να έχουμε μία καλύτερη δασική υπηρεσία στο μέλλον. Μέσα σε μία τριετία – τετραετία θα μπορούσαν να εκπονηθούν αντιπυρικά σχέδια, με τον απαραίτητο έλεγχο για τη σωστή εφαρμογή τους, παράλληλα με συνεχή ενημέρωση, ακόμη και με ομιλίες σε παιδιά.
* Στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτο Μεσογειακών & Δασικών Οικοσυστημάτων fria.grυπάρχει εφαρμογή για την αξιολόγηση κινδύνου κατοικίας που είναι κοντά σε δασική βλάστηση.
Δημοσιεύτηκε στο https://tvxs.gr/
Πολύ ωραίο άρθρο ή μάλλον σωστότατος ο αρθρογράφος!!
Τα υπόλοιπα είναι λόγια για να περνάει η ώρα.
Στη Κεφαλονιά έχω συμμετάσχει σε δύο προσπάθειες κατάσβεσης πυρκαγιάς.
Στη πρώτη πολύ νέος, βρέθηκα πρώτος και νύχτα στο σημείο, έκοψα ένα κλαρί ελιάς με ένα τσεκουράκι και μέχρι να έρθουν οι υπόλοιποι σχεδόν την είχα σβήσει λόγω χαμηλής δύναμης του αέρα. Πήρα και τα εύσημα αλλά και τα «πάνω» μου. Εύκολα πράγματα λέω!
Στη δεύτερη πήγα με την άνεση της προηγούμενης εμπειρίας και έφαγα τα μούτρα μου, φύσαγε δυνατά. Όσοι έχετε ακούσει καιόμενο πουρνάρι να περνάει πάνω από το κεφάλι σας θα καταλάβετε τη τρομάρα του άπειρου σαν και μένα. Βασικότατο πράγμα η δύναμη του αέρα, η φωτιά δεν πλησιάζετε με τίποτε. Σε αυτή τη περίπτωση πιστεύω ότι τη φωτιά πρέπει να τη περιμένεις μακρύτερα σε σωστό μέρος και αφού πρώτα έχεις δημιουργήσει αντιπυρικές ζώνες κατά το δυνατόν.
Και μια τρίτη φορά παλιά, πάλι νύχτα και μόνος στο δρόμο προς Θηνιά σταμάτησα το αυτοκίνητο και έσβησα φωτιά με ένα κλαρί στο χέρι στην αρχή της, σκαρφαλώνοντας πάνω από το δρόμο. Ποτέ δε μπόρεσα να καταλάβω αν ήταν από τσιγάρο ή βαλτή.
Στα υπ΄ όψη ότι λόγω της φύσης της δουλειάς μου απέκτησα αρκετές γνώσεις, εμπειρίες και τολμώ να πω κάποιου είδους «εξοικείωση» με πυρκαγιές.
Προπάντων προσέχουμε για να έχουμε και φυσικά ψυχραιμία στα δύσκολα.