Η Πολυξένη Μάντζου, καθηγήτρια του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης στο πλαίσιο των μαθημάτων του 5ου και 9ου εξαμήνου, που εντάσσονται στην περιοχή Αρχιτεκτονικός Σχεδιασμός και Νέες Τεχνολογίες, διερευνήθηκε το θέμα της συλλογικής κατοίκησης στις σημερινές συνθήκες.
Οι φοιτητές κλήθηκαν να «στήσουν» ένα σενάριο σχετικό με την κοινωνική ομάδα στην οποία θα απευθυνθούν, τη χωροθέτηση της πρότασής τους σε περιοχή της επιλογής τους, την εξεύρεση χρηματοδοτικών εργαλείων και την οικονομική διαχείριση της πρότασής τους και την αρχιτεκτονική πρόταση για τη διευθέτηση της συλλογικής κατοίκησης.
Οι προτάσεις που «επέστρεψαν» – όπως με ενημέρωσε η Πολυξένη Μάντζου, αφορούν επανάχρηση υπάρχοντων κτιριακών συγκροτήματων, παραθεριστικούς τόπους, ημιαστικά αλλά και αστικά περιβάλλοντα και απευθύνονται σε μονογονεικές οικογένειες, ηλικιωμένους, ψηφιακούς νομάδες, εποχιακούς εργαζόμενους κλπ κι επιχειρούν να ξαναθέσουν στο προσκήνιο την αρχιτεκτονική της κατοίκησης ως ζήτημα ανοικτό και διαπραγματεύσιμο.
Το παράδειγμα της καθηγήτριας Μάντζου και των φοιτητών της δεν είναι η εξαίρεση του κανόνα. Κάθε άλλο. Το ζήτημα της κατοικίας και του ρόλου της έχει επανέλθει με δραματικό τρόπο στο προσκήνιο λόγω δύο βασικών παραγόντων: Ο ένας αφορά τις συνέπειες της πανδημίας, ενώ ο δεύτερος έχει να κάνει με τις συνέπειες της περιβαλλοντικής κρίσης και της κλιματικής αλλαγής.
Ενδεικτικό της δημόσιας διαβούλευσης -διαλόγου που αρχίζει να «φουντώνει» σε όλο τον κόσμο είναι ένα θέμα που δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση των FT Weekend ( European Edition) με τίτλο Six trends for tomorrow όπου διερευνώνται μέσα από τις απόψεις αρχιτεκτόνων, κτηματομεσιτών και ιδιοκτητών τα μοντέλα κατοικίας αλλά και η ζωή στο σπίτι μετά την πανδημία. Μάλιστα, στις σελίδες της εφημερίδας το θέμα του «σπιτιού» της επόμενης μέρας εικονογραφείται έτσι ώστε να αποδίδει το πως θα είναι τόσο το «σπίτι» όσο και η ζωή σε αυτό. Και το «σπίτι» της επόμενης μέρας είναι ένα πολυμορφικός χώρος που μπορεί να φιλοξενεί και να ενθαρρύνει διαφορετικές μεταξύ τους λειτουργίες από ένα «επαγγελματικό γραφείο» ή ένα «σχολικό θρανίο» έστω μέχρι μια «οικιακή καλλιέργειας πράσινης σαλάτας, χορταρικών και αρωματικών φυτών». Επιπλέον, είναι ένα έξυπνο ψηφιακό «σπίτι» με ενεργειακή αυτονομία και με δυνατότητες βιώσιμων λύσεων (ανακύκλωση, διαχείριση νερού κα).
Συζητώντας με την Πολυξένη Μάντζου προέκυψε μια σειρά από επισημάνσεις. Αυτές τις επισημάνσεις η Πολυξένη είχε την διάθεση να τις βάλει στο … «χαρτί»: «Το coliving είναι σύγχρονη τάση κατοίκησης, που αφορά πολλές και διαφορετικές ομάδες που συγκροτούνται γύρω από κοινά ηλικιακά, κοινωνικά, επαγγελματικά χαρακτηριστικά και, αν και δεν είναι μία καινούρια ιδέα, στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις απαιτήσεις και τα δεδομένα του παρόντος.
Η κατοίκηση του 20ου αιώνα έχει ως κεντρική της αναφορά την πυρηνική οικογένεια, η οποία όμως σταδιακά εκλείπει. Στον 21ο αιώνα ολοένα και περισσότερο αυξάνονται οι μονογονεικές/διαζευγμένες οικογένειες, τα άτεκνα ζευγάρια, τα ομόφυλα ζευγάρια, οι συγκάτοικοι χωρίς συναισθηματική σχέση, αλλά και οι ψηφιακοί νομάδες ενώ η αύξηση στο προσδόκιμο ζωής δημιουργεί μία καινούρια και μεγάλη σε πληθυσμό ομάδα κατοίκων.
Πέρα από τις πρακτικές ανάγκες όπως αυτές διαμορφώνονται, στην σύγχρονη εποχή των ψηφιακών μέσων, ήδη από τη δεκαετία του 60 τα κοινόβια της Δανίας προσπαθούν να απαντήσουν και σε ζητήματα αποξένωσης τόσο κοινωνικής όσο και από το φυσικό περιβάλλον.
Το coliving εξασφαλίζει πρακτικά οφέλη αλλά και ψυχολογικά οφέλη καθώς αναπροσαρμόζει τα παραδοσιακά όρια του ιδιωτικού και του δημόσιου, συμπεριλαμβάνοντας ένα υβριδικό τύπο, τον κοινόχρηστο χώρο ως λειτουργικά κρίσιμο και απαντά στο δίπολο οικογένεια/ξένοι, με μία ενδιάμεση συνθήκη, εκείνη του συλλογικού. Το να μοιράζεται κανείς κοινόχρηστους χώρους, όπως άλλωστε γίνεται και στο coworking, δεν είναι μόνο πρακτικά ωφέλιμο αλλά και σημαντικό για να ανήκει κάποιος σε μία κοινότητα.
Στην μετά την πανδημία εποχή, όπου η κατοικία ήρθε στο προσκήνιο πολλές φορές βίαια, ο επαναπροσδιορισμός του τρόπου κατοίκησης έγινε επιτακτικός. Η κατοικία στην πανδημία μετατράπηκε στο mixed use par excellence. Απορρόφησε, πέρα από τα όσα ήδη στέγαζε στο παρελθόν, και το χώρο της εργασίας, της εκπαίδευσης, της κοινωνικής συνεύρεσης, της αναψυχής, του εμπορίου. Πολλές από αυτές τις αλλαγές που συντελέστηκαν στην πανδημία θα παραμείνουν ενεργές και στο μέλλον πιέζοντας ασφυκτικά να ξανασκεφτούμε τον τρόπο με τον οποίο οργανώνονται οι χώροι κατοίκησης γύρω από το ξεπερασμένο μοντέλο της πυρηνικής οικογένειας. Κοινόχρηστοι χώροι όπως αυλές ή ταράτσες απέκτησαν μεγάλη ζήτηση καθώς εκεί μπορούσαν να συνυπάρξουν μέλη διαφορετικών νικοκυριών με κοινά ηλικιακά ή άλλα χαρακτηριστικά.
Στην εποχή του distance-learning κ.α η φυσική, σωματική εγγύτητα με μία διευρυμένη αλλά και ασφαλή ομάδα ατόμων, της επιλογής μας, μπορεί να αποτελεί προϋπόθεση διατήρησης της ψυχικής υγείας.
Συλλογική κατοίκηση
Η συλλογική κατοίκηση δημιουργεί νέα μοντέλα κατοίκησης, αναδιοργανώνοντας τις σχέσεις και τις λειτουργίες των χώρων και εισάγοντας το κοινόχρηστο/συλλογικό ως ενδιάμεση κατάσταση ανάμεσα στο ιδιωτικό και στο δημόσιο. Παράλληλα με την επανεξέταση της χωρικής οργάνωσης γίνεται επιτακτική η ανάγκη να ξανασκεφτούμε την χρονική οργάνωση του κατοικείν. Η κατοικία όταν παραλαμβάνει τη χρονική ζώνη της εργασίας, της εκπαίδευσης αλλά και της αναψυχής κλπ, γίνεται συχνά εξαντλητική ή και αφόρητη. Οι κοινόχρηστοι χώροι μίας συλλογικά οργανωμένης κατοίκησης μπορούν να εξασφαλίσουν όχι μόνο χωρικές αλλά και χρονικές οργανώσεις που θα εξασφαλίζουν εναλλαγές και διεξόδους απαραίτητες σε σενάρια μόνιμης τηλε-εργασίας κλπ».
Ο δημόσιος διάλογος- διαβούλευση για το «σπίτι» της επόμενης μέρας χρειάζεται να γίνει και στην Ελλάδα καθώς θα έχει σημαντικό αντίκρυσμα τόσο στο οικονομικό όσο και στο κοινωνικό επίπεδο.
Το coliving είναι σύγχρονη τάση κατοίκησης, που αφορά πολλές και διαφορετικές ομάδες που συγκροτούνται γύρω από κοινά ηλικιακά, κοινωνικά, επαγγελματικά χαρακτηριστικά και, αν και δεν είναι μία καινούρια ιδέα, στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις απαιτήσεις και τα δεδομένα του παρόντος.
Η κατοίκηση του 20 αιώνα έχει ως κεντρική της αναφορά την πυρηνική οικογένεια, η οποία όμως σταδιακά εκλείπει. Στον 21 αιώνα ολοένα και περισσότερο αυξάνονται οι μονογονεικές/διαζευγμένες οικογένειες, τα άτεκνα ζευγάρια, τα ομόφυλα ζευγάρια, οι συγκάτοικοι χωρίς συναισθηματική σχέση, αλλά και οι ψηφιακοί νομάδες ενώ η αύξηση στο προσδόκιμο ζωής δημιουργεί μία καινούρια και μεγάλη σε πληθυσμό ομάδα κατοίκων. Πέρα από τις πρακτικές ανάγκες όπως αυτές διαμορφώνονται, στην σύγχρονη εποχή των ψηφιακών μέσων, ήδη από τη δεκαετία του 60 τα κοινόβια της Δανίας προσπαθούν να απαντήσουν και σε ζητήματα αποξένωσης τόσο κοινωνικής όσο και από το φυσικό περιβάλλον.
Το coliving εξασφαλίζει πρακτικά οφέλη αλλά και ψυχολογικά οφέλη καθώς αναπροσαρμόζει τα παραδοσιακά όρια του ιδιωτικού και του δημόσιου, συμπεριλαμβάνοντας ένα υβριδικό τύπο, τον κοινόχρηστο χώρο ως λειτουργικά κρίσιμο και απαντά στο δίπολο οικογένεια/ξένοι, με μία ενδιάμεση συνθήκη, εκείνη του συλλογικού. Το να μοιράζεται κανείς κοινόχρηστους χώρους, όπως άλλωστε γίνεται και στο coworking, δεν είναι μόνο πρακτικά ωφέλιμο αλλά και σημαντικό για να ανήκει κάποιο συμμετοχής σε μία κοινότητα.
Η αλλαγή της κατοικίας λόγω πανδημίας
Στην μετά την πανδημία εποχή, όπου η κατοικία ήρθε στο προσκήνιο πολλές φορές βίαια, ο επαναπροσδιορισμός του τρόπου κατοίκησης έγινε επιτακτικός. Η κατοικία στην πανδημία μετατράπηκε στο mixed use par excellence. Απορρόφησε, πέρα από τα όσα ήδη στέγαζε στο παρελθόν, και το χώρο της εργασίας, της εκπαίδευσης, της κοινωνικής συνεύρεσης, της αναψυχής, του εμπορίου. Πολλές από αυτές τις αλλαγές που συντελέστηκαν στην πανδημία θα παραμείνουν ενεργές και στο μέλλον πιέζοντας ασφυκτικά να ξανασκεφτούμε τον τρόπο με τον οποίο οργανώνονται οι χώροι κατοίκησης γύρω από το ξεπερασμένο μοντέλο της πυρηνικής οικογένειας. Κοινόχρηστοι χώροι όπως αυλές ή ταράτσες απέκτησαν μεγάλη ζήτηση καθώς εκεί μπορούσαν να συνυπάρξουν μέλη διαφορετικών νοικοκυριών με κοινά ηλικιακά ή άλλα χαρακτηριστικά. Στην εποχή του distance-learning, socializing, commerce κλπ, η φυσική, σωματική εγγύτητα με μία διευρυμένη αλλά και ασφαλή ομάδα ατόμων, της επιλογής μας, μπορεί να αποτελεί προϋπόθεση διατήρησης της ψυχικής υγείας.
Η συλλογική κατοίκηση δημιουργεί νέα μοντέλα κατοίκησης, αναδιοργανώνοντας τις σχέσεις και τις λειτουργίες των χώρων και εισάγοντας το κοινόχρηστο/συλλογικό ως ενδιάμεση κατάσταση ανάμεσα στο ιδιωτικό και στο δημόσιο. Παράλληλα με την επανεξέταση της χωρικής οργάνωσης γίνεται επιτακτική η ανάγκη να ξανασκεφτούμε την χρονική οργάνωση του κατοικείν. Η κατοικία όταν παραλαμβάνει τη χρονική ζώνη της εργασίας, της εκπαίδευσης αλλά και της αναψυχής κλπ, γίνεται συχνά εξαντλητική ή και αφόρητη. Οι κοινόχρηστοι χώροι μίας συλλογικά οργανωμένης κατοίκησης μπορούν να εξασφαλίσουν όχι μόνο χωρικές αλλά και χρονικές οργανώσεις που θα εξασφαλίζουν εναλλαγές και διεξόδους απαραίτητες σε σενάρια μόνιμης τηλε-εργασίας κλπ.
Στα πλαίσια μαθημάτων του 5ου και 9ου εξαμήνου στο ΤΑΜ του ΔΠΘ, που εντάσσονται στην περιοχή Αρχιτεκτονικός Σχεδιασμός και Νέες Τεχνολογίες, διερευνήθηκε το θέμα της συλλογικής κατοίκησης στη σημερινή συνθήκη. Οι φοιτητές κλήθηκαν να στήσουν ένα σενάριο σχετικό με την κοινωνική ομάδα στην οποία θα απευθυνθούν, τη χωροθέτηση της πρότασής τους σε περιοχή της επιλογής τους, την εξεύρεση χρηματοδοτικών εργαλείων και την οικονομική διαχείριση της πρότασής τους και την αρχιτεκτονική πρόταση για τη διευθέτηση της συλλογικής κατοίκησης. Οι προτάσεις αφορούν επανάχρηση υπάρχοντων κτιριακών συγκροτήματων, παραθεριστικούς τόπους, ημιαστικά αλλά και αστικά περιβάλλοντα και απευθύνονται σε μονογονεικές οικογένειες, ηλικιωμένους, ψηφιακούς νομάδες, εποχιακούς εργαζόμενους κλπ κι επιχειρούν να ξαναθέσουν στο προσκήνιο την αρχιτεκτονική της κατοίκησης ως ζήτημα ανοικτό και διαπραγματεύσιμο.