Φαραντούρης: Η κυβέρνηση δεν επιθυμεί τον υγιή ανταγωνισμό στην αγορά
Συνέντευξη στο Documento της Κυριακής για αγορά, ακρίβεια, εξωτερικές σχέσεις, ελληνο-τουρκικά
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: «Η αλήθεια απεχθάνεται την καθυστέρηση» (veritas odid moras) λέγαν οι λατίνοι. Υπήρχαν όλες οι ενδείξεις για τη δυσλειτουργία της αγοράς ενέργειας, τους ατυχείς χειρισμούς και την έλλειψη προσανατολισμού στην ενεργειακή πολιτική που τελικά οδήγησαν στη μεγαλύτερη ενεργειακή κρίση των τελευταίων ετών στη χώρα μας. Το υψηλό ενεργειακό κόστος σήμερα οφείλεται τόσο σε εξωγενείς, όσο όμως και σε ενδογενείς παράγοντες, οι οποίοι καθιστούν σήμερα την Ελλάδα αρνητική πρωταθλήτρια ακρίβειας στην Ευρώπη σε όλες τις επιμέρους ενεργειακές αγορές (ηλεκτρισμού, πετρελαιοειδών, φυσικού αερίου). Οι ενδογενείς παράγοντες προϋπάρχουν της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και αναδεικνύουν σημαντικές παθογένειες στην οργάνωση (και στελέχωση) της ελληνικής ενεργειακής πολιτικής και την ανάγκη ανασχεδιασμού της σήμερα. Ήδη από τα τέλη του 2020 και τις αρχές του 2021 – πολύ πριν το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο 2022 – υπήρξαν προειδοποιήσεις για πολιτικές επιλογές αναφορικά με το ενεργειακό μας μείγμα, για στρεβλώσεις στην αγορά ενέργειας, για απουσία ρυθμιστικής εγρήγορσης και στιβαρής εποπτείας και γι’ ατυχείς χειρισμούς στις εξωτερικές ενεργειακές μας σχέσεις, που προοιωνίζονταν αυξήσεις στις τιμές και ενεργειακή εξάρτηση. Οι προειδοποιήσεις αυτές εντάθηκαν από το καλοκαίρι του 2021 με άρθρα γνώμης, επιστημονική τεκμηρίωση και πολιτική παρέμβαση και, ασφαλώς, με την κατάθεση συγκεκριμένων προτάσεων για την καλύτερη θωράκιση της κοινωνίας και οικονομίας ενόψει κλιμάκωσης των τιμών. Δυστυχώς δεν εισακούστηκαν.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πώς σχολιάζετε τις εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά το Συμβούλιο Κορυφής και το πρόσφατο Συμβούλιο Υπουργών;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ο κατευθύνσεις του Συμβουλίου Κορυφής αντανακλούν τις διαφορετικές ανάγκες και τον διαφορετικό βαθμό εξάρτησης και προσπαθούν να συγκεράσουν τις διαφορετικές θέσεις και των Κρατών Μελών. Η Γερμανία λ.χ. έχει κυρίως πρόβλημα ενεργειακής επάρκειας, ενώ η Ελλάδα σήμερα βασικά πρόβλημα ενεργειακού κόστους. Εν συνόλω, η ΕΕ παραμένει αρκετά εξαρτημένη αλλά ταυτόχρονα δηλώνει προσηλωμένη στον στόχο της κλιματικής μετάβασης και ουδετερότητα;. Όπως έχω τονίσει, πρέπει να πιέσουμε για «πράσινη» και «κόκκινη» αλληλεγγύη, όχι μόνο για «μπλε» ή à la carte αλληλεγγύη στην ΕΕ. «Πράσινη αλληλεγγύη», υπό την έννοια της ευρωπαϊκής θεσμικής και δημοσιονομικής αλληλεγγύης μεταξύ των Κρατών Μελών της ΕΕ για την προώθηση και επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας και την αποκέντρωση της παραγωγής ενέργειας στη βάση των πλεονεκτημάτων που προσφέρουν οι ΑΠΕ. Και «κόκκινη αλληλεγγύη», με έννοια της θέσπισης δημοσιονομικών εργαλείων με στόχο την μείωση των τιμών και ανάληψη μέρους του κόστους προμήθειας από ευρωπαϊκούς πόρους (ενεργειακό ευρωομόλογο). Σήμερα η συζήτηση εστιάζεται κυρίως στην «μπλε αλληλεγγύη», δηλαδή στην προσπάθεια διασφάλισης ότι το φυσικό αέριο θα κατευθυνθεί στα Κράτη Μέλη που το χρειάζονται περισσότερο (βλ. Γερμανία) με παράλληλα μέτρα για τη μείωση της ζήτησης εντός και μεταξύ των κρατών-μελών. Σε αύτη τη δέσμη πρέπει να επιμείνει η ελληνική κυβέρνηση στις Βρυξέλλες, με έμφαση στο πρόβλημα του ενεργειακού κόστους και ότι μόνο της επάρκειας, παράλληλα με την υιοθέτηση αντίστοιχης δέσμης ρυθμιστικών – δημοσιονομικών – ελεγκτικών παρεμβάσεων στο εσωτερικών για την αντιμετώπιση των ενδογενών παραγόντων που πυροδοτούν την ακρίβεια στη χώρα μας.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Σε ποιο βαθμό συνετέλεσαν στο να γίνει η Ελλάδα η πιο ακριβή χώρα στο ρεύμα προ φόρων και επιδοτήσεων για το πρώτο εξάμηνο του 2022 σε όλη την ΕΕ βασικές επιλογές της παρούσας κυβέρνησης που προηγήθηκαν του πολέμου όπως η πρόωρη απολιγνιτοποίηση και η πλήρης ιδιωτικοποίηση του ενεργειακού κλάδου;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Είχαμε προειδοποιήσει από το 2019 – και επιβεβαιώνεται σήμερα – ότι η Κυβέρνηση προχώρησε τότε σε μια βεβιασμένη απολιγνιτοποίηση που αναγκάζεται ήδη σήμερα να πάρει πίσω. Η από-ορυκτοποίηση είναι επιβεβλημένη και πρέπει να γίνει, αλλά ο ρυθμός απεξάρτησης από τον λιγνίτη πρέπει να λαμβάνει υπόψη α) την ασφάλεια εφοδιασμού και β) την επάρκεια σε προσφορά ηλεκτρικού ρεύματος. Ναι στα γενναία μέτρα, όχι στα πυροτεχνήματα. Στην Επιτροπή Ενέργειας της Ακαδημίας Αθηνών είχαμε υποβάλει προτάσεις για την επόμενη μέρα. Πόσες απ’ αυτές έτυχαν σοβαρής επεξεργασίας; Ο προηγούμενος σχεδιασμός προέβλεπε σταδιακή απολιγνιτοποίηση με βάση την ολοκλήρωση του κύκλου ζωής κάθε λιγνιτικής μονάδας. Ο σχεδιασμός αυτός έδινε χρόνο προσαρμογής και προετοιμασίας για την μετάβαση. Το 2019 κυβέρνηση επέλεξε να πριμοδοτήσει το φυσικό αέριο που είναι επίσης ορυκτό και επιπρόσθετα εισαγόμενο. Αναφορικά με την περεταίρω ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ που έγινε εν κρυπτώ και παραβίστω πέρυσι τέτοια εποχή, τα πράγματα είναι σαφή: Η ΔΕΗ τα τελευταία τρία χρόνια έχει πάψει να λειτουργεί ως εταιρεία κοινής ωφέλειας και κυνηγά το κέρδος, το οποίο είναι συνδεδεμένο με δυσθεώρητες αμοιβές και μπόνους της Διοίκησης. Πρωταρχικός στόχος η επαύξηση των κερδών και όχι η κοινή ωφέλεια και το δημόσιο συμφέρων. Κραυγαλέα δείγματα αυτής της αμιγούς κερδοσκοπικής προσέγγισης είναι η ενεργοποίηση της ρήτρας αναπροσαρμογής πέρυσι τον Αύγουστο που γέννησε αυξήσεις 400% στους λογαριασμούς ρεύματος, η συνομολόγηση ομολογιακού δανείου με ρήτρα (penalty) λιγνίτη και ασφαλώς οι προκλητικές αμοιβές των στελεχών της σε πλήρη αναντιστοιχία με τον καταστατικό σκοπό της.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Αναρωτιέται κανείς αν και γιατί το target model δούλεψε στην υπόλοιπη Ευρώπη και σε μας η εφαρμογή του οδήγησε εξ αρχής σε κερδοσκοπικά φαινόμενα.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Η Ελλάδα ακολουθεί βασικά το ευρωπαϊκό θεσμικό και ρυθμιστικό πλαίσιο της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με ελεύθερο ανταγωνισμό. Βάσει ενός τέτοιου ιδεατού μοντέλου εισήχθησαν και στην Ελλάδα νεοπαγείς θεσμοί και μηχανισμοί, όπως το λεγόμενο «target model», το οποίο ενθαρρύνει τη διασυνοριακή σύνδεση και την ενοποίηση των εθνικών αγορών ενέργειας σε περιφερειακή βάση, το Χρηματιστήριο Ενέργειας και η αγορά εκπομπών CO2, η οποία διαμορφώνεται από την προσφορά και ζήτηση αδειών ρύπων στο σχετικό χρηματιστήριο. Οι θεσμοί αυτοί θεσπίστηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ενσωματώθηκαν και στη χώρα μας προκειμένου ο καταναλωτής να επωφεληθεί από την τόνωση του ανταγωνισμού. Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι ότι ορισμένοι θεσμοί φαίνεται να αποδίδουν σε αγορές με ρευστότητα και διασυνδέσεις, ενώ όχι τόσο σε κάποιες άλλες με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα, το target model φαίνεται να λειτουργεί σε κάποιες χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης, αλλά όχι ικανοποιητικά στην περίπτωση Ελλάδας-Βουλγαρίας-Ιταλίας, όπου η αγορά είναι ρηχή και υποτυπώδης. Αυτό όμως που έχει μεγαλύτερη σημασία σήμερα είναι η βούληση του κράτους για εποπτεία και ρυθμιστική παρέμβαση. Διότι μπορεί οι υφιστάμενες συνθήκες -έλλειψη διασυνδέσεων, λίγοι παίκτες στην αγορά κ.ο.κ.- να διαφοροποιούν την ελληνική αγορά από άλλες, ωστόσο ακριβώς λόγω αυτών των ιδιαιτεροτήτων απαγορεύεται ο εφησυχασμός. Ακόμα περισσότερο, όταν καταγγέλλονται επισήμως αντι-ανταγωνιστικές πρακτικές και χειραγώγηση από παράγοντες της αγοράς (Ενωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας). Όπως έχω τονίσει, η αγορά σε συνθήκες ολιγοπωλίου δεν θα αυτορυθμιστεί. Απαιτείται σοβαρή και στιβαρή εποπτεία, στελέχωση και ενίσχυση -και της ανεξαρτησίας- των Αρχών (ΡΑΕ, Επιτροπή Ανταγωνισμού) και ρυθμιστική εγρήγορση. Ενάμιση χρόνο τώρα όλα δείχνουν ότι η Κυβέρνηση απαξιώνοντας τις Ανεξάρτητες Αρχές δεν επιθυμεί τον υγιή ανταγωνισμό στην αγορά.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ασκείτε από καιρό έντονη κριτική στην εξωτερική ενεργειακή στρατηγική της κυβέρνησης της ΝΔ – σωστότερα στην απουσία της. Μπορεί να μας τη συνοψίσετε;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Προ ενός και πλέον έτους είχα προειδοποιήσει για την ανάγκη επανόδου σε μια ενεργητική εξωτερική και ενεργειακή πολιτική. Έναν χρόνο μετά, οι προειδοποιήσεις για την απουσία στιβαρής και προορατικής πολιτικής επαληθεύονται σε μια περίοδο ραγδαίων ανακατατάξεων στη γειτονιά μας. Ο πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας αποτέλεσε εφαλτήριο για αναβάθμιση του ρόλου της Τουρκίας, που αναδεικνύεται καταλύτης πολιτικών και γεωστρατηγικών εξελίξεων: ως «γεφυροποιός δύναμη» που διαμεσολαβεί και φιλοξενεί τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, ως «πολύτιμος σύμμαχος του ΝΑΤΟ» και ταυτόχρονα προνομιακός συνομιλητής της Ρωσίας, ως ευεργέτης της Ουκρανίας και ταυτόχρονα πολέμιος επέκτασης του ΝΑΤΟ προς ανατολάς ή ως διαφαινόμενος ενεργειακός εταίρος του Ισραήλ. Η Ελλάδα; Οι επιθετική ρητορική και απειλές έναντι της χώρας μας γίνονται χωρίς σαφείς εγγυήσεις από τους εταίρους και συμμάχους μας αναφορικά με την κλιμακούμενη επιθετικότητα της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας και χωρίς την επιθυμητή κατεύθυνση της υποστήριξης των ελληνικών θέσεων. Διαθέτει μια έξυπνη στρατηγική η Ελλάδα στο διαμορφούμενο περιβάλλον, πέραν της συνήθους ρητορικής ή της διπλωματικής αβρότητας; Όσοι παρακολουθούμε τα τελευταία χρόνια τις διεθνείς και ευρωπαϊκές εξελίξεις γύρω από τα ελληνοτουρκικά και τις εξελίξεις στην ανατολική Μεσόγειο και σήμερα μετά τη ρωσική εισβολή, είμαστε τουλάχιστον σκεπτικοί ως προς τον βαθμό προετοιμασίας και τη στρατηγική της χώρας μας τους τελευταίους μήνες. Διαπιστώνω μια αδυναμία διορατικότητας όσον αφορά ενδεχόμενες δυσμενείς εξελίξεις και, ταυτόχρονα, μια αδυναμία κεφαλαιοποίησης των ευνοϊκών συγκυριών και στα τρία πεδία διπλωματικών εξελίξεων: ευρωπαϊκό, περιφερειακό, αμερικανικό. Γιατί αυτή η έλλειψη διορατικότητας και θεμιτής διεκδίκησης αντισταθμίσματος της Ελλάδας απ’ τους εταίρους και συμμάχους μας έναντι της τουρκικής προκλητικότητας; Συμπερασματικά: Απαιτείται πιο στιβαρή παρουσία της Ελλάδας, με πρωτοβουλία κινήσεων και στα τρία ανωτέρω πεδία, ευρωπαϊκό, περιφερειακό, ευρω-ατλαντικό. Πάνω από όλα χρειάζεται αποσαφήνιση της στρατηγικής μας και διορατικότητα στις επόμενες κινήσεις: ευρω-τουρκικά, ενεργειακά, εξοπλιστικά. Ας αφυπνιστούμε. Οι διπλωματικές αβρότητες και το παρατεταμένο χειροκρότημα δεν αρκούν.