Μόνος του, χωρίς συνοδεία, με ένα μπλοκάκι – που έχει γεμίσει πια με πυκνογραμμένες σημειώσεις- επισκέπτεται τα δημόσια νοσοκομεία ο υπουργός Υγείας, Μιχάλης Χρυσοχοϊδης και συλλέγει μεθοδικά στοιχεία για τη λειτουργία τους, για την καθημερινότητα των πολιτών αλλά και των εργαζομένων.
«Πολλά και κρίσιμα παραμένουν ανεπίλυτα, που ταλαιπωρούν τη ζωή των πολιτών. Όπως είναι γνωστό, σημειώνονται καθυστερήσεις και αναμονές στις εγχειρήσεις, στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών και τα εξωτερικά ιατρεία» είχε επισημάνει, άλλωστε, με ειλικρίνεια, ο κ. Χρυσοχοϊδης την ημέρα ανάληψης των καθηκόντων του στο υπουργείο Υγείας, αναφερόμενος στις προτεραιότητές του και στο «κυβερνητικό στοίχημα της αναμόρφωσης του ΕΣΥ».
Τα νοσοκομεία βρίσκονται ευλόγως στο επίκεντρο της πολιτικής που ξεδιπλώνεται, και η οποία ως τελικό αποδέκτη έχει τους πολίτες. Η καθημερινότητα των πολιτών μέσα στο σύστημα υγείας συγκεντρώνει σκληρούς χαρακτηρισμούς – δύσκολη, άνιση, απάνθρωπη- παρά τις προσπάθειες που καταβάλλονται προ και μετά την πανδημία για τη βελτίωσή της.
Οι ελλείψεις στο υγειονομικό προσωπικό αποτελούν μια κοινή παραδοχή, και οι περίπου 10.000 προσλήψεις μόνιμων ιατρών και νοσηλευτών, που δρομολογούνται, θα είναι τονωτική ένεση στο κουρασμένο και γηρασμένο προσωπικό.
Καθοριστικός παράγοντας για την «επόμενη ημέρα» των νοσοκομείων θα είναι όμως και οι διοικήσεις τους, με την κυβέρνηση να δρομολογεί αλλαγές στον τρόπο επιλογής και αξιολόγησής τους που θα αποτυπωθούν σύντομα σε νομοσχέδιο για τη δημόσια διοίκηση. Ήδη, ο υπουργός Υγείας σε επαφές και συσκέψεις με διοικητές καθιστά σαφές ότι απαιτεί διοίκηση και όχι διακοσμητικούς ρόλους στα νοσοκομεία.
Τα πέντε κρίσιμα πεδία στα νοσοκομεία
Προς την κατεύθυνση αυτή αναμένεται να αξιολογούνται σε πέντε πεδία οι νυν και οι επόμενοι διοικητές του ΕΣΥ. Ράντζα, ΤΕΠ, Γραφεία Παραπόνων, Νοσοκομειακές λοιμώξεις και Οικονομικά των νοσοκομείων θα κρίνουν και την καθημερινότητα των πολιτών αλλά και την παραμονή των διοικητών στις θέσεις τους.
Τα ράντζα, μια μεγάλη πληγή μέχρι πρότινος σε αρκετά νοσοκομεία της Αττικής, έχουν συρρικνωθεί, χάρη στα μέτρα που έλαβε η προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου Υγείας. Ωστόσο, ο αγώνας για την εξάλειψή τους δεν σταματά λόγω των σύνθετων παραγόντων που ευθύνονται και για την ανάπτυξή τους, όπως για παράδειγμα η έλλειψη δομών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) αλλά και ο τρόπος που λειτουργούν τα Επείγοντα. Τα ράντζα αποτελούν όμως και έναν «σιωπηλό» δείκτη υπηρεσιών υγείας, καθώς οι πολίτες κατακλύζουν τα νοσοκομεία ή τις κλινικές όπου θα εξυπηρετηθούν με τον καλύτερο δυνατό και ασφαλέστερο τρόπο. Όπως έχουν διαπιστώσει οι εμπειρογνώμονες του Οργανισμού Διασφάλισης της Ποιότητας της Υγείας (ΟΔΙΠΥ) σε επιθεωρήσεις τους, απαντώνται συχνά μέσα στα νοσοκομεία τμήματα και κλινικές με 150% πληρότητα, και συνεπώς ράντζα, και άλλα με πληρότητα πολύ χαμηλότερη του 50%.
Τα μέτρα που εφαρμόστηκαν από τον περασμένο Ιανουάριο με τη συνεργασία δημόσιων νοσοκομείων με ιδιωτικές κλινικές ή με στρατιωτικά νοσοκομεία, όπως το ΝΙΜΤΣ, θα συνεχιστούν ώστε να μην καταγραφούν ξανά δεκάδες ράντζα στους διαδρόμους ή στους θαλάμους των νοσοκομείων.
Στα…μπλοκάκια του κ. Χρυσοχοϊδη τα ράντζα, τα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) και το ΕΚΑΒ είναι μαρκαρισμένα και συνδέονται. Το μοντέλο αυτόνομης λειτουργίας των ΤΕΠ που είχε σχεδιαστεί από την προηγούμενη ηγεσία είναι έτοιμο να υλοποιηθεί. Αυτό προϋποθέτει ενίσχυση του προσωπικού των ΤΕΠ και σταδιακή αποσύνδεση από το προσωπικό των κλινικών του νοσοκομείου. Η διακριτή λειτουργία των ΤΕΠ θεωρείται ότι θα περιορίσει τις λεγόμενες εισαγωγές-«βαλιτσάκια» που γίνονται σήμερα μέσω των κλινικών, δηλαδή τις προγραμματισμένες εισαγωγές στις εφημερίες των νοσοκομείων, κατόπιν συνεννόησης με τους γιατρούς των κλινικών.
Η αναβάθμιση του ΕΚΑΒ, που ήδη δρομολογήθηκε με την προσωρινή λύση των 199 οδηγών από τις Ένοπλες Δυνάμεις και την Πυροσβεστική, και θα συνεχιστεί με προσλήψεις περίπου 1.000 διασωστών, θα συμβάλλει επίσης στη διαχείριση των επειγόντων περιστατικών. Τελικό ζητούμενο είναι η εξυπηρέτηση των ασθενών, η ελαχιστοποίηση της αναμονής στα ΤΕΠ, η ασφαλής εισαγωγή και νοσηλεία, και τελικά η θεραπεία τους.
Η γνώμη των πολιτών, κατά τη διαδρομή τους μέσα στο σύστημα υγείας, αναμένεται επίσης να αξιοποιηθεί. Στο υπουργείο Υγείας αναγνωρίζεται η σημασία που έχει η κριτική των ατόμων που αναζήτησαν ή δέχθηκαν υπηρεσίες υγείας με στόχο τη βελτίωσή τους. Είναι γεγονός, πως παρά την έμφαση που έχει δοθεί από τον ΟΔΙΠΥ και τον προηγούμενο γενικό γραμματέα Υπηρεσιών Υγείας, Γιάννη Κωτσιόπουλο, στα Γραφεία Προστασίας Δικαιωμάτων Ληπτών Υγείας (γραφεία «παραπόνων», όπως ήταν γνωστά παλαιότερα), οι περισσότεροι πολίτες δεν γνωρίζουν την ύπαρξή τους – πολλές φορές δε και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία. Είναι ενδεικτικό ότι για το 2021 οι 7 ΥΠΕ δέχθηκαν συνολικά 18.941 καταγγελίες και 2.816 ευχαριστήριες επιστολές.
Το μείζον θέμα των νοσοκομειακών λοιμώξεων θα κρίνει επίσης τους διοικητές και την ασφαλή λειτουργία των νοσοκομείων. Έχει διαπιστωθεί πως, ενώ οι λοιμώξεις είναι «επιδημία» μέσα στο σύστημα υγείας, δεν γίνεται συστηματική καταγραφή λοιμώξεων ούτε συστηματικός και ουσιώδης έλεγχος της χρήσης των αντιμικροβιακών παραγόντων. Η εφαρμογή των μέτρων πρόληψης λοιμώξεων, με έμφαση στις συνθήκες υγιεινής και αντισηψίας των εργαζομένων, αποτελεί έναν σημαντικό δείκτη για την ποιότητα των υπηρεσιών υγείας που παρέχουν τα νοσοκομεία.
Ομοίως, η ψηφιακή διαδρομή των νοσηλευτικών ιδρυμάτων στο ΕΣΥ. Η εφαρμογή του συστήματος DRG,(DRG – Διαγνωστικά Ομοιογενείς Ομάδες), που κατηγοριοποιεί αλλά και καταχωρεί ψηφιακά όλους τους νοσηλευόμενους ανάλογα με τη διάγνωση και την περίθαλψη που έλαβαν, επεκτείνεται πλέον σε όλα τα νοσοκομεία. Τα στοιχεία που συλλέγονται, θα συνθέτουν μια πλήρη εικόνα για τη λειτουργία των νοσοκομείων –τώρα δεν υπάρχει- και το υπουργείο Υγείας θα μπορεί να παρεμβαίνει όταν και όπου χρειάζεται.