Του Παναγιώτη Στάθη
Με δύο διήμερες καθολικές αποχές (συν την εβδομάδα ψήφισης του νομοσχεδίου), αποχή έως την ψήφιση από τις δίκες του Δημοσίου και επανακαθορισμό της στάσης τους στις 25/11 με σύγκληση της Ολομέλειας εκ νέου, οι δικηγόροι αντεπιτίθενται και αξιώνουν από την κυβέρνηση την απόσυρση της διάταξης που επιβάλλει φορολόγηση με τεκμαρτά κριτήρια.
Ομόφωνα η Ολομέλεια σε μια εξαιρετικά κρίσιμη συνεδρίαση υιοθέτησε μέτρα:
– Καθολικής αποχής από όλες τις δίκες για 16-17/11 και 21-22/11 και καθολική επίσης την εβδομάδα που θα εισαχθεί στη Βουλή.
– Ολες τις άλλες μέρες μέχρι την ψήφιση του νομοσχεδίου αποχή από τις δίκες ενδιαφέροντος Δημοσίου -οπως και από τις διαταγές πληρωμής και αποχή από όλες τις επιτροπές του Δημοσίου που συμμετέχουν δικηγόροι (κτηματολόγια, δασικοί χάρτες κ.λπ.).
– Στις 25 Νοεμβρίου θα συνεδριάσει εκ νέου η Ολομέλεια (πιθανότατα στις 24/11 θα εισαχθεί προς ψήφιση το νομοσχέδιο) για να αποφασίσει κλιμάκωση ή όχι.
Η συνεδρίαση
Η συνεδρίαση διήρκεσε πάνω από τέσσερις ώρες και ήταν κρίσιμη και εκρηκτική. Κυρίως οι επικεφαλής των συλλόγων της περιφέρειας κατήλθαν με διάθεση για σφοδρή αντιπαράθεση με την κυβέρνηση. Η διάθεση δε αυτή εκπορεύεται από το γεγονός ότι πιθανόν οι δικηγόροι της επαρχίας πλήττονται σε μεγαλύτερο ποσοστό. Χαρακτηριστικό είναι ότι ήδη οι σύλλογοι Θεσσαλονίκης, Βέροιας, Φλώρινας, όπως και της Αθήνας, έχουν προχωρήσει σε αποχή από τα καθήκοντά τους (στις δίκες Δημοσίου κυρίως αλλά όχι μόνο, με επιμέρους αποφάσεις).
Γι’ αυτό άλλωστε και δεν είναι τυχαία η αποστροφή στην ανακοίνωση των δικηγόρων πως “η Κυβέρνηση, προκειμένου να στηρίξει την επιλογή της, χαρακτηρίζει όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες, αδιάκριτα, συλλήβδην, ως φοροφυγάδες και μεταφέρει τη λογική του “Νόμου Κατρούγκαλου” στη φορολόγηση, χωρίς να ξεχνάμε βέβαια και την πρόσφατη υπέρογκη αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, που η ίδια η Κυβέρνηση επέβαλε”.
Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση (χωρίς να συζητά την αλλαγή της βασικής φιλοσοφίας του νομοσχεδίου) σκέφτεται, κατά πληροφορίες, να δώσει στους δικηγόρους δύο παλαιά και βασικά τους αιτήματα:
α) Την αύξηση του ποσού στα γραμμάτια προείσπραξης.
β) Την υποχρεωτικότητα με έναν τρόπο, παρουσίας τους στα συμβόλαια.
Αρκούν αυτά; Άγνωστο, καθώς οι δικηγόροι ζητούν πέραν της απόσυρσης της διάταξης:
* Αύξηση του ορίου απαλλαγής από το καθεστώς ΦΠΑ για εισοδήματα μέχρι 25.000 ευρώ.
* Μείωση του δικαστηριακού ΦΠΑ.
* Κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.
* Επαναφορά της υποχρεωτικής παράστασης στα συμβόλαια.
* Θέσπιση υποχρεωτικού πιστοποιητικού νομιμότητας από δικηγόρους σε όλες τις εμπράγματες δικαιοπραξίες.
* Κατάργηση της εισφοράς ανεργίας 120 ευρώ υπέρ ΟΑΕΔ.
* Αύξηση των αμοιβών των εμμίσθων δικηγόρων του Δημοσίου.
* Επανεκτίμηση του ποσού αναφοράς των γραμματίων προείσπραξης.
Οι αναφορές
Χαρακτηριστικό είναι πως στην απόφαση της Ολομέλειας οι δικηγόροι μιλούν για απόφαση που δεν καταπολεμά τη φοροδιαφυγή αλλά “προστατεύει τους λίγους, τα μεγάλα εισοδήματα, σε βάρος των πολλών. Με την εισαγωγή φορολογητέου τεκμαρτού εισοδήματος, με τη φορολόγηση δηλαδή εισοδήματος που δεν έχει αποκτηθεί, οδηγείται σε αφανισμό μεγάλο τμήμα ελευθέρων επαγγελματιών και επιστημόνων. Αντί η Κυβέρνηση να μας στηρίξει, μας δίνει τη χαριστική βολή. Υιοθετεί οριζόντια και άδικα μέτρα και επιλέγει την ισοπεδωτική πρακτική “καλύτερα λίγα από πολλούς παρά πολλοί από λίγους””.
Όπως λένε, “η Κυβέρνηση αγνοεί τα στοιχεία, που η ίδια διαθέτει και τα οποία αποδεικνύουν ότι ένα σημαντικό τμήμα των ελευθέρων επαγγελματιών αδυνατεί να ανταποκριθεί σε βασικές υποχρεώσεις και έχει σημαντικές οφειλές προς το Δημόσιο, τις Τράπεζες, τα Ασφαλιστικά Ταμεία. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΦΚΑ, το 33% των δικηγόρων βρίσκονται σε ρύθμιση οφειλών, ενώ ένας ιδιαίτερα μεγάλος αριθμός έχει απωλέσει λόγω αδυναμίας, τις ρυθμίσεις, στις οποίες είχε υπαχθεί και βρίσκεται ενώπιον καταδιωκτικών μέτρων. Σημειωτέον δε, ότι 12.977 δικηγόροι συστεγάζουν την επαγγελματική τους δραστηριότητα με την κατοικία τους, λόγω της αδυναμίας τους να καλύψουν τα επαγγελματικά τους έξοδα”.
Θεωρούν δε “αιτία πολέμου” το γεγονός ότι τσουβαλιάζονται συλλήβδην ως “φοροφυγάδες”, ενώ “η επίκληση ότι τα τεκμήρια είναι μαχητά, είναι προσχηματική και δεν αντέχει σε κριτική, αφού τυχόν προσπάθεια αμφισβήτησής τους, δικαστικά ή διοικητικά, καθίσταται στην πράξη, όπως έχει ήδη αποδειχθεί, κατά το παρελθόν, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, αλυσιτελής και περαιτέρω διότι αφορά μόνο περιπτώσεις εγκυμοσύνης, ασθένειας και στρατιωτικής θητείας”.
“Η Κυβέρνηση επιστρατεύει αναχρονιστικές, άδικες και ισοπεδωτικές μεθόδους καταπολέμησης της φοροδιαφυγής που ανήκουν σε περασμένες δεκαετίες, την ίδια στιγμή που επαίρεται ότι έχει στη διάθεσή της νέα εργαλεία ελέγχου (έμμεσες τεχνικές ελέγχου, myData, σύνδεση ταμειακών μηχανών με Υπουργείο Οικονομικών, εγκατάσταση POS κ.λπ.), ομολογώντας με αυτό τον τρόπο την πλήρη αποτυχία τους”, σημειώνουν.