Βρισκόμαστε στο Ξυλόκαστρο, στη νότια πλευρά του Κορινθιακού Κόλπου. Περπατάμε μέσα στο πευκοδάσος του Πευκιά, δίπλα στην παραλία της Συκιάς. Ακολουθώντας το μονοπάτι με κατεύθυνση ανατολική φτάνουμε στον καταπράσινο κήπο του ξενοδοχείου Sikyon, μέσα στο κτήμα που δεσπόζει εδώ και έναν αιώνα η βίλα του Άγγελου Σικελιανού και της Εύας Πάλμερ. Ένα διώροφο κτίριο μοναδικής αρχιτεκτονικής, προστατευόμενο μνημείο της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και κομμάτι της νεότερης ελληνικής ιστορίας.
Εκεί ο «αλαφροΐσκιωτος» ποιητής έζησε έναν μεγάλο και παράξενο έρωτα με την Αμερικανίδα Εύα Πάλμερ, έναν έρωτα που πυροδότησε το κοινό τους πάθος για την Αρχαία Ελλάδα. Ορμητήριο του κοινού τους στόχου για καθιέρωση των δελφικών εορτών, σημείο συνάντησης ιερών τεράτων της ελληνικής διανόησης στις αρχές του 20ου αιώνα, αρχηγείο των κατακτητών κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και κατόπιν ορόσημο της πρώτης τουριστικής περιοχής της Ελλάδας.
Ο επισκέπτης του σήμερα εύκολα διακρίνει αυτό που μάγεψε το ζεύγος κατά τη διάρκεια μιας εκδρομής στην Κορινθία πίσω στο 1908. Η Πάλμερ αγόρασε το παραθαλάσσιο οικόπεδο στην άκρη του πευκοδάσους για χάρη του συζύγου της. Η ανοικοδόμηση της πέτρινης βίλας ξεκίνησε το 1911 με σχέδια του ίδιου του Σικελιανού και ολοκληρώθηκε το 1916, για να λειτουργήσει ως εξοχική κατοικία για το ζευγάρι και τον μοναχογιό τους Γλαύκο. Όπως μας εξηγεί ο πολιτικός μηχανικός που επιμελήθηκε την ανακαίνιση του διατηρητέου κτιρίου, Θοδωρής Μαρίνης, αυτή ήταν η πρώτη και μοναδική αρχιτεκτονική απόπειρα του ποιητή και συνδυάζει διάφορες τεχνοτροπίες με στοιχεία βυζαντινής και ενετικής αρχιτεκτονικής.
Η παράξενη οικογένεια με τις αρχαιοελληνικές ενδυμασίες ήταν αδύνατον να μην τραβήξει την προσοχή των κατοίκων λαμβάνοντας περίοπτη θέση στους αστικούς μύθους και θρύλους της εποχής. Πολλές οι ιστορίες για τον Άγγελο, την Εύα, τον Γλαύκο και τους καλεσμένους τους. Η Πάλμερ έκανε εκεί πρόβες με τους ηθοποιούς που συμμετείχαν στις δελφικές παραστάσεις, ενώ ο Σικελιανός συχνά προσκαλούσε εξέχουσες προσωπικότητες της εποχής, όπως ο Κωστής Παλαμάς, ο Κώστας Καρυωτάκη και ο στενός του φίλος Νίκος Καζαντζάκης.
Ο Καζαντζάκης περιγράφει στο έργο του «Αναφορά στον Γκρέκο», στο κεφάλαιο «Ο φίλος μου ο ποιητής», μια ιστορία που οι ντόπιοι αποκαλούν «το μυστικό του υπογείου». Ο Καζαντζάκης έγινε μάρτυρας της «παρανοϊκής» προσπάθειας του Σικελιανού να αναστήσει ένα πτώμα που του έστειλε η Πάλμερ από την Αθήνα και μεταφέρει τη συνομιλία τους μετά την αποτυχημένη απόπειρα:
-Ντρέπουμαι… μουρμούρισε τέλος. Η ψυχή λοιπόν δεν είναι παντοδύναμη;
-Δεν είναι ακόμα, αποκρίθηκα· θα γίνει. Παλικαριά μεγάλη να θες να ξεπεράσεις τα σύνορα του ανθρώπου· μα παλικαριά μεγάλη και ν’ αναγνωρίζεις χωρίς τρόμο τα σύνορα και να μην απελπίζεσαι. Θα χτυπούμε, θα χτυπούμε τα κεφάλια μας απάνω στα κάγκελα, πολλά κεφάλια θα γίνουν θρύμματα, μα μια μέρα τα κάγκελα θα σπάσουν…
Άδοξο τέλος είχε και η προσπάθεια του Σικελιανού και της Πάλμερ να αναβιώσουν τη δελφική ιδέα, ένα πάθος που τους κατέστρεψε οικονομικά, καθώς η Εύα ξόδεψε μεγάλο μέρος της περιουσίας που της είχε αφήσει ο πλούσιος πατέρας της. Κάπως έτσι ήρθε το διαζύγιο και η πώληση της βίλας στο γαμπρό του Ιωάννη Μεταξά. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής μετατράπηκε σε αρχηγείο των Ιταλών και των Γερμανών, ενώ ο εμφύλιος τη βρήκε στα χέρια των ανταρτών.
Στα τέλη της δεκαετίας του ‘50, το κτήμα περνά στα χέρια του Σπύρου Τυπάλδου, δαιμόνιου επιχειρηματία της εποχής, ο οποίος αναγνωρίζοντας τόσο την πολιτιστική όσο και την τουριστική του αξία, θα αναδείκνυε το σπίτι και το πανέμορφο περιβάλλον γύρω από αυτό.
Ο Σπύρος και ο αδελφός του Χαράλαμπος, ιδιοκτήτες της ξακουστής Ατμοπλοΐας Αιγαίου, δημιούργησαν εδώ την πρώτη ουσιαστικά οργανωμένη τουριστική επιχείρηση στην Ελλάδα. Ο εγγονός Λεωνίδας Τυπάλδος μας μιλά για τους πρωτοπόρους παππούδες του.
«Πριν από 55 χρόνια που ξεκινήσαμε την επένδυση στο Ξυλόκαστρο, το πρώτο κομμάτι αφορούσε την οργανωμένη εκμετάλλευση του Πευκοδάσους, σαν οργανωμένο κάμπινγκ. Ήταν η πρώτη οργανωμένη προσπάθεια για παραθερισμό αλλοδαπών, καθώς η περιοχή είχε άδεια ως κέντρο παραθερισμού αλλοδαπών. Ήταν μια πολύ έξυπνη σύλληψη για την εποχή εκείνη, αφού τα καράβια των Τυπάλδων μετέφεραν ξένους στην Ελλάδα, γιατί να μην έχεις μια περιοχή να τους εξασφαλίζεις τον παραθερισμό ή τις διακοπές τους. Τα καράβια είτε άφηναν τον κόσμο στην Πάτρα και από εκεί ερχόντουσαν με λεωφορεία είτε μπαίνανε στον κορινθιακό και με λάντζες μεταφέραμε τον κόσμο στον Πευκιά. Αυτό πήγε εξαιρετικά καλά, η εταιρία είχε 20 γραφεί σε όλο τον κόσμο, σε κεντρικά σημείο του Λονδίνου, του Παρισιού, της Βιέννης, του Μονάχου, οπότε η διαφήμιση ήταν διεθνής. Και όλα αυτά γινόντουσαν στις αρχές του ‘50 που στην Ελλάδα γινόταν ακόμα πόλεμος, ήταν κάτι πολύ πρωτοποριακό για την εποχή, για ένα προϊόν βεβαίως προφανές όπως ο τουρισμός. Το 59-60 οι Τυπάλδοι αγοράζουν από ντόπιους το όμορο κτήμα εντός του οποίου βρίσκεται η βίλα του Άγγελου Σικελιανού, ένα κτήμα 10 στρεμμάτων, όπου κατασκεύασαν ξύλινα μπάνγκαλοους 20-25 τ.μ. και πολύ αργότερα έγινε ένα ξενοδοχείο θερινών διακοπών που λειτούργησε μέχρι το 2007 – 2008».
Εν τω μεταξύ, το 1989, με την Μελίνα Μερκούρη στο υπουργείο Πολιτισμού, η βίλα χαρακτηρίζεται ως σημαντικό μνημείο της νεότερης πολιτιστικής κληρονομίας της χώρας και προστατεύεται από τη σχετική νομοθεσία.
Το 2009, ο Λεωνίδας Τυπάλδος χάνει τον πατέρα του, εγκαταλείπει τη δικηγορία και αναλαμβάνει να ξαναφτιάξει από την αρχή την ξενοδοχειακή επιχείρηση στο Ξυλόκαστρο. Γκρεμίζει τα πάντα και φτιάχνει το Sikyon Coast Hotel & Resort.
«Η ανακαίνιση ήταν πολύ μεγάλη για την περιοχή και τα δεδομένα της εποχής αλλά επενδύσαμε στον προορισμό, στο ξενοδοχείο προορισμός για να φτιάξουμε ένα ωραίο resort, σε ένα εξαιρετικό σημείο μια ώρα από την Αθήνα» εξηγεί ο Λεωνίδας. «Και βέβαια η βίλα είναι αναπόσπαστο μέρος της όλης εμπειρίας. Πέρα από την περιήγηση που μπορεί να κάνει κανείς εντός, αξιοποιήσαμε τη βεράντα για να λειτουργήσουμε ένα εστιατόριο. Σκέψου το συναίσθημα ότι κάποιος τρώει εκεί που έτρωγε ο Καζαντζάκης, ο Καρυωτάκης και ο Σικελιανός. Όταν περπατάς από τη βίλα στην παραλία και περνάς από το παγκάκι που καθόταν ο Σικελιανός, καταλαβαίνεις ότι εκεί κάτι συνέβαινε. Δεν είναι τυχαίο ότι όλα αυτά τα τέρατα της διανόησης ήταν εκεί. Και υπάρχει βέβαια και ένα τεράστιο θέμα με το τι εμπορεύεσαι και τι όχι, είναι πολύ λεπτά τα όρια. Πρέπει πάντα να σέβεσαι το θησαυρό που έχεις στα χέρια σου, να κάνεις κοινωνό διακριτικά τον πελάτη και επειδή προφανώς εμπλέκεται και η επιχείρησή σου σε όλο αυτό, να γίνεται με μεγάλο σεβασμό. Αυτό ήθελε σκέψη και νομίζω ότι το καταφέρνουμε».
Πορεία προδιαγεγραμμένη στα χνάρια των προγόνων του;
«Τα μεγέθη είναι μη συγκρίσιμα» απαντά ο ίδιος. «Οι παππούδες για την εποχή τους ήταν τεράστιοι, κινούσαν τα νήματα του τουρισμού, είχαν τριάντα καράβια, είχαν γραφεία σε όλο τον κόσμο, ήταν πρωτοπόροι. Ο Σπύρος Τυπάλδος είχε χαρακτηριστεί από το Travel World, το μεγαλύτερο επιχειρηματικό και τουριστικό περιοδικό της εποχής, the father of public cruising, ήταν ο πρώτος δηλαδή στον κόσμο της παροχής εν πλω διακοπών, είχε φιλοξενήσει πρωθυπουργούς Έλληνες, ξένους, είχε τεράστια ιστορία.
Εγώ έχω απλώς ένα ξενοδοχείο στο Ξυλόκαστρο, τίποτα άλλο. Προσπαθώ να το βελτιώσω και να κάνω το καλύτερο. Κληρονόμησα το δαιμόνιο και την ευθύνη που σου δίνε όλο αυτό. Είναι μια ιστορία που πρέπει να σέβεσαι, να σε καθοδηγεί και εννοείται ότι προσαρμόζεις τον τρόπο που επιχειρείς στα σύγχρονα δεδομένα. Στην Ελλάδα θα έπρεπε να έχουμε τουρισμό 8 μήνες το χρόνο, για να το πετύχεις αυτό, πρέπει να πείσεις τον άλλο για τους λόγους που πρέπει να έρθει. Εμείς λειτουργούμε spa με εξειδικευμένες θεραπείες, προτείνουμε δραστηριότητες στο δάσος, την περιήγηση στη βίλα και εξειδικευμένα events όπως γιόγκα και οινογνωσίας όλο το χειμώνα. Είναι σημαντικό να δημιουργούνται αφορμές να τιμούμε το ωραίο αυτό σημείο και το χειμώνα. Το όραμά μου είναι μέσα σε αυτό το χώρο να βελτιώνομαι, να εξελίσσομαι και η πρόταση που κάνω να έχει απήχηση στους ανθρώπους. Και πάνω από όλα να προσφέρω καλές υπηρεσίες στον πελάτη, ο ξενοδόχος έχει τεράστια ευθύνη απέναντι στον πελάτη που μεταφέρει την καθημερινότητά του στον χώρο των διακοπών του».
Πηγή: http://news247.gr/