Ιστορία της Παλιάς μάσκαρας στα Δαμουλιανάτα.

326
 Στα Δαμουλιανάτα και σύμφωνα με πληροφορίες που διέσωσε ο καθηγητής λαογράφος Δημήτριος Σωτ. Λουκάτος από τη μνήμη του Κώστα Χρ. Ζαφειράτου γνωρίζουμε τον τρόπο που γινόταν η “μασκαρία” γύρω στο 1900. Όλο το χωριό έδινε κάτι στην επιτροπή για τις ετοιμασίες τους, κι οι νοικοκυρές δάνειζαν πρόθυμα τα χρυσαφικά τους για να τα φορέσουν οι ντάμες.
Οι πλούσιοι έδιναν ρολόγια και καδένες για τους Γιαννίτσαρους ή Γιαννιτσαραίους.
Το θέμα αυτό (Γιαννίτσαροι) που ήταν και το μεγάλο μέρος της μασκαρίας, φαίνεται, πως, ήλθε από την υπόλοιπη Ελλάδα, ιδιαιτέρως την Ήπειρο και Μακεδονία. Διατηρείται ακόμη ως έθιμο αποκριάτικο στην Νάουσα και σ’ άλλα μέρη των περιοχών της Βορείου Ελλάδας.
Οι Γιαννίτσαροι, άνδρες λεβεντόκορμοι, φορούσαν φουστανέλα (σημαντικό αυτό για τα Επτάνησα), έβαζαν γελέκι (σοκάρδι) χρυσοκέντητο στο στήθος, σκάρτσες μεγάλες άσπρες και χόρευαν με κέφι. Στο κεφάλι τους είχαν την Ορλάντα, μια παράξενη περικεφαλαία από χαρτόνι, που την στόλιζαν με χίλια μπιχλιμπίδια, ιδιαιτέρως με καθρεπτάκια και γυαλιστερά κουμπιά για να ακτινοβολεί.
Ο κάθε Γιαννίτσαρος είχε και την ντάμα του, που ήταν άνδρας λεπτοκαμωμένος, κι έκαναν ζευγάρι. Φορούσαν μπαρμπούτες (μάσκες) κέρινες, αγοραστές και χόρευαν με αξιοπρέπεια και λεβεντιά. Ο λαογράφος μας Δήμητριος Λουκάτος λέει “πως οι γενίτσαροι του Τουρκικού στρατού ήταν ονομαστοί για την επιβολή του και την επίλεκτη κορμοστασιά τους. Αλλά χρησιμοποιούνταν (με μεταμφιεστική προσαρμογή) για κάθε φρούρηση και προστασία της Αποκριάς (ίσως το Γιαννίτσαρης” επλησίαζε εδώ και το ακριτικό “Γιάννης”.
Απαραίτητος για την τάξη της “μασκαρίας” ήταν ο Τσάφος (είδος αστυνομικού), πολλές φορές ήταν δύο και τρεις τον αριθμό. Δουλειά τους ήταν να ανοίγουν δρόμο να περνά η μασκαρία και να πιάνουν τους πλούσιους, να τους ενοχοποιούν, πως δήθεν κάτι έχουν κάνει πηγαίνοντας τους στο Δικαστή (κάποιος μεταμφιεσμένος) και αυτός να τους δικάζει και να τους βάζει να πληρώνουν ένα ποσό. Έτσι έβγαζαν τα οικονομικά της μασκαρίας.
Το πρόστιμο (ή μούτρα) ήταν ανάλογο με την οικονομική κατάσταση του πλουσίου. Ο τύπος παράστασης της Μασκαράτας (της Μασκαρίας) στην Κεφαλονιά ήταν σχεδόν ο ίδιος σ’ όλα τα χωριά. Οι διαφορές που συναντάμε είναι ελάχιστες ως προς τη θεματική της Μάσκαρας.
Οι Μασκαρίες άρχιζαν όπως έμπαινε το Τριώδι. Από την πρώτη Κυριακή οι καβαλιέροι “έψαχναν” την Ντάμα τους για να σχηματίσουν ζευγάρι και όταν έρχονταν η ώρα όλα τα ζευγάρια ήταν έτοιμα για την πομπή, που με τη συνοδεία του Μπουλούμπαση έφταναν στ’ αλώνια για να κορυφωθεί η διαδικασία του κεφιού και του γλεντιού.
Σύμφωνα με τον καθηγητή λαογράφο Δημήτριο Λουκάτο, η πομπή σχηματιζόταν έτσι: Ο κουδουνάς: Ως συνήθως ένας γέρος που φορούσε χιαστί κουδούνια στο στήθος του πάνω από δέρματα που ήταν ντυμένος. Έτρεχε δε, μπροστά ως αγγελιοφόρος της μάσκαρας και φώναζε… «Έρχεται η μάσκαρα ή Έρχονται..» Ο Μπουλούμπασης ή Ματζαδόρως (Mazzo) o ραβδούχος: Άλλοι τον λένε Τσάφο. Ήταν ο τύπος του προστάτη, του μπράβου που μ’ ένα γιαταγάνι ή ραβδί στο χέρι άνοιγε δρόμο, για να περάσει η μάσκαρα.
Τα βιολιά: (βιολιτζήδες, κι άλλοι οργανοπαίκτες που έπαιζαν διάφορα όργανα, όπως σκορτσάμπουνο και ανακαρί.
Τα ζευγάρια: (Καβαλιέροι Ντάμες) έως 15 -20 ζευγάρια.
Ο κόσμος περίμενε την πομπή στα αλώνια, όπου τα είχαν στολίσει με αψίδες από μυρσίνες για να περάσει η μάσκαρα. Στα αλώνια ήταν “ποστιασμένο” το πάρκο με αψίδες για τα βιολιά κι τα άλλα όργανα και ο Μπουλούμπασης (Ματζαδόρος) άνοιγε το χώρο “έκανε τόπο” για να χορέψει η μάσκαρα. Τα ντυμένα ζευγάρια χόρευαν πρώτα τις Καντρίλιες κι έπειτα έμπαινα στον κύκλο κι άλλοι χορεύοντας τους τοπικούς μας χορούς κι ακολουθούσαν οι πόρκες, τα βάλς και οι μαζούρκες.
Όσο χόρευαν και “φούντωνε τ’ αλώνι στο κέφι” κάποιοι άλλοι είχαν ντυθεί Διάολοι τη λεγόμενη “Διαβολοκαβαλαρία” και πείραζαν τον κόσμο με τις διαολιές τους. Ανέβαιναν στα δέντρα και διακωμωδούσαν τον κόσμο με τα λόγια. Άλλοι ντυμένοι την εμφάνιση της αρεσκείας τους, όπως γύφτοι, μπουφόνοι, έπαιζαν τους “ρόλους τους”. Ο Μπουλούμπασης έκανε βόλτες, ήταν παρόν και με μάτι γερακίσιο ,έπιανε τους πλούσιους, τους πήγαινε στους “γιατρούς”, όπου με διάφορα θερμόμετρα ιδίως του μούστου τους εξέταζαν και τους έβγαζαν άρρωστους. Έτσι τους συνιστούσαν να πάρουν ή να κεράσουν ένα ποτό από το μπουφέ της Μάσκαρας, για να περάσει ο πυρετός.
Την τελευταία Κυριακή το βράδυ ή την Καθαρή Δευτέρα όλη η μάσκαρα πάλι με αρχηγό τον κουδουνά μπροστά πήγαινε στα γύρω χωριά κι ευχαριστούσε με το δικό της τρόπο τον κόσμο. Εκείνοι κερνούσαν τους μασκαράδες κι έτσι τέλειωνε το γλέντι.
Σ’ αυτές τις όμορφες αποκριάτικες παραστάσεις του νησιού μας που “κρατήθηκαν” έστω κι αμυδρά έως και τη δεκαετία του ’70, απαραίτητο στοιχείο αποτελούσαν και οι κωμικές παντομίμες ή σκηνές από θεατρικές παραστάσεις.
Μα και την Καθαρή Δευτέρα συνέχιζαν να διασκεδάζουν και να γλεντούν με άσματα σκωπτικά και πειρακτικά με κλίση προς τα σεξουαλικά υπονοούμενα.
Σήμερα έχει χαθεί ή ελαττωθεί κατά πολύ ο παλιός τρόπος της Μάσκαρας ή Μασκαρίας και “τραβήχτηκε” το Καρναβάλι στο Ληξούρι. Οι λόγοι που χάθηκε ο παλιός διασκεδαστικός τρόπος της μάσκαρας είναι ότι ερήμωσαν τα χωριά, άλλαξε ο τρόπος ζωής που δεν μας επιτρέπει εύκολα τη συμμετοχή μας στα “κοινά”.

Πηγη : Από το facebook

ΔΑΜΟΥΛΙΑΝΑΤΑ – ΡΙΦΙ. ΠΑΛΛΙΚΗΣ

Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις