ΞΕΚΙΝΗΣΕ ΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ ΙΑΚΩΒΑΤΕΙΟΥ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ
► Την Παρασκευή, 12 Απριλίου, το πρωί, ξεκίνησε το Επιστημονικό Συνέδριο της Ιακωβατείου Βιβλιοθήκης, στην κεντρική αίθουσα του Μουσείου Ληξουρίου και θα διαρκέσει μέσχρι και την Κυριακή το βράδυ.
Κατά την έναρξη του Συνεδρίου έγιναν δυο σύντομες εισαγωγικές ομιλίες αντίστοιχα από τη Δώρα Ζαφειράτου, Διευθύντρια της Βιβλιοθήκης («Κάτε Τυπάλδου Ιακωβάτου Τουλ», στη μνήμη της οποίας είναι αφιερωμένο το Συνέδριο) και τον Πέτρο Πετράτο, Πρόεδρο του Εφορευτικού Συμβουλίου της Βιβλιοθήκης («Ιακωβάτειος: Βιβλιοθήκη και Μουσείο»), χαιρέτισε ο Δήμαρχος Ληξουρίου και διαβάστηκε επιστολής της Μαρίας Τουλ, εγγονής της Κάτες Τυπάλδου Ιακωβάτου Τουλ.
Στις δύο πρωινές συνεδρίες και στην απογευματινή ακούστηκαν συνολικά 14 ανακοινώσεις, που αναφέρονταν σε σημαντικά – κάποια και μοναδικά – βιβλία και σε αρχαιολογικά εκθέματα της Ιακωβατείου Βιβλιοθήκης, ενώ και η συζήτηση που ακολούθησε, ήταν ενδιαφέρουσα.
► Το Συνέδριο είναι ανοιχτό στους συμπολίτες μας, με ζωντανή ή διαδικτυακή παρακολούθηση. Η δεύτερη μπορεί να γίνει μέσω του link https://us02web.zoom.us/j/83068640649?pwd=WjhvNGZaSjEyeHNzTzdWQ3J3VDBaZz09 ή μέσω της σύνδεσης με zoom με τους κωδικούς: Meeting ID: 830 6864 0649 – Passcode: 470813.
► Το Σάββατο θα γίνουν ανακοινώσεις σχετικές με την Οικογένεια Τυπάλδων Ιακωβάτων και με θέματα ιστορίας της Τέχνης
→ το Σάββατο το βράδυ, μόλις τελειώσει η συνεδρία, γύρω στις 8.30 μ.μ., η Παρέα των Κανταδόρων από τη Λειβαθώ υπό τη διεύθυνση του μαέστρου Βασίλη Καλογηρά θα τραγουδήσει όμορφες καντάδες,
ΤΟ ΕΦΟΡΕΥΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΙΑΚΩΒΑΤΕΙΟΥ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ
Η ομιλία του προέδρου Πέτρου Πετράτου
ΙΑΚΩΒΑΤΕΙΟΣ: ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΟ
Το Ληξούρι έχει την τιμή να φιλοξενεί τα τελευταία 60 χρόνια τη Δήμοσια Βιβλιοθήκη του νησιού, καθώς η Κεφαλονιά από το 1926 δεν διέθετε Δημόσια Βιβλιοθήκη. Η Ιακωβάτειος Βιβλιοθήκη είναι η δεύτερη Δημόσια Βιβλιοθήκη της Κεφαλονιάς. Η πρώτη ήταν η λεγόμενη «Δημόσια Βιβλιοθήκη Κεφαλληνίας», η οποία πρωτολειτούργησε το 1887 στο Αργοστόλι με την πρωτοβουλία και την ουσιαστική στήριξη του τότε μητροπολίτη του νησιού Γερμανού Καλλιγά, μετέπειτα αρχιεπισκόπου Αθηνών. Ο Γερμανός Καλλιγάς, φωτισμένη εκκλησιαστική μορφή με σπουδαία συνεισφορά στα ζητήματα αναδιοργάνωσης της τοπικής Εκκλησίας και στην ίδρυση φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, λίγους μήνες πριν, είχε ιδρύσει τη Βιβλιοθήκη της Αρχιεπισκοπής Κεφαλληνίας, την οποία επιδίωξε και πέτυχε να τη μετατρέψει σε Δημόσια, εξασφαλίζοντας έτσι μέσα από την κρατική επιχορήγηση την απρόσκοπτη λειτουργία της.
Αυτή η πρώτη Δημόσια Βιβλιοθήκη της Κεφαλονιάς λειτούργησε μέχρι το 1926, 40 περίπου χρόνια, οπότε με απόφαση του Υπουργείου Παιδείας συνενώθηκε ή μάλλον «απορροφήθηκε» από την τότε νεοϊδρυθείσα Κοργιαλένειο Βιβλιοθήκη, η οποία μέχρι το 1963 υποκαθιστούσε την έλλειψη Δημόσιας Βιβλιοθήκης στην Κεφαλονιά.
Χάρη, όμως, στη δωρεά της Οικογένειας Τυπάλδων Ιακωβάτων το Ληξούρι κατέστη η έδρα της δεύτερης Δημόσιας Βιβλιοθήκης του νησιού και παραμένει μέχρι σήμερα. Το 1963 το αρχοντικό της ληξουριώτικης οικογένειας Τυπάλδου Ιακωβάτου παραχωρείται στο Ελληνικό Δημόσιο. Η πατρότητα της παραχώρησης αυτής ανήκει σε μια γυναίκα, στη σιορα-Κάτε Τυπάλδου Ιακωβάτου Τουλ, στη μνήμη της οποίας είναι αφιερωμένο το Συνέδριό μας. Και δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς, αφού χάρη στη σκέψη, στη θέληση και στην απόφαση εκείνης της γυναίκας υφίσταται σήμερα στο Ληξούρι Βιβλιοθήκη και Μουσείο.
Η γυναίκα αυτή, μοναδική απόγονος και κληρονόμος της Οικογένειας Τυπάλδου Ιακωβάτου, πριν φύγει από τη ζωή είχε διατυπώσει εγγράφως την επιθυμία μας προς τα παιδιά της: το αρχοντικό της Οικογένειάς της να δωρηθεί στο Δημόσιο, προκειμένου «να λειτουργεί ως “Δημόσια Βιβλιοθήκη των αδελφών Τυπάλδων Ιακωβάτων”. Έγραφε, μάλιστα: «το δε σπίτι να διαθέτετε ως Μουσείον εντοπίων κειμηλίων, ιδίως εκκλησιαστικών, την απαρχήν δε τότε θα αποτελέσουν τα υπάρχοντα εις το σπίτι ιερά άμφια του θείου μου Κωνσταντίνου, Μητροπολίτου Σταυρουπόλεως». Και συνέχιζε: «Εις την περίπτωσιν αυτήν, επειδή οι Ιακωβάτοι ηγωνίσθησαν πάντοτε υπέρ της όλης νήσου Κεφαλληνίας, επιθυμώ να θεωρηθή η Βιβλιοθήκη και το Μουσείον ως Κεφαλληνιακά».
Και η επιθυμία της σιορα-Κάτες έγινε πραγματικότητα. Ο γιος της Χαράλαμπος – Χάρης για την οικογένεια – καθηγητής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, ενεργώντας το 1963 και εξονόματος της αδελφής του Ρενές και του αδελφού του Ερνέστου, παραχώρησε, ως δωρεά, το αρχοντικό και μεγάλο μέρος του περιεχομένου του στο Ελληνικό Δημόσιο με το υπ’ αριθ. 24351/6-7-1963 δωρητήριο συμβόλαιό του, με τον όρο να ιδρυθεί και να στεγαστεί σε αυτό Βιβλιοθήκη – Μουσείο. Και στη συνέχεια, με την από 28-8-1963 κοινή απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και του Υπουργού Οικονομικών ιδρύθηκε στο Ληξούρι η «Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη – Μουσείο Τυπάλδων – Ιακωβάτων», η οποία πρόσφατα μετονομάστηκε σε «Ιακωβάτειο Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη – Μουσείο Ληξουρίου» και υπάγεται στο Υπουργείο Παιδείας, λειτουργώντας ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.).
Εκείνη η σκέψη και απόφαση της Κάτες ήταν επαναστατική για την εποχή της. Σίγουρα υπήρχαν στα σπίτια των πλουσίων και των λογίων της εποχής αξιόλογες ιδιωτικές βιβλιοθήκες, σημαντική βιβλιοθήκη διέθετε από τα μέσα του 1840 η λεγόμενη «Πετρίτσειος Σχολή» – μετέπειτα Πετρίτσειο Γυμνάσιο Ληξουρίου – βιβλιοθήκη πρέπει να είχε από τα τέλη του 19ου αιώνα και το λεγόμενο «Λιβιεράτειο Ελληνικό Σχολείο Αγίας Θέκλης» – σημερινό Γυμνάσιο Αγίας Θέκλης – αλλά λαϊκή, δημόσια, με τη σημερινή έννοια, βιβλιοθήκη, ανοιχτή σε όλο το κοινό δεν υπήρχε στην ευρύτερη περιοχή του Ληξουριού με την πλούσια πνευματική παράδοση αλλά και τις τεράστιες κοινωνικές ανισότητες.
Έτσι, με την πρωτοβουλία της Κάτες Τυπάλδου Ιακωβάτου Τουλ το Ληξούρι και γενικότερα η Κεφαλονιά αποκτούσε το 1963 Δημόσια Βιβλιοθήκη. Και μια τέτοια βιβλιοθήκη μπορεί να χαρακτηριστεί ουσιαστικά ως δημόσιο αγαθό, καθώς η Δημόσια Βιβλιοθήκη «λειτουργεί ως φορέας λαϊκής μόρφωσης προς το συμφέρον του κάθε ανθρώπου, ανεξάρτητα από την ηλικία, τη μόρφωση, την κοινωνική και την οικονομική του κατάσταση», σύμφωνα με τη σχετική Διακήρυξη της UNESCO το 1946. Κάτι τέτοιο είχε υπόψη του παλαιότερα και ο άλλος Ληξουριώτης, ο Στάμος Πετρίτσης, όταν στη διαθήκη του, αναφερόμενος στην ίδρυση της ομώνυμης Σχολής, έγραφε: «Τα βιβλία μου να χρησιμοποιηθούν σε Δημόσια Βιβλιοθήκη για να βοηθούν και ωφελούν την νεολαία».
Εξήντα, λοιπόν, χρόνια τώρα, η Ιακωβάτειος Βιβλιοθήκη προχωρεί μέσα στο χρόνο, έχοντας καταστεί διακριτό στοιχείο στην πνευματική ζωή της Κεφαλονιάς και γενικότερα των Επτανήσων, καθώς έχει παράσχει – και θα παρέχει – το βασικό πλαίσιο για την έγκυρη γνώση και την πνευματική/πολιτιστική ανάπτυξη της κοινωνίας μας. Και την αντίληψη αυτήν την είχε κατά νου η σιόρα Κάτε, όταν έγραφε σε μια επιστολή της για τη δωρεά του αρχοντικού: «Ίσως κάποτε ευρεθή ένας φιλόλογος, να λάβη ενδιαφέρον να εξετάση και να ωφεληθή από αυτά (τα βιβλία και τα αρχεία της Βιβλιοθήκης) και να τα δημοσιεύση». Στα 60 χρόνια λειτουργίας της Βιβλιοθήκης βρέθηκαν δεκάδες και φιλόλογοι και ιστορικοί και άλλοι ερευνητές, που μελέτησαν και μελετούν, όπως καληώρα σήμερα όλοι εμείς εδώ, και αναδεικνύουν τον πλούτο τον κρυμμένο στα κιτρινιασμένα φύλλα των βιβλίων και αρχείων της Βιβλιοθήκης μας. Στο σημείο αυτό οφείλουμε να μνημονεύσουμε 4 συμπολίτες μας, που έχουν φύγει από κοντά μας αλλά στήριξαν αποφασιστικά το έργο και την προσφορά της Ιακωβατείου, τον για χρόνια διευθυντή της Βασίλη Λουκέρη, τους υπαλλήλους της Σπύρο Σκλάβο και Ελένη Γραικούση και τον γιατρό Γεράσιμο Πεντόγαλο, πρόεδρο του Εφοερυτικού Συμβουλίου.
Η Κάτε, βέβαια. ζητώντας τη σύσταση Βιβλιοθήκης, μίλησε και για Μουσείο. Άλλωστε, μια τέτοια σύζευξη βιβλιοθήκης και μουσείου δεν ήταν έξω από τα δεδομένα εκείνης αλλά και της προηγούμενης εποχής. Εξάλλου, στο Αργοστόλι ο μητροπολίτης Γερμανός ενδιαφέρθηκε και για την ίδρυση Μουσείου, το οποίο θεωρούσε αναπόσπαστο κομμάτι της Βιβλιοθήκης. «Ως απαρχήν του Μουσείου» πρότεινε η Κάτε τα άμφια του Κωνσταντίνου, τις θρησκευτικές εικόνες του αρχοντικού, τις τρεις προσωπογραφίες των αδελφών Ιακωβάτων, της μητέρας της και των διαφωτιστών Μηνιάτη, Κοραή, Θεοτόκη κ.λπ., οι οποίες μέχρι σήμερα απόκεινται στο μουσειακό τμήμα της Βιβλιοθήκης. Μέσα στα μουσειακά εκθέματα η σιορα-Κάτε περιελάμβανε την αλληλογραφία των Ιακωβάτων, τις συγγραφικές εργασίες του Κωνσταντίνου και άλλα παρόμοια, τα οποία σήμερα είναι ενταγμένα το αρχειακό τμήμα της Βιβλιοθήκης μας.
Οι σεισμοί του 2014 πλήγωσαν σοβαρά την Ιακωβάτειο Βιβλιοθήκη. Το αρχοντικό ακόμη δεν έχει επισκευαστεί λόγω της απαράδεκτης ολιγωρίας του Υπουργείου Παιδείας, στην ιδιοκτησία του οποίου υπάγεται. Η λειτουργία, όμως, της Βιβλιοθήκης έχει επανέλθει και μάλιστα με θεαματικά, κατά κοινή ομολογία, αποτελέσματα. Η αναγκαστική μετεγκατάσταση στο κτήριο του Μουσείου Ληξουρίου από τις αρχές του 2019 έχει δώσει μια άλλη δυναμική στην όλη λειτουργία της, ενώ δε σταμάτησε καθόλου ο εμπλουτισμός της σε βιβλιακό και αρχειακό υλικό.
Πριν τους σεισμούς του 2014 η Βιβλιοθήκη φιλοξενούσε, εκτός από τα βιβλία των Ιακωβάτων (6.500 τόμους) τη Συλλογή του πανεπιστημιακού καθηγητή Θεολογίας και ακαδημαϊκού Αμίλκα Αλιβιζάτου (8.500 τόμους), τη Συλλογή των αδελφών ιατρών Σπύρου και Φώτη Λαμπίρη (500 τίτλους), τη Συλλογή του οικονομολόγου Σπύρου Λοβέρδου (2.000), και τις μικρότερες αριθμητικά Συλλογές του Δεστούνη, του Κωλέντη, του Κεφαλά κ.ά. Μετά τους σεισμούς το βιβλιακό υλικό έχει κατά πολύ εμπλουτιστεί τόσο από πολλές μικρές αριθμητικά προσφορές συμπολιτών μας, εκδοτικών οίκων και δικές μας αγορές, αλλά και από πλουσιότερες οικογενειακές ή προσωπικές, όπως από την προσωπική βιβλιοθήκη του πολιτικού και διανοούμενου Νίκου Λιναρδάτου (2.500), του δημοσιογράφου και ιστορικού συγγραφέα Σπύρου Λιναρδάτου (2.500), του λόγιου εμπόρου και επιχειρηματία Διονύση Βιτζεντζάτου (3.500), του επίτιμου καθηγητή Ισπανικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Parkside του Wisconsin Κωνσταντίνου Σταθάτου (300), του ποιητή, δοκιμιογράφου και μεταφραστή Λατινοαμερικάνων κυρίως ποιητών και πεζογράφων Ρήγα Καππάτου (1000) και, πρόσφατα, του καθηγητή Χειρουργικής Κωνσταντίνου Αλιβιζάτου (4.000).
Αλλά και το Αρχείο έχει εμπλουτιστεί με σπουδαίο υλικό. Εκτός από το Αρχείο Τυπάλδων Ιακωβάτων που μαζί με το Αρχείο της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης μέχρι την προσεισμική περίοδο συνιστούσαν ουσιαστικά το αρχειακό τμήμα της Ιακωβατείου Βιβλιοθήκης, μετά το 2015 έχουν κατατεθεί εδώ τα εξής αρχεία: Αρχείο του λόγιου δημοσιογράφου Παναγή Στ. Πατρίκιου, Αρχείο του αντιστασιακού και ιστορικού Σπύρου Δημ. Λουκάτου, Αρχείο Οικογένειας Τουλ, Αρχείο του φιλόλογου και συγγραφέα Ευαγγέλου Τσιμαράτου, Αρχείο του δάσκαλου Διονυσίου Ελευθεράτου, Αρχείο του δάσκαλου Γεωργίου Φωτεινάτου Αρχείο του ερευνητή και συγγραφέα Ιουλιανού Μπενετάτου, Αρχείο των πανεπιστημιακών καθηγητών Παναγιώτη και Σπύρου Ζερβού, Αρχείο του δημοσιογράφου Μάκη Κουρή, το οποίο συνεχώς συμπληρώνεται, ενώ τελευταία προσπαθούμε να δημιουργήσουμε Αρχείο Φωτογραφίας με κύριο πυρήνα το φωτογραφικό υλικό του Γεωργίου Τσελέντη από την Έρισσο, και να διαμορφώσουμε Αρχείο Αφίσας με κύριο δωρητή το φωτογράφο Γεράσιμο Νεόφυτο..
Η μελέτη επισκευής του σεισμόπληκτου αρχοντικού, η οποία ξεκίνησε με αποκλειστική δική μας πρωτοβουλία, αφού εξασφαλίσαμε ιδιωτική χορηγία, έχει ουσιαστικά τελειώσει, καθώς έχουν εγκριθεί οι προτάσεις από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας και του Υπουργείου Πολιτισμού. Ενόψει, λοιπόν, της άμεσα ορατής έναρξης επισκευής του κτηρίου, αποφασίσαμε ως Εφορευτικό Συμβούλιο και προτείναμε στο Δημοτικό Συμβούλιο, το οποίο και ομόφωνα συμφώνησε να υπάρξει η εξής «κατανομή» των τμημάτων της Ιακωβατείου Βιβλιοθήκης μετά την επισκευή του αρχοντικού.
Επιτρέψτε μου, πρώτα, να σας αναλύσω το σκεπτικό μας:
Κτηριακά, χωροταξικά το ισόγειο του κτηρίου της Ιακωβατείου Βιβλιοθήκης, το οποίο μέχρι τους σεισμούς του 2014 στέγαζε τη Βιβλιοθήκη, δε διαθέτει τις προδιαγραφές για τη λειτουργία μιας σύγχρονης Βιβλιοθήκης, καθώς, ως παλιό αρχοντικό, αποτελείται από μικρά δωμάτια, με αποτέλεσμα μια τέτοια διαρρύθμιση να μην εξυπηρετεί την ανάπτυξη όλων των δραστηριοτήτων της Βιβλιοθήκης μας, αλλά και δεν υπάρχει η δυνατότητα εσωτερικών διαρρυθμίσεων λόγω του παραδοσιακού χαρακτηρισμού του κτηρίου. Αντίθετα, ο εσωτερικός χώρος του Μουσείου και ειδικότερα η κεντρική αίθουσα, με την ανάλογη διαρρύθμιση που μπορούμε να επιφέρουμε, παρέχει μεγάλες δυνατότητες στη Βιβλιοθήκη να αναπτύξει σε μεγάλο βαθμό τα Τμήματά της (Αρχειακό, Δανειστικό, Αναγνωστήριο κ.λπ.).
Η επιφάνεια του ισογείου του κτηρίου της Ιακωβατείου είναι μόνο 210 τ.μ., και είχε προστεθεί στη νότια πλευρά του κτηρίου μικρότερο κτίσμα επιφάνειας 140 τ.μ., προκειμένου στο συνολικό χώρο των 350 τ.μ. να στεγαστούν τα περίπου 30.000 βιβλία, που διέθετε μέχρι την περίοδο των σεισμών η Βιβλιοθήκη. Αντίθετα, η κεντρική αίθουσα του Μουσείου καλύπτει επιφάνεια 544 τ.μ. Επιπλέον, λόγω του ύψους της μπορεί να δεχτεί πατάρι με νέα βιβλιοστάσια, όπου μπορούν να τοποθετηθούν πολλαπλάσια βιβλία, καθώς μετά τους σεισμούς η Βιβλιοθήκη μας έχει αυξήσει μέχρι σήμερα τον αριθμό των βιβλίων της κατά 20.000 και με σταθερή την προοπτική του συνεχούς εμπλουτισμού της, όπως αρμόζει σε κάθε σύγχρονη Βιβλιοθήκη.
Επομένως, με βάση τα παραπάνω, αν θέλουμε να έχουμε μια σύγχρονη Βιβλιοθήκη, που συνεχώς να εμπλουτίζεται, να αναπτύσσεται και να εξελίσσεται, ο μόνος ενδεδειγμένος χώρος για τη στέγασή της, με βάση βέβαια τα σημερινά δεδομένα της πόλης του Ληξουριού, είναι το κτήριο του Μουσείου Ληξουρίου, που ανήκει στο Δήμο Ληξουρίου και μας έχει παραχωρηθεί μέχρι την οριστική επισκευή του κτηρίου της.
Η επανεγκατάσταση της Βιβλιοθήκης μας στο ισόγειο του αρχοντικού της Ιακωβατείου μετά την αποκατάστασή του είναι σίγουρο ότι θα δυσκολέψει κατά πολύ την παραπέρα ανάπτυξη της Βιβλιοθήκης, εξαιτίας της περιορισμένης επιφάνειας του ισογείου. Άρα, κατά τη γνώμη μας, επιβάλλεται να συνεχιστεί, ακόμη και μετά την οριστική επισκευή του αρχοντικού, η στέγαση της Βιβλιοθήκης στο κτήριο του Μουσείου, γι’ αυτό και ζητήσαμε από το Δημοτικό Συμβούλιο και το Δ.Σ. ομόφωνα αποφάσισε να παραχωρηθεί το κτήριο του Μουσείου στην Ιακωβάτειο Βιβλιοθήκη – τυπικά στο Υπουργείο Παιδείας – για το χρονικό διάστημα των επόμενων 30 ετών, προκειμένου να στεγαστεί αποκλειστικά το βιβλιακό και αρχειακό τμήμα της Βιβλιοθήκης μας και μετά την επισκευή του αρχοντικού.
Έτσι, το επισκευασμένο κτήριο της Ιακωβατείου Βιβλιοθήκης – ισόγειο και όροφος – θα μπορέσει να λειτουργήσει αποκλειστικά ως Μουσείο-Πινακοθήκη/Γλυπτοθήκη. Σε αυτό, λοιπόν, το Μουσείο θα τοποθετηθούν τα ήδη υπάρχοντα εκθέματα της Οικογένειας Τυπάλδου Ιακωβάτου (έπιπλα, πορτρέτα, εκκλησιαστικές εικόνες, άμφια κ.ά.), το μεγαλύτερο μέρος των οποίων τα έχουμε ψηφιοποιήσει, ενώ θα εμπλουτιστεί με νέο υλικό. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η συγγραφέας Μαρία Τουλ, εγγονή της Κάτες Ιακωβάτου Τουλ, που ζει στην Αθήνα, κληροδοτεί μέσω της διαθήκης της στην Ιακωβάτειο Βιβλιοθήκη σπουδαία έπιπλα της νόνας της, ο Ρήγας Καππάτος μας έχει ήδη δωρίσει 15 πίνακες ζωγραφικής, ενώ έχουμε και υποσχέσεις και από άλλους συμπολίτες μας για δωρεές επίπλων, πινάκων, εικόνων κ.λπ. από τη στιγμή που θα υπάρξει ο κατάλληλος χώρος. Με αυτά τα δεδομένα, λοιπόν, στο μοναδικό παραδοσιακό κτήριο της πόλης μας, το αρχοντικό των Τυπάλδων Ιακωβάτων, μπορούμε να στεγάσουμε την πολιτιστική ιστορία και τον καλλιτεχνικό πλούτο της περιοχής μας. Στον υπέροχο, μάλιστα, εξωτερικό χώρο του μπορούν να φιλοξενηθούν γλυπτά σημαντικών συντοπιτών μας γλυπτών.
Επομένως, δε θα αργήσει να δημιουργηθεί στο Ληξούρι ένα δίπολο Παιδείας και Πολιτισμού μέσα από τη δυναμική αξιοποίηση δύο εμβληματικών κτηρίων, ενός παλαιού, του αρχοντικού των Τυπάλδων Ιακωβάτων, που θα λειτουργήσει ως Μουσείο-Πινακοθήκη/Γλυπτοθήκη, και ενός σύγχρονου, του Μουσείου Ληξουρίου, που θα λειτουργήσει ως Βιβλιοθήκη. Η υλοποίηση αυτής της πρότασης θα δράσει, πιστεύουμε, καταλυτικά για τα πολιτιστικά πράγματα του Ληξουρίου, της Παλικής και γενικότερα της Κεφαλονιάς.
Πιστεύουμε ότι με αυτόν τον τρόπο τιμάμε με πράξεις ουσίας τη μνήμη της σιορα-Κάτες Τυπάλδου Ιακωβάτου Τουλ, στην οποία έχουμε αφιερώσει τούτο το Συνέδριο, προεκτείνοντας και εμπλουτίζοντας το όραμά της για Βιβλιοθήκη και Μουσείο στο Ληξούρι με παγκεφαλληνιακό χαρακτήρα, καθώς, όπως η ίδια είχε γράψει, «επιθυμώ να θεωρηθή η Βιβλιοθήκη και το Μουσείον ως Κεφαλληνιακά».
Πέτρος Πετράτος
Ομιλία Δώρας Ζαφειράτου – Δ/ντριας ΙΑΚΩΒΑΤΕΙΟΥ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ
ΘΕΜΑ: Kάτε Τουλ
Κυρίες και κύριοι σύνεδροι,
Είναι ιδιαίτερη τιμή για μένα να ξεκινάω τις εργασίες του Συνεδρίου μας με την ομιλία μου για την Κάτε Τουλ Ιακωβάτου, στη μνήμη της οποίας είναι αφιερωμένο το Συνέδριό μας, όπως όλοι γνωρίζεται. Και είναι μεγάλη η τιμή, διότι αν υπάρχει η Ιακωβάτειος Βιβλιοθήκη και οι «θησαυροί» της, αυτό οφείλεται στην Κάτε Τουλ Ιακωβάτου.
Η Αικατερίνη (Κάτε) Τυπάλδου Ιακωβάτου Τουλ έλκει την καταγωγή της από τον οίκο των Τυπάλδων, που εγκαταστάθηκε στο νησί της Κεφαλονιάς από τις αρχές του 16ου αι., όταν η βενετική διοίκηση του νησιού απένειμε στον γενάρχη του οίκου Κολέλα Τυπάλδο μεγάλη κτηματική περιουσία – βαρονία – στην περιοχή της Παλικής (Τυπαλδάτα). Όλοι οι κλάδοι των Τυπάλδων συγκαταλέγονταν μεταξύ των ισχυρών οικογενειών της περιοχής και ως κάτοχοι μεγάλης κτηματικής περιουσίας θεωρούνταν «ευγενείς» και συμμετείχαν στο Συμβούλιο της Κοινότητας καθ’ όλη τη διάρκεια της βενετικής κυριαρχίας στο νησί (1500-1797). Η οικογένεια της Κάτες προερχόταν από τον κλάδο των Τυπάλδων Ιακωβάτων.
- Η συνέχεια της ομιλίας εδω ΚΑΤΕ ΤΟΥΛ ΙΑΚΩΒΑΤΟΥ – ομιλια ΔΩΡΑΣ ΖΑΦΕΙΡΑΤΟΥ