ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΕΝΝΙΑ 1953
Το να ξεχασω πως μπορω την ημερομηνία?
Αύγουστος μηνας ητανε του πενίντα τρία,
που εκεινοι ο τρομεροι εγκέλαδοι
ρημαξαν Ιθάκη, Ζάκυνθο, και Κεφαληνία.
Εξήντα πέντε χρονια έφυγαν απο την ημερα εκείνη,
μα μια εικονα τρομερη για παντα μου εχει μείνει.
Ημερα κυριακη εννια Αυγούστου, δεκα πριν μεσημβρία,
Φισκαρδιωτες χωριανοι εκαναν ντορο και φασαρία.
Στην πλατεια δούλευαν με κεφι την πιστα να τελειώσουν,
για τον δεκαπενταυγουστο μεγα χορό να δώσουν.
By Dennis Germenis
Μικρο παιδάκι τοτες ημουν χρόνων δέκα και ένα,
στις φλεβες μου ετρεχε της περιέργειας το αίμα.
Στο κτιριο βρισκόμουν δίπλα στην πλατεία,
με θαυμασμό κοίταζα του χορού την προετοιμασία.
Ξάφνου μεγα βοη υπόκωφη ακούγεται
σαν να ερχεται απο της Γης τα καταχθόνια βάθη,
το εδαφος αρχισε δυνατα να σείεται
και κατω απο τα ποδια μου φάνηκε πως εχάθη.
Το ένστικτο δυνατά με έσπρωχνε προς τα έξω,
μα η ισχυρη δονησης δεν με άφηνε να τρέξω.
Μονο λιγα βηματα απο την εξοδο σωτηρίας,
νομισα πως περασε χρονος ατέλειωτης διαρκείας.
Θυμαμαι φορουσα φέλλινο καπελο στο κεφάλι,
μικρη πετρα που επεσε απο το ανώφλι
αφησε ενθυμιο μια λακούβα στο κασκέτο μου μεγάλη.
Εφθασα φοφισμενος κοντα στο μώλο στην παραλία,
ανθρωποι μικροι μεγαλοι σαστισμενοι έτρεχαν
απο καθε σπιτι του χωριου και πιθανη γωνία.
Κλαματα οχλαγωγια προσευχες βοηθεια Παναγιά μου,
μαναδες να φωναζουν που είσαστε παιδία μου.
Απεναντι απο της γειτονικης Ιθακης τον Καβελάρη,
κοτρόνες έπεφταν σωρηδόν σήκωναν σκόνη με το φτυάρι.
Στέρνες εσπασαν και απο τα νερα αδειάζουν,
τοιχοι γεμισαν ρωγμές δεν πέφτουν αλά βαστάζουν.
Αγέννητος η μωρο οΤσελέντης καθηγητης σεισμολογίας,
φτωχα και σχεδον ανυπαρκτα τα μεσα τεχνολογίας.
Κανεις να μας συμβουλεψει να μας ειδοποιήσει,
ωστε ο κοσμος στα ετοιμόρροπα σπιτια να μην γυρίσει.
Της έντεκα του μηνός να ξημερώνει τρίτη,
δευτερη πιό ισχυρη δονησης ισοπεδώνει
Σαμη, Πορο, Σκαλα και χωρια γυρω στο Καπανδρίτι.
Η τεταρτη με τον δυνατο τριτο στην σειρα σεισμό,
ηταν η χαριστικη βολη φερνει καταστροφη τον τελειωμό.
Γκρεμιζει τα υπολοιπα χωρια, Ληξούρι και Αργοστόλι,
μερικες χιλιαδες θυματα, θρηνει η Ελλαδα όλη.
Το νεο κρατος Ισδραήλ ειναι η μεγαλη αλήθεια,
ηταν απο τους πρωτους φιλους μας που
γρηγορα εφθασαν και πρόσφεραν βοήθεια.
Επισης Αμερικανοι, Εγγλεζοι, Ολλανδοι, Γάλλοι,
Σουηδοι, Ελβετοι, Ιταλοι και αρκετοι φιλοι άλλοι.
Η Αμερικη ανοιξε τις πορτες διαπλατες και
εμπασε σεισμοπληκτους Κεφαλονίτες πάρα πολλούς,
μερικοι απόγονοι των οποιων σήμερα ειναι Τραμπίστες
εχουν ξενοφόβια δεν θελουν πρόσφυγες και αλλοδαπούς.
Ντακότα πετουν χαμηλά σχεδον τα δεντρα αγγίζουν,
κιβωτια με προμήθειες το εδαφος γεμίζουν.
Ο απολυτός γινεται τις Ερυσσος το κεντρο εφοδιασμού,
αρματαγωγα φορτωμενα με αγαθα φθανουν απο παντού.
Μετα απο τον καταστρεπτικο σεισμο που εγινε την τρίτη,
οι γονεις μου απεφασησαν να μοβαρουμε εξω απο το σπίτι.
Στρώματα και κουβερτες στην επανω μικρη αυλή,
για αρκετες ημερες κοιμομαστε ολη η οικογενεια εκεί.
Ηρθαν προσκοποι, εθελοντες ξενοι και δικοι με τον καιρό
και βεβαια το μηχανηκο απο τον Ελληνικο στρατό.
Για δυο η τρεις οικογενειες εστησαν σκηνές,
και μετακομησαμε προσωρινά σε αυτές.
Εμεις οικογενεια συγγενεις και η γειτονισσα θεία Ελένη,
Ολοι σε μια τεντα κοιμομαστε τα βράδια στριμωγμένοι.
Η αδελφη μου που ειναι λιγο πιο μεγάλη,
του κρεβατιου της θειάς πολλες φορες κουνουσε το κεφάλι.
Ρωτουσε η γρηούλα φοβισμενη τον ακουσατε? Τον μεγάλο,
βοηθεια γλυκια μου παναγια αποψε δεν θα την βγάλω.
Φαινεται ομως οταν ο θεος θυμώσει,
δεν επιτρέπει σε κανενα κεφαλι να σηκώσει.
Μετα τους σεισμους εβρεχε συχνα και τοσο δυνατά,
που ελεγαν οι παλιοι πως δεν το θυμοντουσαν στα χρονικά.
Τελεικα ο δυνατος αερας και η ραγδαία βροχή,
χτυπηματα ηταν μοιραια για την φιλοξενη σκηνή.
Μια βραδυα που ο καιρος δεν εδειχνε να εχει μπέσα,
οι μεγαλοι απεφάσισαν να μην μεινουμε στην τεντα μέσα.
Το πρωι βλεπουμε ο καιρος την ειχε καμει κομμάτια,
στο υπαιθρο εχασκαν στρωματα κουβερτες κρεβάτια.
Απο τοτες κοιμομαστε στην χαμιλη τραπεζαρία,
για χρονο πολυ μεχρι που ησυχασαν
οι μετασεισμοί και η φασαρία.
Στην αυλη καθόμουν μια μερα πριν μεσημβρία,
ακούω θορυβο μηχανής να σπαει την ησυχία.
Κοιταζω ξάφνου προς τα επάνω
πρωτη φορα που εβλεπα ενα τεράστιο
παράξενο πουλι να μοιαζει με αεροπλάνο.
Μου φανηκε σαν ενα ιπτάμενο εργαλείο,
το ίδιο με ενα κούνουπα θηρίο.
Κάνει δυο βολτες πανω απο το χωριό
και κατεβαίνει πισω απο την εκκλησία
σε χωραφι κατηφορικό.
Του εδάφους η μεγάλη κλίση το
συνεπαίρνει και η φόρα το τουμπάρει,
στον δρομο με την ουρά στα δυό κομμένει φρενάρει.
Τον επιβάτη τοτε Στρατηγό Δημήτρη Ιατρίδη,
ευτυχως δεν του εβλαψε ουτε το ενα του φρύδι.
Της ενορίας ηταν Παπάς ο αγαπητός,
και αείμνηστος Λάμπρος Βανδώρος.
Που εψαλε με κρυστάλλινη ωραια φωνή,
καλύτερα απο τον καλύτερο Τενόρο.
Εκανε παρακλήσεις και την πρωτη λιτανεία γύρο
στο χωριο στην εικονα της Παναγιας Πλατυτέρας,
που ειναι του Φισκαρδου προστάτιδα και Χρηστου Μητέρα.
Για να την ευχαριστήσει που μας φύλαξε απο την οργή,
απο τοτες καθε χρονο τελη Αυγουστου προς
τιμην της η πομπή εχει καθιερωθεί!!!!!!!
Για καιρο είμαστε απο τον εξω κόσμο απομονωμένοι,
και κανεις απο εμας δεν ηξερε πράγματι τι συμβαίνει.
Ο Πατερας μου που τα νεα ηθελε πολυ να πάρει,
στην βαρκα μας την Φρύνη μπαίνουμε, ενα κουπι αυτος
ενα κουπι εγω βγαινουμε στα ανοιχτα εξω απο το φανάρι.
Παπόρο βλεπει να ερχεται απο τον Νοτιά,
μου λεει θα πλησιασουμε οσο το δυνατον πιό κοντά.
Εγω τον ακουω και απο τον φοβο μου τρεμω παγώνω,
Ο Πατερας μου αρπαζει τα κουπιά και βογάρει μόνος.
Πλησιαζουμε το καραβι απο την αριστερη πλευρά,
σηκωνεται ορθιος κουνα τα χερια, δεξια αριστερά
και φωναζει δυνατα εφημεριδα, εφημεριδα, ρε παιδιά.
Τόσο κοντα ηρθαμε στο επιβατηγό το πλοίο,
που η πλωρη του λιγο έλειψε να μας κόψει στα δύο.
Το αν τον άκουσαν ποιός ειναι δυνατο να ξέρει,
το απόνερο ομως κόντεψε τούμπα να μας φέρει.
Ως φαινεται η γέφυρα μας παιρνει χαμπάρι,
η σφυριχτρα δαιμονησμενη πολλες φορες κορνάρει.
Η λαχταρα και το παθος του τα νεα να μάθει,
αψηφά τον κίνδυνο και τι μπορούσε τελεικά να πάθει.
Οταν απο καιρο ηρθαν μερικες εφημερίδες,
εγραφαν με κεφαλαια στις πρωτες αρχικες σελίδες.
Η Κεφαλονια χανεται παει βουλιαζει στου Ιόνιου το κύμα,
λεει ο Πατέρας μου με λυπη και αγανάκτηση ρε τι κρίμα…
Για δες, δεν ντρεπονται κοροϊδεύουν τους φουκαράδες,
αντι να μας δινουν θαρρος, ελπιδα οι άσκεφτοι κερατάδες.
Νοματάρχης τοτες ηταν κάποιος Κερκυραίος,
της χωροφυλακής δεξιός ενας κορυφαίος.
Να φακελώνει αριστερούς αγαπη του ηταν πάντα,
την μαυρη λιστα να κρατει για την δικη του αβάντα.
Αγαπητος μας χωριανος ναυτικος λεβεντης παλικάρι,
άγκυρα ειχε ριξει στο χωριο γιατι του έλειπαν
τα κοινωνικα φρονήματα να παει να μπαρκάρει.
Ειχε στον εμφύλιο πολεμο της Ισπανιας πολεμήσει,
και η δεξια δεν του εδινε αδεια να αποδημήσει.
Εκεινος ο αστυνομικός τον άνθρωπο τον ειχε στην μύτη,
λες και ο καλος μας χωριανος του ειχε κλεισει το σπίτι.
Ο φιλος μας συνηγορος του αδύναμου και του φτωχού
για την υπερασπιση τους εκανε θορυβο και αθωα φασαρία,
μια απο εδω μια απο εκει ο Νοματάρχης τον κατηγορεί
του βαζει χειροπέδες στο Γλάρος για Πατρα εισαγγελία.
Ο Φισκαρδιώτης, ανδρας δυνατός φτιαγμενος απο ατσάλι,
τις χειροπέδες αγνοει πεφτει στην θαλασσα μακροβούτι,
κατω απο το καραβι στην αλλη πλευρα το έβαλε πιλάλι.
Ο Κερκυραιος Αστυνόμος σιγουρα ηταν ενα γαλί,
έτρεμε απο τον φοβο και απεγνωσμένα παρακαλεί.
Καλε μου φιλε γρηγορα γυρισε πίσω,
σου υπόσχομαι ποτε δεν θα σε ξανα ενοχλήσω.
Αφου περασε μια μερα με τον αστυνομο σε αγωνία,
ο χωριανος μας παρουσιαζεται στην αστυνομία
Και αυτος οπως ειχε υποσχεθεί,
τελεικα τον απαλλάσσει απο την ποινή……………
Εμεινε ο ανθρωπος μας δυο περιπου χρονια ενεργός,
στην Βασιλισσα Φρειδερίκη γραφει γράμμα, τελεικά
του δινουν κοινωνικα φρονηματα μπαρκαρει για εξωτερικό.
Το ξερω πως σας κούρασα με την πολυλογία,
μα να ξεχασω πως μπορω μια τετοια εμπειρία.
Αυτα απο του πενιντα τρια τον τρομερο σεισμό,
ολα γεγονοτα και αληθειες απο
αυτοπτη μαρτυρα τοτες νεαρον μικρό.
Στην φωτογραφια αυτη κατασκευη της πίστας,
τεσσαρες μερες πριν τον πρωτο σεισμό.
Σε τούτη στην αριστερη μερια, απο τα παιδιά με
το αθλητικο φανελάκι ο πιό ψηλός ειμαι εγώ.
Πεντε ατομα ειμαστε ακομη στην ζωη τώρα,
απο οτι ξερω μεχρι αυτη την ώρα.
Ολοι μεγαλύτεροι απο την Ακρόπολη,
εν αναμονη σιγα, σιγα, για την Μητρόπολη……………