Χρονιά ισχυρής ανάκαμψης με τουριστικά μεγέθη εφάμιλλα του 2019, όπου σημειώθηκαν ιστορικά ρεκόρ στις αφίξεις και τις εισπράξεις προμηνύεται το 2022 για τον ελληνικό τουρισμό.
Παράγοντες του τουρισμού προσδοκούν ότι τη φετινή χρονιά η πανδημία θα μπει σε οριστική ύφεση καθώς είναι η τρίτη συνεχόμενη χρονιά που ο Covid-19 πλήττει όλον τον κόσμο και συνιστά τη μεγαλύτερη απειλή για τα ταξίδια και τον παγκόσμιο τουρισμό.
Τα μηνύματα από το εξωτερικό και τις μεγάλες τουριστικές αγορές (Ιταλία, Αγγλία, Γερμανία, ΗΠΑ, Γαλλία, Αυστρία κ.λπ.) είναι θετικά, με το πλέον ισχυρό μήνυμα να προέρχεται από τον διευθύνοντα σύμβουλο του παγκόσμιου τουριστικού οργανισμού TUI Group, Fritz Joussen.
Σε τηλεδιάσκεψη που είχε πριν από λίγες μέρες με τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, ο επικεφαλής της TUI ανέφερε ότι φέτος θα διπλασιαστούν οι αφίξεις στην Ελλάδα μέσω του Ομίλου, σε σύγκριση με το περασμένο έτος. Κάτι που σημαίνει, ότι οι επισκέπτες που θα ταξιδέψουν στην Ελλάδα μόνο μέσω της TUI, θα κινηθούν σε επίπεδα υψηλότερα του 2019, ξεπερνώντας τα 3 εκατομμύρια, έναντι 1,5 εκατ. τουριστών πέρυσι.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά το ελληνικό τουριστικό προϊόν, το σίγουρο είναι πως το ισχυρό brand του ελληνικού τουρισμού επιβεβαιώνεται και από τα αποτελέσματα έρευνας με θέμα «Tάσεις και προτιμήσεις για διεθνή ταξίδια στις αγορές της Ελλάδας σε Ευρώπη και ΗΠΑ», που διενήργησε η Censuswide για λογαριασμό του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ).
Συγκεκριμένα, η έρευνα έδειξε ότι η Ελλάδα είναι ένας πολύ δημοφιλής προορισμός, αφού βρίσκεται στο top-10 των ευρωπαϊκών προορισμών των υπό εξέταση αγορών. Η καλύτερη θέση της Ελλάδας είναι η 2η στην ιταλική αγορά, ενώ είναι 3η στις αγορές του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γερμανίας και της Γαλλίας και 5η σε αυτήν της Αυστρίας.
Οι παράγοντες
Στο πλαίσιο αυτό, όπως επισημαίνουν οι εκπρόσωποι των τουριστικών φορέων, στόχος όλων των εμπλεκομένων στον τουρισμό, θα πρέπει να είναι η φετινή τουριστική περίοδος να ξεκινήσει γρήγορα, καθώς ήδη υπάρχει ενδιαφέρον από σημαντικούς παίκτες για κάτι τέτοιο. Ωστόσο, τονίζουν, ότι και φέτος ο παράγοντας της υγειονομικής ασφάλειας θα πρωταγωνιστήσει στον τρόπο με τον οποίο θα επιλέξουν οι υποψήφιοι ταξιδιώτες τις διακοπές τους.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ), Γρηγόρη Τάσιο, στους παράγοντες που θα διαμορφώσουν σε μεγάλο βαθμό την πορεία των αφίξεων το 2022 στους ελληνικούς προορισμούς, πρώτη θέση έχει η υγειονομική εικόνα της Ελλάδας τους επόμενους τρεις μήνες, σε σχέση με τους ανταγωνιστικούς τουριστικούς προορισμούς.
«Και φέτος η υγειονομική ασφάλεια των τουριστικών προορισμών θα διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο στις επιλογές των επισκεπτών», λέει ο κ. Τάσιος, επισημαίνοντας ότι είναι κρίσιμο οι εμβολιασμοί στην Ελλάδα να κινηθούν πιο ψηλά ακόμα και από τον μέσο όρο της Ευρώπης.
«Κάτι τέτοιο θα αποτελέσει ένα τουριστικό υγειονομικό διαβατήριο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις τουριστικές ροές προς την Ελλάδα», υπογραμμίζει ο πρόεδρος των ξενοδόχων.
Πάντως, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ), μέχρι στιγμής, μόνο το 36% των ξενοδόχων έχει υπογράψει συμβόλαια για το 2022.
Από αυτά, το 70% με τιμές ίδιες με αυτές του 2021, το 25% με τιμές αυξημένες κατά μέσο όρο 7,1% και το 6% με τιμές μειωμένες κατά 17,8%. Ταυτόχρονα, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι μόλις το 9,2% (924 επιχειρήσεις) των ξενοδοχείων έχει υπογράψει συμβόλαια τύπου commitment για το 2022, υποδηλώνοντας την αστάθεια που παρατηρείται στις τάσεις των κρατήσεων.
Το κρίσιμο τρίμηνο
Σε κάθε περίπτωση, οι εκπρόσωποι των ξενοδόχων επισημαίνουν ότι το πρώτο τρίμηνο του 2022 θα είναι πολύ δύσκολο για τα ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας, αφού έχουν ακυρωθεί εμπορικές εκθέσεις και ειδικά τα αστικού τύπου ξενοδοχεία δεν έχουν κρατήσεις, παρά μόνον ακυρώσεις.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ιανουάριος στα ξενοδοχεία πόλης εμφανίζει πληρότητες μόλις 20%, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη βιωσιμότητά τους. Aντίστοιχα, άσχημη είναι η εικόνα και για τα ξενοδοχεία του ορεινού όγκου, καθώς «με τριήμερα και τετραήμερα δεν εξασφαλίζεται η βιωσιμότητά τους», λένε χαρακτηριστικά οι ξενοδόχοι.