Τις επιπτώσεις που θα προκαλέσει στον ελληνικό τουρισμό η επέμβαση της Ρωσίας στην Ουκρανία επιδιώκουν να χαρτογραφήσουν στελέχη του κλάδου. «Είναι νωρίς να μιλήσουμε σήμερα με ασφάλεια για τις επιπτώσεις στον τουρισμό. Ολα θα μετρηθούν τις επόμενες εβδομάδες» ανέφερε, χθες, σε ανάρτησή του ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), Γιάννης Ρέτσος.
Τα απόνερα της νέας αυτής κρίσης δεν σχετίζονται μόνο με την προσδοκώμενη πορεία των τουριστικών αφίξεων από τη Ρωσία, αλλά κυρίως με το νέο, παγκόσμιων διαστάσεων, ισχυρό κύμα ακρίβειας και την εκτόξευση του ενεργειακού κόστους που πλήττει την Ευρώπη και την Αμερική, δύο αγορές με τη μερίδα του λέοντος στον ελληνικό τουρισμό. Οι ανατιμήσεις προκαλούσαν προβληματισμό στα στελέχη του κλάδου, ήδη, από το τέλος της προηγούμενης τουριστικής περιόδου, αλλά πλέον η εκτόξευση του ενεργειακού κόστους τείνει να πάρει εκρηκτικές διαστάσεις, «ψαλιδίζοντας» το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών που προγραμματίζουν διακοπές στην Ελλάδα. Οπως, εξάλλου, είχε τον περασμένο Οκτώβριο, πολλούς μήνες προτού η ρωσο-ουκρανική διένεξη εκδηλωθεί, ο διευθύνων σύμβουλος της Fraport Greece, Αλεξάντερ Τσινέλ, ο δρόμος προς την κανονικότητα έχει πολλά εμπόδια, όπως η οριζόντια αύξηση τιμών σε προϊόντα και υπηρεσίες. Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να πλήξει την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας σε μια συγκυρία κατά την οποία ανταγωνιστικές αγορές, όπως η Ασία, η Αυστραλία και η Βόρεια Αμερική, διεκδικούν ένα συνεχώς αυξανόμενο μερίδιο στην παγκόσμια τουριστική αγορά.
Οπως εξηγούν παράγοντες της αγοράς, οι κλυδωνισμοί από τον πόλεμο στην Ουκρανία θα μπορούσαν να προκαλέσουν πολλαπλασιαστικές επιπτώσεις στον τουριστικό κλάδο, ο οποίος έχει ακόμη ανοιχτές πληγές λόγω της πανδημικής κρίσης. Ενδεικτικά, η Mouzenidis Travel, του ομίλου Μουζενίδη, αποτελεί έναν από τους άλλοτε κραταιούς παίκτες του τουρισμού που κατέρρευσε υπό το βάρος χρόνιων οικονομικών προβλημάτων, τα οποία έγιναν δισεπίλυτα εξαιτίας της πανδημίας. Αντίστοιχα προβλήματα ενδέχεται να αντιμετωπίσουν και άλλα ταξιδιωτικά πρακτορεία που επικεντρώνονται στη ρωσική αγορά, εάν δεν καταφέρουν να προσελκύσουν τουρίστες από άλλες χώρες.
Οπως ανέφερε, ο διευθύνων σύμβουλος της Τez Tour Ελλάδας, Δημήτρης Χαριτίδης, κατά τη φετινή χρονιά αναμένονταν περίπου 100.000 αφίξεις από την Ουκρανία στην Κρήτη, που αποτελεί παραδοσιακό προορισμό των ταξιδιωτών από την εμπόλεμη, εδώ και μερικές ημέρες, ζώνη. Υπολογίζεται ακόμη ότι η Tez Tour θα έφερνε φέτος στην Κρήτη περίπου 125.000 Ρώσους τουρίστες, στόχος που φαίνεται ότι είναι πλέον δύσκολο να επιτευχθεί. Το 2013 οι τουριστικές αφίξεις από τη Ρωσία στην Ελλάδα διαμορφώθηκαν σε 1,3 εκατ., αριθμός που διαμορφώθηκε σε 1,2 εκατ. το 2014 (οπότε είχαν επιβληθεί οι δυτικές κυρώσεις) και περιορίστηκε σε 583.000 το 2019. Για φέτος, ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού (ΕΟΤ) έχει θέσει τον πήχυ στο μισό εκατομμύριο αφίξεις Ρώσων τουριστών. Δεδομένου, όμως, ότι ακόμη είναι νωρίς για να αποτιμηθούν επακριβώς οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, δεν αποκλείεται, σύμφωνα με ορισμένες εκδοχές, ο στόχος αυτός, έστω μερικώς, να επιτευχθεί, εφόσον η διένεξη των δύο χωρών σταματήσει σύντομα και δεν πυροδοτήσει μια γενικευμένη ανάφλεξη.
Το μόνο βέβαιο, για την ώρα, είναι ότι οι κρατήσεις από τη Ρωσία και την Ουκρανία έχουν «παγώσει», με τους παίκτες του τουριστικού κλάδου, που θα πρέπει να διατηρήσουν την ελκυστικότητα των υπηρεσιών τους παρά τις εκρηκτικές ανατιμήσεις, να τηρούν στάση αναμονής. Εξίσου βέβαιο, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, είναι ότι οι εύποροι Ρώσοι θα εξακολουθήσουν, φέτος, να επισκέπτονται την Ελλάδα, δεδομένου ότι η συντριπτική πλειονότητα αυτών διατηρεί τους τραπεζικούς λογαριασμούς της εκτός Ρωσίας. Σε πολλές περιπτώσεις έχει εξασφαλίσει άδεια διαμονής και μέσω του καθεστώτος της Χρυσής Βίζας.
Σημειώνεται ότι χθες, ενόψει της έναρξης της τουριστικής περιόδου και με στόχο την προκαταρκτική αποτίμηση των επιπτώσεων της ουκρανικής κρίσης στον τουρισμό, είχαν συνάντηση ο υπουργός Τουρισμού, Βασίλης Κικίλιας, και ο υπουργός Υποδομών και Μεταφορών, Κώστας Καραμανλής.