Στην κόψη του ξυραφιού βρίσκονται οι ξενοδόχοι

51

του Χάρη Ντιγριντάκη

Επί ξηρού ακμής βρίσκεται η τουριστική βιομηχανία στην Ελλάδα. Η ραγδαία άνοδος των τιμών στην ενέργεια καθώς και στα τρόφιμα έχει γονατίσει τα ξενοδοχεία με επίκεντρο αυτά της Βορείου Ελλάδας. Ειδικά οι μονάδες μετά την απώλεια των Τούρκων τουριστών και συνακόλουθα των Ρώσων και Ουκρανών βρίσκονται στην κόψη του ξυραφιού. Προς τούτο ορισμένα ξενοδοχεία στη Θεσσαλονίκη έχουν αναστείλει προσωρινά τη λειτουργία τους.

Σύμφωνα με πληροφορίες, για την ώρα δεν υπάρχουν ενδείξεις που να «δείχνουν» ανατροπή της δυναμικής που φαίνεται ότι έχει φέτος ο ελληνικός τουρισμός και οι επιχειρηματίες στρέφουν το βλέμμα τους, πέραν των επιπτώσεων ως προς τον αριθμό των ταξιδιωτικών αφίξεων από Ρωσία και Ουκρανία, στη γεωπολιτική σταθερότητα της περιοχής και στις πληθωριστικές πιέσεις, που ενδέχεται να επηρεάσουν την ταξιδιωτική κίνηση και το τουριστικό ενδιαφέρον. Πολλοί εξ αυτών αναζητούν τις απώλειες από τη Ρωσία και την Ουκρανία σε νέες ή παραδοσιακές αγορές.

Όμως για το 2022 οι τιμές είναι σχεδόν σταθερές (μόνο στα ξενοδοχεία 4 και 5 αστέρων παρατηρούνται μεσοσταθμικές αυξήσεις 10%) σε σχέση με το 2021 γεγονός που δείχνει ότι, τα όποια περιθώρια κέρδους λόγω της αύξησης της τιμής των καυσίμων, έχουν στενέψει δραματικά.

Απώλειες από τη Ρωσία και την Ουκρανία θεωρούνται δεδομένες, και παρά το γεγονός ότι δεν είναι δυνατόν να γίνει επί του παρόντος κάποιος απολογισμός, οι πρώτες, έστω και μεμονωμένες, ακυρώσεις έχουν ήδη πραγματοποιηθεί. Το μεγαλύτερο πλήγμα φαίνεται ότι θα δεχθούν περιοχές, όπως η Κρήτη, η Ρόδος και η Χαλκιδική που αποτελούν διαχρονικά δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς για τους Ρώσους, καθώς και οι επιχειρηματίες που έχουν μεγάλη έκθεση στη ρωσική αγορά ή έχουν συνάψει αποκλειστικά συμβόλαια με tour operators που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία.

Οι κρίσιμες παράμετροι

Μία ιδιαίτερης σημασίας παράμετρος στην οποία εστιάζουν οι επιχειρηματίες του κλάδου, πέρα από τη διάρκεια του πολέμου, είναι ο κίνδυνος να χαρακτηριστεί η ευρύτερη περιοχή ως μη ασφαλής προορισμός λόγω του πολέμου. Ενας «χαρακτηρισμός» ο οποίος, όπως εκτιμάται, θα επηρεάσει κατά κύριο λόγο τους ταξιδιώτες που προέρχονται από μακρινούς (long haul) προορισμούς, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και η Αυστραλία, δύο πολύ σημαντικές πηγές εισερχόμενου τουρισμού για την Ελλάδα.

Στην ίδια εξίσωση, μεγάλη σημασία για την πορεία του ελληνικού τουρισμού και τις αφίξεις που θα καταγραφούν φέτος θα παίξει η οικονομική κατάσταση των χωρών που γειτνιάζουν με τη Ρωσία και την Ουκρανία, όπως η Πολωνία και η Ρουμανία, οι οποίες και θα δεχτούν τον μεγαλύτερο όγκο των προσφυγικών ροών, δεδομένου ότι οι δύο χώρες έχουν αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια σε δύο σημαντικές δεξαμενές εισερχόμενων τουριστών για την Ελλάδα.

Αύξηση στις τιμές των καυσίμων

Όπως προαναφέρθηκε η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους έχει προκαλέσει, την ίδια στιγμή, έντονη ανησυχία στους κόλπους της τουριστικής αγοράς, με τους επιχειρηματίες να έρχονται αντιμέτωποι με νέες ανατιμήσεις που θα αυξήσουν περαιτέρω το λειτουργικό κόστος σε μία χρονική περίοδο κατά την οποία επιχειρούν να καλύψουν την ψαλίδα που είχε δημιουργηθεί στα έσοδα εξαιτίας της πανδημικής κρίσης.

Σε δυσμενέστερη θέση βρίσκονται τα ξενοδοχεία 12μηνης λειτουργίας που παραμένουν ανοιχτά και το 2021, σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ), κατέγραψαν πτώση τζίρου σε ποσοστό 57% σε σχέση με το 2019, έτος-ορόσημο για τις επιδόσεις του ελληνικού τουρισμού.

Σε θεωρητικό επίπεδο παραμένει για την ώρα το ενδεχόμενο συρρίκνωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των Ευρωπαίων τουριστών λόγω των πληθωριστικών τάσεων που εντείνονται εξαιτίας της ουκρανικής κρίσης. Στην ίδια λογική, λόγω του ενεργειακού κόστους, θεωρείται πολύ πιθανή και η αύξηση της τιμής των πακέτων, με αποτέλεσμα ο μέσος Ευρωπαίος καταναλωτής να μην μπορέσει να αντεπεξέλθει στο κόστος.

Οι αερομεταφορές

Είναι κοινός τόπος ότι οι τιμές στα αεροπορικά εισιτήρια θα αναρριχηθούν εξ αιτίας της αύξησης της τιμής των καυσίμων. Οι επίναυλοι καυσίμων για τα χαμηλότερα εισοδήματα θα αποτελέσουν τροχοπέδη για την πραγματοποίηση ταξιδιού και φθηνοί προορισμοί όπως η Τουρκία και η Αίγυπτος θα διεκδικήσουν σημαντικά μερίδια αυτής της παραμέτρου.

Ιδιαίτερης σημασίας για την πορεία της φετινής τουριστικής σεζόν θα είναι πάντως η διάρκεια ισχύος των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση στη Ρωσία και αντίστροφα, καθώς προς ώρας δεν υπάρχει αεροπορική σύνδεση μεταξύ της Ελλάδας και της Ρωσίας ή της Ουκρανίας. Οι αερομεταφορείς δέχονται αναταράξεις, τροποποιώντας τα σχέδια πτήσης που ακολουθούσαν μέχρι πρότινος, κάτι το οποίο αυξάνει το κόστος, και αναστέλλοντας για την ώρα τα δρομολόγια προς τις δύο χώρες.

Υπενθυμίζεται ότι την αντίστοιχη περίοδο του 2019 από τον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος» προς τη Μόσχα πετούσαν οι Aegean, Aeroflot και Ellinair, ενώ την Ελλάδα με την Ουκρανία συνέδεαν οι Ryanair, Wizz Air, Aegean, Ukraine International Airlines (UIA) και Jonika Airlines.

Κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου

Κραυγή αγωνίας και από τους ξενοδόχους της Μαγνησίας για το οικονομικό αδιέξοδο που βρίσκονται λόγω των μεγάλων προβλημάτων στον κλάδο του τουρισμού. Όπως υπογραμμίζεται σε ανακοίνωση της Ένωσης Ξενοδόχων Μαγνησίας: «Καταστήσαμε σαφές σε έντονους τόνους ότι είναι επιτακτική ανάγκη το κράτος να διοικείται από την κυβέρνηση. Εξηγήστε μας επιτέλους πώς να έχουμε εμπιστοσύνη σε ένα κράτος που δεν τηρεί τις υποσχέσεις του, ειδικά που δόθηκε η υπόσχεση ότι οι ξενοδόχοι θα πληρώνονται από τον επόμενο μήνα της έκδοσης του τιμολογίου.

Οι ξενοδόχοι μέχρι σήμερα παραμένουν απλήρωτοι από τον Αύγουστο για το πρόγραμμα “Τουρισμός για Όλους” και μετά και η μόνη απάντηση που παίρνουμε επτά μήνες μετά είναι ότι κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να προχωρήσουν οι αποπληρωμές». Όπως προσθέτουν: «Σαφώς, το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε είναι το ενεργειακό. Αντιλαμβανόμαστε ότι είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα όλων των Ελλήνων αυτή τη χρονική στιγμή, όλων των οικογενειών και των επιχειρήσεων. Οι αυξήσεις, όμως, αυτές δεν μπορούν σε καμία περίπτωση ούτε να απορροφηθούν ούτε να μεταφερθούν στον πελάτη. Θα πρέπει να βρεθεί μια λύση για να μπορέσουν να επιβιώσουν οι επιχειρήσεις».

Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις