Γράφει ο Ηλίας Μπέλλος
Ως αθέμιτο ανταγωνισμό που έχει λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και δεν μπορεί πλέον να παραγνωρίζεται βλέπουν οι Ελληνες ξενοδόχοι τις επιχειρήσεις ενοικίασης κατοικιών και αυτοτελών δωματίων που λειτουργούν ως ξενοδοχεία υπό τον μανδύα των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Οπως τεκμηριώνεται επισήμως, υπάρχουν δεκάδες μεγάλες τέτοιες επιχειρήσεις ανά την επικράτεια, και ειδικά στις μητροπολιτικές περιφέρειες, που εκμεταλλεύονται ολόκληρα κτίρια με αυτόνομα δωμάτια που τα ενοικιάζουν σε ξένους ταξιδιώτες μέσα από ηλεκτρονικές πλατφόρμες τύπου Airbnb, τα οποία λειτουργούν ως ξενοδοχεία, χωρίς όμως τις φορολογικές και κανονιστικές υποχρεώσεις που αυτό απαιτεί.
Αποσπούν ωστόσο σημαντικότατα μερίδια από την ταξιδιωτική κίνηση, υπονομεύοντας τη λειτουργία του συντεταγμένου ξενοδοχειακού κλάδου με πρακτικές που οι ξενοδόχοι χαρακτηρίζουν ως ξεκάθαρα αθέμιτες. Είναι χαρακτηριστικό πως ένας εκ των συνδέσμων επιχειρήσεων βραχυχρόνιων μισθώσεων ακινήτων δηλώνει ευθαρσώς πως έχει 23 μέλη τα οποία ελέγχουν 2.457 δωμάτια. Ητοι 106 δωμάτια κατά μέσον όρο η καθεμία.
Σε αυτό το περιβάλλον, το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος και άλλοι φορείς αξιολογούν τις νομικές επιλογές τους προκειμένου να στραφούν κατά του αθέμιτου αυτού ανταγωνισμού, ενώ παράλληλα έχουν καταθέσει πρόταση στην κυβέρνηση για τη ρύθμιση της εν λόγω δραστηριότητας. Οπως έχει επισημάνει μιλώντας στην «Κ» ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Αθηνών Αλέξανδρος Βασιλικός, «δεν μπορεί να συντηρείται άλλο αυτή η “γκρίζα ζώνη” των βραχυχρόνιων μισθώσεων, όπου επιχειρηματίες αγοράζουν ή νοικιάζουν πολυκατοικίες ολόκληρες, τις διαμορφώνουν σε ενοικιαζόμενα δωμάτια, ενώ κατά σύμπτωση στο ισόγειο υπάρχει και ένα καφέ που όλως τυχαίως σερβίρει και πρωινό, και αυτοδιαφημίζονται ως ξενοδοχεία στις ηλεκτρονικές πλατφόρμες κρατήσεων χωρίς καμία σχετική άδεια, έλεγχο και ρύθμιση».
Δεκάδες επιχειρήσεις εκμεταλλεύονται ολόκληρα κτίρια με δωμάτια που τα ενοικιάζουν σε ταξιδιώτες.
Οι ξενοδόχοι ξεκαθαρίζουν πως αναγνωρίζουν την κοινωνική σημασία της οικονομίας του διαμοιρασμού καθώς και την επιθυμία για εισόδημα από ακίνητα που μπορεί να έχουν οι ιδιώτες ιδιοκτήτες ακινήτων. Ετσι, σημειώνουν πως όσοι ιδιοκτήτες θέλουν να νοικιάσουν την πρώτη τους κατοικία όταν απουσιάζουν για διακοπές ή άλλο λόγο, να μπορούν να το κάνουν χωρίς μάλιστα καμία φορολογική επιβάρυνση.
Μελέτη της Grant Thornton υπολόγισε πως πριν από την κρίση της πανδημίας οι βραχυχρόνιες μισθώσεις, η πλειονότητα των οποίων έχει πάψει να γίνεται με μεμονωμένα ακίνητα μεμονωμένων ιδιωτών και έχει περάσει πλέον σε οργανωμένες επιχειρήσεις, ανέρχονταν στο 10% της ετήσιας τουριστικής δαπάνης. Τα μεγέθη μεταφράζονται σε ετήσιο τζίρο που προσέγγισε τα 2 δισ. ευρώ το 2019, τελευταίο έτος πριν από την πανδημία.
Το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος σε συνεργασία με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων σχεδιάζει να καταθέσει φάκελο για την υπόθεση στην Επιτροπή Ανταγωνισμού το αμέσως επόμενο διάστημα, αποκάλυψε ο κ. Αλ. Βασιλικός κατά τη διάρκεια της παρουσίασης. Το φαινόμενο καταγγέλλει και η Συνομοσπονδία Επιχειρηματιών Τουριστικών Καταλυμάτων Ελλάδος (ΣΕΤΚΕ). Παράλληλα, έχει ξεκινήσει διαβούλευση και με την Κεντρική Ενωση Δήμων Ελλάδος προκειμένου η αυτοδιοίκηση να αναλάβει το μέρος του ρυθμιστικού έργου που της αναλογεί. Οπως έχει διευκρινίσει ο πρόεδρος του ΞΕΕ στην «Κ», οι ξενοδόχοι δεν είναι αντίθετοι στην ελεύθερη αγορά και στον υγιή ανταγωνισμό. «Πρέπει όμως ο ανταγωνισμός να είναι δίκαιος και να μην μπορούν ψευδεπίγραφα κάποιοι να ανοίγουν ξενοδοχεία χωρίς καμία από τις νόμιμες διαδικασίες που οφείλουν να ακολουθούν οι ξενοδόχοι, συμπεριλαμβανομένων πρωτοκόλλων ασφαλείας, πυρόσβεσης, αγορανομίας και συνολικά 27 αδειών κι άλλων πιστοποιητικών τα οποία οι ξενοδόχοι πρέπει να εξασφαλίζουν από τους αρμόδιους φορείς».
Η ραγδαία ανάπτυξη των επιχειρήσεων βραχυχρόνιων μισθώσεων ενοχοποιείται και για το φαινόμενο του υπερτουρισμού αλλά και της εκτόπισης του τοπικού πληθυσμού από συγκριμένους προορισμούς υψηλής τουριστικής αξίας, όπως για παράδειγμα η Σαντορίνη. Εκεί κατά την τελευταία δεκαετία οι ξενοδοχειακές μονάδες έχουν αυξηθεί κατά μόλις 9% και τα δωμάτιά τους κατά 22% (λιγότερα από 1.500 επιπλέον ξενοδοχειακά δωμάτια), αλλά τα διατιθέμενα καταλύματα από πλατφόρμες τύπου Airbnb (οι οποίες συνεργάζονται αδιακρίτως και με επιχειρήσεις μαζικής διάθεσης ακινήτων, που λειτουργούν στην ουσία ως άτυπα ξενοδοχεία και όχι μόνο με μεμονωμένους ιδιώτες) έχουν ξεπεράσει τα 3.350, αναφέρει σχετική μελέτη του πολεοδόμου μηχανικού Π. Βουλέλλη που έγινε για λογαριασμό του Δήμου Θήρας. Επίσης, μια βόλτα με τα πόδια σε περιοχές, όπως το Κουκάκι, το κέντρο της Αθήνας και το Μοναστηράκι, αποκαλύπτει πως πολυκατοικίες ολόκληρες έχουν διαμορφωθεί σε ενοικιαζόμενα δωμάτια από επιχειρήσεις που τις λειτουργούν ως ξενοδοχεία, χωρίς όμως να καταβάλλουν τους αναλογούντες φόρους.