Σύμφωνα με τον διάσημο Βέλγο ιστορικό Marcel Detienne (École Pratique des Hautes Études, Παρίσι), ανήκει μαζί με τον Ι.Θ. Κακριδή και την Christiane-Sourvinou-Inwood στους τρεις σπουδαιότερους Ελληνιστές της σύγχρονης Ελλάδας: «Χωρίς αμφιβολία, είναι ένας από τους πιο καινοτόμους και ιδιοφυείς Ελληνιστές παγκοσμίως».
Ο λόγος για τον Καθηγητή Δημήτριο Γιατρομανωλάκη, (Τμήμα Κλασικών Σπουδών, Τμήμα Ανθρωπολογίας και Τμήμα Συγκριτικής Σκέψης, Πανεπιστήμιο Johns Hopkins, Συνιδρυτή και Συνδιευθυντή, Seminar Series Cultural Politics, Weatherhead Center for International Affairs, Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ), που αποτελεί έναν επιδραστικό στοχαστή της διανόησης στις ΗΠΑ.
Αφορμή για την συνομιλία μας έδωσε το, πρόσφατα εκδοθέν (2022), βιβλίο Archaic Ontological Past (εκδόσεις Ευρασία) το οποίο ο ίδιος επιμελήθηκε υπογεγραμμένο από μια διεθνή ομάδα επιφανών ερευνητών.
– Κύριε Καθηγητά, το ότι το Archaic Ontological Past (εκδόσεις Ευρασία) είναι το πρώτο βιβλίο που διερευνά την πολύπλευρη επίδραση των προσωκρατικών φιλοσόφων στην πρωτοποριακή ευρωπαϊκή σκέψη και τέχνη του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα αποτελεί την βασική του πρωτοτυπία;
Όντως, πρόκειται για το πρώτο βιβλίο το οποίο επικεντρώνεται στον σημαντικό αυτό χώρο. Μία από τις πρωτοτυπίες του είναι, πιστεύω, η σύλληψη και προσέγγιση της πολύπλοκης σκέψης σημαντικών εκπροσώπων της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας (avant-garde) υπό το πρίσμα αυτού που ονομάζω «αρχαϊκό οντολογικό παρελθόν» τους. Δηλαδή, ένα αρχέγονο παρελθόν, το οποίο καθόρισε την παροντικότητα βασικών επιλογών εξαιρετικά επιδραστικών στοχαστών και εικαστικών του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα στην Ευρώπη, όπως των Georges Bataille, André Masson, Salvador Dalí, Max Ernst, Michel Leiris. Οι επιλογές αυτές υπονόμευσαν, μεταξύ άλλων, ηγεμονικές μεταδιαφωτιστικές κατασκευές της ελληνικής αρχαιότητας, καθώς προήγαγαν την σημασία της βιαιότητας, των «σκοτεινών» ενστίκτων, της υβριδικότητας αλλά και αυτού που θα αποκαλούσα «ολικότητας» των πολυεπίπεδων σχέσεων του ανθρώπου με τον κόσμο, έναντι της ωραιοποιημένης αρμονίας και του συμμετρικού κάλλους του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, όπως αυτόν τον είχαν ανασυνθέσει κυρίαρχα, εκείνη την εποχή, ερμηνευτικά σχήματα.
“Υποστηρίζω ότι η επιφανειακή ή κυρίως ερασιτεχνική συμπαράθεση στοιχείων από διαφορετικές επιστήμες δεν συνιστά διεπιστημονικότητα.”
– Γιατί, πιστεύετε, υπήρχε μέχρι σήμερα κενό στην έρευνα ως προς τον παραπάνω χώρο;
Πρόκειται για ένα ερευνητικό πεδίο το οποίο είναι αρκετά απαιτητικό, καθώς προϋποθέτει σύνθετες διεπιστημονικές προσεγγίσεις. Πολλοί ερευνητές στις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες έχουν μία λανθασμένη άποψη σχετικά με την έννοια και την πρακτική της διεπιστημονικότητας: Υποστηρίζω ότι η επιφανειακή ή κυρίως ερασιτεχνική συμπαράθεση στοιχείων από διαφορετικές επιστήμες δεν συνιστά διεπιστημονικότητα. Πρόκειται για μία διαδικασία που απαιτεί πολύ χρόνο και σοβαρή εξειδίκευση σε διαφορετικούς ερευνητικούς χώρους, αλλά και αντίστοιχο μεθοδολογικό εξοπλισμό. Διεπιστημονικότητα δεν είναι η ελαφρά τη καρδία και κατά το δοκούν «ενασχόληση» με επιστήμες στις οποίες δεν έχουν οι σχετικοί ερευνητές καμία εξειδίκευση. Στο συγκεκριμένο βιβλίο συμβάλλουν ειδικοί στους χώρους των κλασσικών σπουδών και της αρχαίας ελληνικής τέχνης, της ιστορίας της τέχνης, της ιστορίας της επιστήμης, της κριτικής θεωρίας και συγκριτικής γραμματολογίας, των σπουδών πρόσληψης και βεβαίως της ιστορίας της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας του πρώτου μισού του 20ου αιώνα.
– Ειδικότερα ο Ηράκλειτος σε ποιο βαθμό απασχόλησε αρκετούς διανοητές και καλλιτέχνες της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας του δεύτερου τετάρτου του εικοστού αιώνα;
Ήδη το 2012 είχα υπογραμμίσει σε προηγούμενο βιβλίο μου για την πρόσληψη της αρχαίας ελληνικής σκέψης και τέχνης από σημαντικούς εκπροσώπους της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας ότι η ηρακλείτεια φιλοσοφία, έτσι όπως αυτή σώζεται στα αποσπάσματα που έχουν φτάσει μέχρι εμάς και με τους τρόπους με τους οποίους είχε ερμηνευθεί από τον Hegel αλλά πρωτίστως τον Νίτσε, προσέφερε ένα ευέλικτο ερμηνευτικό σχήμα για την διερεύνηση των τρόπων με τους οποίους ο άνθρωπος του εικοστού αιώνα θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις και απομαγεύσεις του θετικιστικού μεταδιαφωτιστικού ορθολογισμού και της κυριαρχίας της τεχνολογίας. Παρά τις επιμέρους μεταξύ τους διαφορές, στοχαστές και ζωγράφοι όπως οι Georges Bataille, André Masson, Salvador Dalí, Max Ernst, Michel Leiris, θεώρησαν την έμφαση του Ηρακλείτου στην σύζευξη αντιθετικών κατηγοριών και κυρίως στην αέναη αλλαγή και μεταμόρφωση στον κόσμο, σχετική—κατά τρόπο σύνθετο—με τις δικές τους θεωρητικές, καλλιτεχνικές και ανθρωπολογικές αναζητήσεις. Ειδικότερα οι Georges Bataille και André Masson, που για πολλά χρόνια υπήρξαν στενοί συνεργάτες, αξιοποίησαν την θεωρία του Ηρακλείτου για τον πόλεμο ως «πατέρα» πάντων. Ενώ ο Νταλί στήριξε εν πολλοίς την λεγόμενη «παρανοϊκή-κριτική μέθοδό» του (méthode paranoïaque-critique) στην ιδέα του Ηρακλείτου ότι «φύσις κρύπτεσθαι φιλεῖ».
– Τι αποκαλύπτει – ακόμα και στο «ανειδίκευτο» κοινό – αυτή η δυναμική της αρχαιότητας στα πρωτοποριακά επαναστατικά κινήματα του 20ου αιώνα;
Τα κινήματα αυτά από την μια ασκούσαν κριτική στην κλασσική αρχαιότητα (όπως αυτή είχε εξιδανικευθεί στην ευρωπαϊκή επιστήμη και σκέψη από τα μέσα του 18ου αιώνα και μετά) και από την άλλη προέκριναν την υπονομευτική δυναμικότητα της ελληνικής μυθολογίας, τουλάχιστον έτσι όπως αυτήν την προσέγγιζαν ηγετικές τους μορφές. Η πρώτη εκδοχή της αρχαίας Ελλάδας εκπροσωπούσε για αυτούς μία εξιδανικευμένη, αλλά στατική και στείρα πραγματικότητα, ενώ η δεύτερη μία ασύγκριτα πιο δυναμική και σύνθετη προσέγγιση του κόσμου.
“ο Νταλί στήριξε εν πολλοίς την λεγόμενη «παρανοϊκή-κριτική μέθοδό» του (méthode paranoïaque-critique) στην ιδέα του Ηρακλείτου ότι «φύσις κρύπτεσθαι φιλεῖ»”
– Θα θέλατε να αναφέρατε την ομάδα των μελετητών που συνεργάστηκαν για να γίνει πραγματικότητα αυτή η έκδοση;
Στο βιβλίο αυτό είμαστε τέσσερεις συνεργάτες από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Γερμανία, την Ελβετία και το Ηνωμένο Βασίλειο, δηλαδή ο Wolfgang Asholt, η Astrid Ruffa, ο Neil Cox και εγώ.
– Υπάρχει η προοπτική να μεταφραστεί στα ελληνικά το έργο αυτό;
Συγκεκριμένος εκδοτικός οίκος (κατά πολλούς και στο εξωτερικό και εδώ, ο σημαντικότερος στην Ελλάδα) και οι τέσσερεις εμείς συνεργάτες θα συζητήσουμε σύντομα την προοπτική να εκδοθεί το βιβλίο αυτό στα ελληνικά. Πιστεύω θα είχε εξαιρετικό ενδιαφέρον και για το ελληνικό κοινό.
– Το βιβλίο αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί συνέχεια του βιβλίου σας Greek Mythologies, για το οποίο η αμερικανική έκδοση της Huffington Post έγραψε, μεταξύ άλλων: «Το Greek Mythologies είναι ένα τολμηρό και πρωτοποριακό βιβλίο που θα επηρεάσει όλες τις μελλοντικές έρευνες για την πρόσληψη της ελληνικής αρχαιότητας στην ευρωπαϊκή τέχνη, τη φιλοσοφική σκέψη και την αισθητική του δεύτερου τετάρτου του εικοστού αιώνα».
Στο βιβλίο μου Greek Mythologies (2012) διερεύνησα λεπτομερώς τους σύνθετους τρόπους με τους οποίους εκπρόσωποι της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας επαναπροσδιόρισαν την ελληνική αρχαιότητα, πηγαίνοντας ενάντια σε μία παράδοση δύο περίπου αιώνων εξιδανικευτικής και λογοκεντρικής ανακατασκευής της. Μέχρι την δημοσίευση εκείνου του βιβλίου, η έρευνα μόνο επιφανειακά ή αποσπασματικά είχε ασχοληθεί με την πρόσληψη της κλασσικής αρχαιότητας στο πλαίσιο των πρωτοποριακών κινημάτων στην τέχνη και την διανόηση του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα. Στο Greek Mythologies εισήγαγα, μεταξύ άλλων, την έννοια της μυθογένεσης (mythogenesis) προκειμένου να προσεγγίσω και να διαφωτίσω συστηματικά την προσοικείωση εκ μέρους εικαστικών και στοχαστών της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας μηχανισμών σκέψης και στρατηγικών έκφρασης και (ανα-)παράστασης που είχαν εντοπίσει (υπό την επίδραση, μεταξύ άλλων, της φιλοσοφίας του Νίτσε και των ανακαλύψεων των νέων, εκείνη την εποχή, επιστημών της ανθρωπολογίας και ψυχανάλυσης) στην λειτουργία και σημασιολογική πολυεπιπεδικότητα των αρχαίων μύθων, κυρίως εκείνων που προέβαλαν τις «σκοτεινές» πλευρές της ανθρώπινης ψυχής, τα βίαια ένστικτα, την υβριδικότητα, ασυμμετρία, διαρκή μεταμόρφωση, την υπέρβαση και υπονόμευση, με άλλα λόγια, των οντολογικών και επιστημολογικών ορίων και διακρίσεων, που είχε επιβάλει μία ακραιφνώς ορθολογική προσέγγιση του κόσμου. Το εύρος του υλικού που εξέτασα ήταν τεράστιο, αλλά είχα επίσης, ακροθιγώς τότε, αναφερθεί και στην σημασία της λεγόμενης προσωκρατικής φιλοσοφίας για την διαμόρφωση βασικών κοινωνικοαισθητικών, όπως τις ονομάζω, αρχών της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας, κυρίως του Georges Bataille και των συνοδοιπόρων του. Με την έμφασή του ακριβώς στην επίδραση της προσωκρατικής σκέψης, το Αrchaic Ontological Past αναπτύσσει, επομένως, περαιτέρω το ερευνητικό και μεθοδολογικό πρόγραμμα που είχα αναπτύξει ήδη στο Greek Mythologies.
– «Πραγματικά, δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό χωρίς να κατανοήσουμε τη λειτουργία της μουσικής του», έχετε υποστηρίξει σε συνεντεύξεις σας σε περιοδικά του εξωτερικού παλαιότερα. Από τότε μέχρι σήμερα πιστεύετε ότι σημειωθεί κάποια πρόοδος ως προς την κατανόησή της;
Έχουν γίνει τις τελευταίες δεκαετίες κάποιες γενναίες προσπάθειες από ξένους ερευνητές. Βρισκόμαστε ακόμα μόνο στην αρχή μιας βαθύτερης επιστημονικής κατανόησης. Σχετικά με ιστορικά ενημερωμένες εκτελέσεις (historically informed performances) σωζόμενων συνθέσεων ή αποσπασμάτων αρχαίας ελληνικής μουσικής, η κατάσταση δεν είναι ικανοποιητική. Στην Βρετανία, για παράδειγμα, οι τρέχουσες προσπάθειες ενός συγκεκριμένου ερευνητή από σημαντικό πανεπιστήμιο είναι αρκετά ιμπρεσσιονιστικές και στηρίζονται μάλλον στην επιθυμία εντυπωσιοθηρίας, δηλαδή, απέχουν αρκετά από μία ιστορικά ενημερωμένη, εξονυχιστικά διερευνημένη, στέρεη προσέγγιση όλων των πηγών που έχουμε στην διάθεσή μας. Αναπτύσσω, εδώ και χρόνια, μία ιστορικά ενημερωμένη προσέγγιση στα σωζόμενα αποσπάσματα. Στόχος μου είναι να γίνει τα επόμενα χρόνια μία κατά το δυνατόν έγκυρη και απαλλαγμένη από αναχρονιστικές προσθήκες ηχογράφηση στο εξωτερικό, αλλά και εκτελέσεις στην Ελλάδα και αλλού. Συζητώ με ερμηνεύτριες και ερμηνευτές που έχουν σπουδαίες φωνές και που μπορούν να αποδώσουν τα αρχαία μουσικά αποσπάσματα με ακρίβεια.
– Κύριε Καθηγητά, εκτός από μελετητής της ευρωπαϊκής τέχνης και σκέψης από την αρχαιότητα μέχρι και την πρωτοπορία του 20ου αιώνα, είστε και ένας ομιλητής που λέγεται ότι συνεπαίρνετε το ακροατήριό σας σε διαλέξεις σε αμφιθέατρα και αίθουσες ανά τον κόσμο. Τι θα αξιολογούσατε ως πιο σημαντικό, το ερευνητικό ή το διδακτικό έργο;
Η έρευνα και οι επιστημονικές δημοσιεύσεις είναι αυτές που προάγουν την σοβαρή μελέτη ενός χώρου και εκεί όπου η συμβολή και πρωτοτυπία του έργου κάποιου ερευνητή διαμορφώνεται, κρίνεται, επιβάλλεται. Οι πανεπιστημιακές παραδόσεις αφορούν κυρίως στην μετάδοση ήδη εδραιωμένων γνώσεων ή τρεχουσών προσεγγίσεων, όχι στην ανακάλυψη καινούργιων. Θα έλεγα, ωστόσο, ότι η μία διαδικασία συχνά συμπληρώνει την άλλη, κυρίως η πρώτη (η έρευνα) την δεύτερη.
“Από τις πιο πολύτιμες εμπειρίες μου στην Society of Fellows στο Harvard ήταν οι συναντήσεις και συζητήσεις μου με τον θεωρητικό φυσικό Στίβεν Χόκινγκ”
– «Με ένα ταλέντο που αναπτύχθηκε στην Αθήνα, την Οξφόρδη και το Χάρβαρντ, ο Δημήτριος Γιατροαμανωλάκης είναι δημιούργημα όλων όσων συνάντησε στα μέρη αυτά», λέει για εσάς ο αρχαιοελληνιστής James Tatum από το Πανεπιστήμιο του Dartmouth. Ποιο από τα παραπάνω μέρη υπήρξε κατά την γνώμη σας καθοριστικότερης σημασίας γι’ αυτό που είστε σήμερα;
Η Οξφόρδη και το Χάρβαρντ. Το πρώτο πανεπιστήμιο μου προσέφερε αυστηρή επιστημονική εξειδίκευση στους χώρους της επιγραφικής, της παπυρολογίας και της αρχαίας ελληνικής αγγειογραφίας. Στο δεύτερο, έμαθα τι ακριβώς σημαίνει στέρεη διεπιστημονικότητα. Άλλες επίσης χώρες, πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα, κυρίως στην Γερμανία, μου προσέφεραν πολύ σημαντικές ερευνητικές εμπειρίες.
– Περάσατε τρία χρόνια της διεθνούς καριέρας σας ως ερευνητής στο διάσημο και μοναδικό στο είδος του Διεπιστημονικό Κέντρο, Society of Fellows του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, όπως αλλιώς είναι γνωστό, Society for Geniuses. Είναι, άραγε, εύκολο να περιγραφεί με λόγια η πολυτιμότερη εμπειρία που αποκομίσατε; Κι επίσης, μπαίνω στον πειρασμό να αναρωτηθώ ποια από τις προσωπικότητες εταίρων που συναντήσατε εκεί – όπως τον Στίβεν Χόκινγκ και τόσους άλλους – σας άφησε εντονότερα το αποτύπωμά του.
Από τις πιο πολύτιμες εμπειρίες μου στην Society of Fellows στο Harvard ήταν οι συναντήσεις και συζητήσεις μου με τον θεωρητικό φυσικό Στίβεν Χόκινγκ και τον νομπελίστα γενετιστή James Watson στις επισκέψεις τους στο Χάρβαρντ, καθώς και με τον χημικό Walter Gilbert, την Naomi Pierce, τον φιλόσοφο Stanley Cavell, την Εlaine Scarry και την Martha Minow.
“Δεν έχουν εδραιωθεί ακόμη οι μηχανισμοί και οι δομές εκείνες που θα επέτρεπαν την απρόσκοπτη επιστροφή πρωτοπόρων Ελλήνων επιστημόνων στην χώρα.”
– Η διεπιστημονικότητα που συναντά κανείς στην περίπτωσή σας (είστε π.χ. ενήμερος για τις νέες εξελίξεις στην επιστήμη των μαθηματικών, ενώ ουσιαστικά ανήκετε σε άλλο πεδίο), είναι μια «ποιότητα» – ας μου επιτραπεί η λέξη – που σπάνια παρατηρείται στην πρωτοπορία των διεθνών επιστημόνων σήμερα, εν αντιθέσει με το παρελθόν;
Εξαρτάται από το πώς ορίζουμε την έννοια της διεπιστημονικότητας. Έχω την αίσθηση ότι η ερώτησή σας αφορά μάλλον σε αυτό που στην ανθρωπιστική παράδοση αποκαλείται «αναγεννησιακή» καλλιέργεια, την εξοικείωση, δηλαδή, με γνώσεις από διαφορετικούς χώρους. Αυτό, πράγματι, είναι, όσον αφορά στην έκταση, αλλά πρωτίστως στο βάθος της σχετικής εξοικείωσης, πιο σπάνιο σήμερα από ό,τι, στην εποχή βεβαίως των ουμανιστών, αλλά ακόμη και στην εποχή, για παράδειγμα, του Φρόυντ. Αλλά αυτή είναι μία αναμενόμενη και αναπότρεπτη, απόλυτα κατανοητή εξέλιξη: σήμερα ο άνθρωπος διαθέτει ένα πλήθος γνώσεων πρωτόγνωρο, έτσι που με πολλή δυσκολία κανείς μπορεί να τιθασεύσει το υλικό περισσότερων από μίας επιστήμης ή ειδικότητας. Αν ως διεπιστημονικότητα εννοούμε την σύνθετη σύζευξη στοιχείων και μεθοδολογικών αρχών από επιλεγμένους, επί τη βάσει μεθοδολογικών και άλλων προτεραιοτήτων, χώρους συνήθως παρεμφερείς, και την χρησιμοποίησή τους για την προώθηση συγκεκριμένων ερευνητικών πεδίων, αυτό το φαινόμενο είναι σχετικά πρόσφατο. Στην πραγματικότητα, ακόμη και σήμερα, συντηρητικοί επιστημονικοί χώροι, όπως αυτοί των κλασσικών σπουδών, και παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις, παραμένουν συχνά ανέτοιμοι να εφαρμόσουν μία ουσιαστική, μη επιφανειακή διεπιστημονικότητα. Τέλος, η συνεχής επιθυμία μου να ενημερώνομαι για σύγχρονες εξελίξεις στην επιστήμη των μαθηματικών σχετίζεται με την έρευνά μου στις αρχαίες επιστήμες της αρμονικής και της ακουστικής.
“Δεν είναι τουλάχιστον αποκαρδιωτικό ο τουρισμός να συνεχίζει αυτοβαυκαλιστικά να ορίζεται εν έτει 2022 ως «η βαριά βιομηχανία» της Ελλάδας, μίας χώρας που θέλει να θεωρείται σύγχρονη;”
– Έχει επίσης γραφτεί και ειπωθεί για εσάς ότι έχετε μια αξιοσημείωτη δυνατότητα να επικοινωνείτε με απλό τρόπο τις γνωσιακές σας δυνάμεις. Αυτό απαιτεί προσπάθεια εκ μέρους σας κύριε Καθηγητά, ή προκύπτει αβίαστα;
Κυρίως απαιτεί σεβασμό των ανθρώπων στους οποίους καλείται κανείς να μεταφέρει κάποιες γνώσεις, είτε αυτό γίνεται μέσα στο Πανεπιστήμιο, είτε στο πλαίσιο διαλέξεων σε άλλα κοινά. Σε καμία περίπτωση, ωστόσο, δεν πρέπει να διακυβεύονται οι συχνά σύνθετες διαστάσεις των ιστορικών και πολιτισμικών φαινομένων για τις οποίες κανείς μιλά. Η εύκολη αναγωγή τους σε μανιχαϊστικά σχήματα με σκοπό την υποτιθέμενη εύπεπτη πρόσληψή τους από το εκάστοτε κοινό, υποτιμά και το τελευταίο και κυρίως τα συγκεκριμένα φαινόμενα.
– Ποια η εμπειρία σας από την φετινή διοργάνωση της Δελφικής Ακαδημίας Ευρωπαϊκών Σπουδών;
Και αυτή την χρονιά η Δελφική Ακαδημία Ευρωπαϊκών Σπουδών (όπως γνωρίζετε είμαι μέλος της σχετικής διεθνούς Επιτροπής) στέφθηκε με επιτυχία. Είχαμε είκοσι ένα φοιτητές, κυρίως υποψήφιους διδάκτορες, από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, βεβαίως και την Ελλάδα. Πρόκειται για θεσμό διεθνούς βεληνεκούς που αποσπά ενθουσιώδη, όντως, σχόλια, τόσο από τους φοιτητές όσο και από τους συναδέλφους που έχουν κατά καιρούς διδάξει εκεί. Ειδικά για τους νέους Έλληνες επιστήμονες/υποψήφιους διδάκτορες στους χώρους των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών, η Δελφική Ακαδημία προσφέρει την δυνατότητα να συνδιαλεχθούν με επιστήμονες διεθνούς κύρους και συμφοιτητές τους από όλο τον κόσμο, συχνά από τα σημαντικότερα Πανεπιστήμια του κόσμου.
– Πιστεύετε ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι αφιλόξενος τόπος (λόγω «αρτηριοσκλήρυνσης» και άλλων παθογενειών) για να επιστρέψει ένα μεγάλο ανθρώπινο επιστημονικό δυναμικό υψηλής ποιότητας που έχει αναζητήσει το μέλλον του αλλού;
Δυστυχώς, ναι. Αν και τα πράγματα είναι κάπως βελτιωμένα, δεν έχουν εδραιωθεί ακόμη οι μηχανισμοί και οι δομές εκείνες που θα επέτρεπαν την απρόσκοπτη επιστροφή πρωτοπόρων Ελλήνων επιστημόνων στην χώρα. Εδώ θα ήθελα να σημειώσω ότι η έμφαση που δίδεται στην σημασία αποκλειστικά των λεγόμενων θετικών και εφαρμοσμένων επιστημών εις βάρος των κοινωνικών και ανθρωπιστικών, παρά την προφανή αιτιολόγησή της, και αφελής και επιζήμια, εις βάθος χρόνου, είναι.
– Κύριε Καθηγητά, πιστεύετε ότι πέρα από τον τουρισμό, η καινοτομία είναι ο τομέας όπου, με σωστό εθνικό σχεδιασμό, η χώρα μας θα μπορούσε να οικοδομήσει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα;
Ο τουρισμός αποτελεί αυτή την στιγμή τον πιο εύρωστο και, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, κερδοφόρο τομέα της ελληνικής οικονομίας. Δεν είναι όμως τουλάχιστον αποκαρδιωτικό να συνεχίζει αυτοβαυκαλιστικά να ορίζεται εν έτει 2022 ως «η βαριά βιομηχανία» της Ελλάδας, μίας χώρας που θέλει να θεωρείται σύγχρονη; Δεν είναι, άραγε, αυτό ένα άλλοθι μίας πολιτισμικής νωθρότητας; Τα βήματα που έχουν κατά καιρούς γίνει προς μία σφαιρικότερη ανάπτυξη πρέπει να είναι και ταχύτερα και πιο αποφασιστικά.
Περισσότερα για τον Καθηγητή Δ. Γιατρομανωλάκη εδώ