ΣΤΕΦΑΝΙΑ ΣΟΥΚΗ
© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
«Aνοιγμα» στις πιο μακρινές αγορές, εκτός Ευρώπης, εκεί όπου διαφαίνονται μεγαλύτερα περιθώρια για αύξηση σε έσοδα και αφίξεις τα επόμενα χρόνια είναι πλέον ένα από τα μεγάλα ζητούμενα του ελληνικού τουρισμού στη μετά COVID-19 περίοδο, με περισσότερες προσδοκίες τώρα για ενίσχυση των αεροπορικών συνδέσεων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι χώρες προέλευσης ομογενών, όπως οι ΗΠΑ, η Αυστραλία, ακόμη και ο Καναδάς, είναι αυτές που κατέγραψαν μέσα στο 2022 διψήφια αύξηση της μέσης δαπάνης ανά ταξίδι κοντά στο 10% και παραπάνω, έναντι του 2019.
Επιπλέον, οι συγκεκριμένες εθνικότητες ξοδεύουν ούτως ή άλλως και τα περισσότερα λόγω και της μακρύτερης περιόδου διαμονής στη χώρα μας – υπερδιπλάσια έναντι του μέσου όρου όπως συμβαίνει στην περίπτωση των Αυστραλών και των Καναδών με τα 1.430 ευρώ και τα 1.267 ευρώ το 2022, ενώ ακολουθούν οι Αμερικανοί με 1.102 ευρώ.
Τα νούμερα είναι κατά πολύ ψηλότερα έναντι των 619 ευρώ της Μέσης Δαπάνης ανά Ταξίδι συνολικά για τον ελληνικό τουρισμό του 2022, με τις συνολικές εισπράξεις των 17,6 δισ. ευρώ. Την ίδια στιγμή, η άρση των περιορισμών από την Κίνα και πολύ πρόσφατα η ένταξη και της Ελλάδας στη δεύτερη λίστα των 40 χωρών για ομαδικά ταξίδια των Κινέζων, ανοίγει περαιτέρω, από την έναρξη της θερινής περιόδου και μετά, την κινεζική αγορά, η οποία ακόμη κινείται συντηρητικά.
Για τον ελληνικό τουρισμό, οι αγορές από την Ευρώπη απορροφούν τη μερίδα του λέοντος όσον αφορά τις διεθνείς αεροπορικές αφίξεις, οι οποίες στο σύνολό τους το 2022 άγγιξαν, σύμφωνα με την τελευταία μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙNSETE), τα 23,7 εκατ., οριακά μειωμένες κατά 0,1% έναντι του 2019. Από το σύνολο αυτών, τα 19,74 εκατ. αφορούν τις 15 τοπ αγορές της χώρας μας, εκ των οποίων μόλις δύο, το Ισραήλ και οι ΗΠΑ, προέρχονται εκτός Ευρώπης, αμφότερες από τις πλέον «δυνατές» για τον ελληνικό τουρισμό, με αύξηση μάλιστα έναντι του 2019.
Τώρα για το πρώτο τρίμηνο του 2023, στην πρώτη ουσιαστικά πλήρη χρονιά κανονικότητας μετά την πανδημία, ένα πρώτο θετικό δείγμα για το «άνοιγμα» των πιο μακρινών αγορών είναι τα στοιχεία του πρώτου τριμήνου του 2023 στο «Ελευθέριος Βενιζέλος»:
Εστω κι αν τα νούμερα είναι μικρά, λόγω των σαφώς μικρότερων μεριδίων και της χαμηλής σεζόν, καταγράφεται διψήφιο ποσοστό αύξησης των αφίξεων +21% από τα μη ευρωπαϊκά αεροδρόμια σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019 (σ.σ. οπότε δεν υπήρχαν περιορισμοί), με αποτέλεσμα 78.000 επιπλέον επιβάτες, την ίδια στιγμή που η αντίστοιχη κίνηση από την Ευρώπη βρίσκεται σχεδόν στα ίδια επίπεδα. Ενδεικτικά οι αφίξεις εξωτερικού από τις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά +45% με 28.000 επιπλέον επιβάτες έναντι του πρώτου τριμήνου του 2019, και από το Ισραήλ στο +82% με 21.000 επιπλέον επιβάτες. Ακόμη, από τους 13 νέους προορισμούς του μεγαλύτερου αεροδρομίου της χώρας το 2023, οι 4 βρίσκονται εκτός Ευρώπης (Μπακού στο Αζερμπαϊτζάν, Νταμάμ στη Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ με συνδέσεις τόσο από την Aegean όσο και από την Kuwait Airways, καθώς και η Σαγκάη με την Air China).
Οι ΗΠΑ
Ξεχωριστή είναι η περίπτωση των ΗΠΑ, της σημαντικότερης εκτός Ευρώπης αγοράς εισερχόμενου τουρισμού για την Ελλάδα, η οποία παρουσίασε το 2022 τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση κατά 52% έναντι του 2019 ως προς τη συνολική, διεθνή επιβατική κίνηση της περασμένης χρονιάς με απευθείας προγραμματισμένες πτήσεις φτάνοντας τις 887 χιλιάδες, με βάση τα στοιχεία του «Ελευθέριος Βενιζέλος». Σύμφωνα μάλιστα με την επεξεργασία από τη μελέτη του ΙΝSETE, η μεγάλη αυτή αύξηση, που δεν απεικονίζεται στα στοιχεία της Ερευνας Συνόρων που διενεργεί η Τράπεζα της Ελλάδος, προφανώς οφείλεται στη μεγάλη αύξηση των απευθείας πτήσεων από ΗΠΑ προς ΔΑΑ που απορρόφησαν επιβάτες οι οποίοι προηγουμένως έρχονταν στην Ελλάδα με πτήσεις ανταπόκρισης μέσω άλλων αεροδρομίων.
«Οι 60 απευθείας πτήσεις από τις ΗΠΑ προς το “Ελευθέριος Βενιζέλος”φέτος, το 2023, μιλούν από μόνες τους για τη δυναμική της αγοράς», ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός Τουρισμού κ. Βασίλης Κικίλιας, την περασμένη εβδομάδα με αφορμή την υπογραφή του Κοινού Πρόγραμματος Δράσης (Joint Action Plan) σε στοχευμένους τομείς του Τουρισμού, σε συνέχεια του πρόσφατα υπογραφέντος Μνημονίου Συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών με τον πρέσβη των ΗΠΑ στην Ελλάδα Τζορτζ Τσούνη. «Εχουμε φθάσει οι αμερικανικές εταιρείες να καλύπτουν σχεδόν το σύνολο της χρονιάς με πτήσεις από πολλαπλούς προορισμούς προς την Ελλάδα, από τη Νέα Υόρκη το JFK και το Newark, από την Ουάσινγκτον D.C., από την Ατλάντα, από το Σικάγο, από τη Βοστόνη».
Η περίπτωση των Κινέζων
Μετά από τρία χρόνια, είναι περισσότερες τώρα οι προσδοκίες για αύξηση των Κινέζων τουριστών, μετά το «παράθυρο» που άνοιξε μέσα στον Μάρτιο η κινεζική κυβέρνηση προσθέτοντας στην αρχική λίστα του Ιανουαρίου ακόμη 40 χώρες -μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα– όπου ταξιδιωτικά γραφεία και διαδικτυακοί ταξιδιωτικοί πάροχοι μπορούν να προσφέρουν ομαδικές εκδρομές. Τα οργανωμένα ταξίδια από την Κίνα ουσιαστικά είχαν σταματήσει από τις αρχές του 2020 λόγω της COVID-19.
Πάντως, η πλήρης ανάκαμψη των ταξιδιών των Κινέζων στην Ευρώπη και συνακόλουθα και στη χώρα μας -όπως διαπιστώνουν άλλωστε και τα ακριβά καταστήματα της Βουκουρεστίου που δεν έχουν δει ακόμη τους Κινέζους που έρχονταν και ψώνιζαν σωρηδόν πίσω στο 2019- έχει δρόμο ακόμη:
«Η Ευρώπη θα πρέπει πιθανότατα να περιμένει μέχρι το δεύτερο εξάμηνο του 2023 ή τις αρχές του 2024, για να δει μια μεγάλης κλίμακας επιστροφή των Κινέζων τουριστών.
Μέχρι τότε θα πρέπει να ξεπεραστούν εμπόδια, όπως η επανέναρξη περισσότερων απευθείας πτήσεων, η επιτάχυνση της διαδικασίας θεώρησης βίζας και οι εκ νέου προσλήψεις προσωπικού για την κάλυψη των αναγκών στον τουρισμό», αναφέρουν στελέχη της αγοράς που ασχολούνται με τον εισερχόμενο τουρισμό από την Κίνα, τονίζοντας ότι η ανάκαμψη δεν μπορεί να επιτευχθεί από τη μια στιγμή στην άλλη.
Σημειωτέον ότι προ πανδημίας, εν έτει 2019, σχεδόν 10 εκατομμύρια Κινέζοι τουρίστες επισκέφθηκαν χώρες της Ε.Ε. αποφέροντας έσοδα ύψους 12,2 δισ. σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ταξιδιών και Τουρισμού (WTTC). Eκείνη την ίδια χρονιά, οι Κινέζοι ταξιδιώτες πραγματοποίησαν 166 εκατομμύρια ταξίδια στο εξωτερικό, ξοδεύοντας 255 δισ. δολάρια, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού, καθιστώντας την Κίνα τη μεγαλύτερη αγορά εξερχόμενου τουρισμού στον κόσμο.
Από το 2013 έως το 2019 υπήρξε αύξηση 166% της κινεζικής αγοράς, έναντι του 104% που σημείωσε κατά μέσο όρο στο μεγαλύτερο ελληνικό αεροδρόμιο η διεθνής κίνηση, ενώ από το 2018 η κινεζική αγορά μπήκε στο τοπ 20, ανεβαίνοντας τελικά στη 15η θέση το 2019. Οι Κινέζοι προτιμούν την Αθήνα ως προορισμό και οι νεότεροι κυρίως τα νησιά – είναι χαρακτηριστική η προτίμηση των νέων ζευγαριών για τη Σαντορίνη.
Η μέχρι στιγμής κίνηση από την κινεζική αγορά είναι πολύ μικρή σε νούμερα -ούτως ή άλλως το πρώτο τρίμηνο κάθε έτους παραδοσιακά είναι και περίοδος χαμηλής σεζόν για τη χώρα μας-, ωστόσο διαμορφώνεται στο +37% το πρώτο τρίμηνο έναντι του αντίστοιχου τριμήνου του 2019, δεδομένου ότι είναι περισσότερες οι πτήσεις προς Πεκίνο αλλά και Σαγκάη, με τη σύνδεση από την Air China μέσα στον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2023. Ενίσχυση της κίνησης αναμένεται με τις αυξημένες συνδέσεις εν όψει του καλοκαιριού.
Aυστραλία, Καναδάς, Ινδία και ΗΑΕ
Επανεκκίνηση επιχειρεί τώρα η Ελλάδα και στην Αυστραλία, μία ακόμη αγορά που «έκλεισε» τα προηγούμενα χρόνια λόγω των περιοριστικών μέτρων για την πανδημία και τώρα ο ΕΟΤ προχώρησε με το άνοιγμα νέου γραφείου στη Μελβούρνη. Στη συνάντηση που είχαν την περασμένη εβδομάδα ο κ. Κικίλιας με τον πρέσβη της Αυστραλίας στην Αθήνα, τον ομογενή διπλωμάτη Αρθουρ Σπύρου, ο τελευταίος έκανε λόγο για σημαντική δυναμική της κίνησης από την Αυστραλία τη φετινή χρονιά, παρά το γεγονός ότι οι επισκέπτες έρχονται μέσω ενδιάμεσων σταθμών: «Το 2019 είχαμε 340.000 Αυστραλούς που ήρθαν και η τάση είναι ανοδική. Ξέρουμε ότι ο Αυστραλός τουρίστας που θα έρθει εδώ, δεν έρχεται μόνο για λόγους νοσταλγίας -που είναι πολύ σημαντικοί βέβαια κι αυτοί- αλλά έρχεται για να ζήσει και κάτι αυθεντικό».
Σε μία ακόμη μακρινή αγορά, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, τον Καναδά, τα νούμερα επίσης παραπέμπουν σε καλή δυναμική φέτος, σε συνέχεια και της πολύ καλής περσινής χρονιάς που ξεπέρασε τα νούμερα προ πανδημίας.
Το 2022, η συνολική επιβατική κίνηση έφτασε στα υψηλότερα επίπεδα, στις 259.000 επιβάτες, έναντι των 209.000 επιβατών το 2019. Μάλιστα, η επανεκκίνηση των δρομολογίων, από νωρίς φέτος, μέσα στον Μάρτιο, για τη θερινή περίοδο στη σύνδεση Αθήνας – Καναδά (Μόντρεαλ και Τορόντο) από την Air Canada μπορεί να αυξήσει την επιβατική κίνηση σε επίπεδα κοντά στο ορόσημο των 300 χιλιάδων το 2023, σύμφωνα με τους επιτελείς της αεροπορικής.
Ο Καναδάς αποτελεί τη 14η μεγαλύτερη διεθνή αγορά του μεγαλύτερου αεροδρομίου της χώρας όσον αφορά τις απευθείας συνδέσεις και τη 10η μεγαλύτερη ειδικά όσον αφορά τις ξένες αφίξεις, με 161.000 συνολικά το 2022. Η συνδεσιμότητα από το αεροδρόμιο της Αθήνας δεν αφορά μόνο την καναδική αγορά αλλά και τις ΗΠΑ προσφέροντας συνδέσεις με τη Δυτική Ακτή στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Ανερχόμενη είναι και η αγορά των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων για τη χώρα μας, η οποία αυτή την περίοδο κινείται στα ίδια επίπεδα με το 2019. Ηδη προ πανδημίας, το 2019, η Εmirates είχε τη σύνδεση Αθήνας – Ντουμπάι και η Etihad με το Αμπου Ντάμπι, ενώ το 2021 και η WizzAir Abu Dhabi ξεκίνησε τη σύνδεση με το «Ελ. Βενιζέλος». Τώρα, στο πρώτο τρίμηνο του 2023, η κίνηση με το Αμπου Ντάμπι είναι στο +27% με 5.000 επιπλέον επιβάτες έναντι του α’ τριμήνου του 2019.
Στις επόμενες, υποσχόμενες αγορές, συγκαταλέγεται και αυτή της Ινδίας, αν και θα πρέπει να αντιμετωπιστούν επιμέρους λειτουργικά προβλήματα, π.χ. στελέχωσης κ.ά. των ελληνικών προξενικών αρχών στη χώρα. Επί του παρόντος δεν υπάρχει απευθείας σύνδεση, ωστόσο είναι σε εξέλιξη, κατά τις πληροφορίες, συζητήσεις με ινδικές αεροπορικές ώστε να ξεκινήσουν απευθείας δρομολόγια με την Αθήνα.