Το Υπουργείο Υγείας συστήνει τον εμβολιασμό κατά της γρίπης για το σύνολο του πληθυσμού αν και 1 στους 2 εμβολιασμένους δεν θα προφυλαχθούν. Όμως η γρίπη θα ναι “αποδυναμωμένη” και με σημαντικά χαμηλές πιθανότητες επιπλοκών.
Τα στατιστικά είναι αμείλικτα τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Το εμβόλιο κατά της γρίπης δεν μπορεί να εγγυηθεί την απόλυτη κάλυψη του οργανισμού από το να μη νοσήσει, καθώς πέρυσι στη χώρα μας η κάλυψη που διαπιστώθηκε έφτασε στο 42%.
Σύμφωνα με τον κ. Ευάγγελο Φραγκούλη, γενικό οικογενειακό γιατρό, αναπληρωτή αρχίατρο ΕΔΟΕΑΠ, αντιπρόεδρο Β’ της Ελληνικής Εταιρείας Γενικής Οικογενειακής Ιατρικής, είναι ιδιαίτερα πιθανό να αρρωστήσει κανείς ακόμη κι αν εμβολιαστεί, όμως το εμβόλιο αποτελεί τον αποτελεσματικότερο τρόπο να αντιμετωπίσει κανείς τη γρίπη.
Όπως αναφέρει, το εμβόλιο προφυλάσσει από τη μετάδοση του ιού, από τις σοβαρές επιπλοκές, μειώνει τον κίνδυνο του θανάτου, τα πολλά κρούσματα, την αύξηση των επισκέψεων σε γιατρούς, τις απουσίες από την εργασία και το σχολείο κλπ. Έχει αποδειχτεί σε μελέτες ότι το εμβόλιο ακόμη κι αν κάποιος αρρωστήσει μειώνει τη σοβαρότητα της νόσου και κυρίως τις πιθανές επιπλοκές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στις ΗΠΑ το αντιγριπικό εμβόλιο συστήνεται για όλο των πληθυσμό, απο τη βρεφική ηλικία, 6 μηνών και άνω. Το ίδιο περιγράφεται και στην Ελλάδα όπου το εμβόλιο συστήνεται για όλους με βάση το Εθνικό πρόγραμμα Εμβολιασμών. Βέβαια η διαθεσιμότητα σε εμβόλια εξαρτάται από την οικονομική κατάσταση της κάθε χώρας. Εκτιμάται δε πως “καλό” μέσο όρο για μια ανεπτυγμένη κοινωνία θεωρείται η αναλογία 250 εμβόλια ανά 1000 κατοίκους. Την αναλογία αυτή τηρεί και η Ελλάδα η οποία θα διαθέσει συνολικά μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου 2,6 εκατομμύρια εμβόλια.
Προλαβαίνω να εμβολιαστώ;
Με δεδομένο το γεγονός ότι τα προηγούμενα χρόνια η έξαρση της γρίπης καταγράφηκε από το Δεκέμβριο μέχρι το Μάρτιο, θεωρείται ότι υπάρχει αρκετός χρόνος για να πετύχουμε τη θωράκιση του οργανισμού μας. Χρειάζονται δυο βδομάδες από την ημέρα του εμβολιασμού ώστε το ανοσοποιητικό μας να ισχυροποιηθεί ενάντια στον ιό της γρίπης. Όπως αναφέραμε όμως η ανταπόκριση του οργανισμού δεν είναι απόλυτη. Μάλιστα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας ή με εξασθενημένο ανοσοποιητικό, ανταποκρίνονται λιγότερο.
Επίσης είναι σημαντικό το εμβόλιο να “αντιστοιχεί” στους ιούς που κυκλοφορούν καθώς ο ιός της γρίπης δεν είναι ένας, καθώς έχει την ικανότητα να μεταλλάσσεται . Για το λόγο αυτό κάθε χρόνο το εμβόλιο δεν είναι το ίδιο αλλά σε διεθνές επίπεδο υπάρχουν επιστημονικές επιτροπές οι οποίες αποφασίζουν ποιοι θα είναι οι ιοί της γρίπης που θα συμπεριληφθούν στο εμβόλιο. Όπψς αναφέραμε εξάλλου, τα στατιστικά δείχνουν σημαντική διακύμανση στην αποτελεσματικότητα του εμβολίου και μάλιστα στις ΗΠΑ κινείται μεταξύ 19 με 60%, ενώ στην Ελλάδα πέρυσι υπολογίστηκε στο 42%.
Συστήνεται δε η ετήσια επανάληψη του εμβολιασμού καθώς με την πάροδο των μηνών τα προστατευτικά αντισώματα εξασθενούν ενώ όπως αναφέραμε και οι ιοί της γρίπης αλλάζουν γενετικά διαρκώς.
Και κάτι ακόμη. Ακόμη και αν δεν ανήκουμε στις περιπτώσεις του πληθυσμού που χαρακτηρίζονται υψηλού κινδύνου, το εμβόλιο θα πρέπει να γίνεται για όσους θα ταξιδέψουν στο εξωτερικό. Είναι ιδιαίτερα πιθανό εκεί να έρθομε σε επαφή με μορφή του ιού στην οποία μπορεί να έχουμε μεγαλύτερη ευαλωτότητα.