Δεν είναι μυστικό ότι οι πιπεριές τσίλι είναι συνώνυμες με τις καυτερές, πικάντικες γεύσεις. Ωστόσο, πολλοί μπορεί να μην γνωρίζουν ότι εάν περιείχαν την ουσία καψαϊκίνη, οι πιπεριές τσίλι θα είχαν γεύση όπως οποιοδήποτε άλλο ήπιο λαχανικό.
Η καψαϊκίνη είναι υπεύθυνη για την εκρηκτική γεύση στις πιπεριές τσίλι. Τώρα, μια νέα μελέτη αναφέρει ότι η καψαϊκίνη μπορεί να είναι ευεργετική και για τους ασθενείς με μια ιδιαίτερα επιθετική μορφή καρκίνου του πνεύμονα.
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα iatropedia.gr, οι ερευνητές αναφέρουν ότι μια ανάλογη μη-καυτερή συνθετική ουσία, φτιαγμένη από καψαϊκίνη, επηρέασε τα καρκινικά κύτταρα του πνεύμονα με τρόπο που τα έκανε να ανταποκρίνονται περισσότερο στις υπάρχουσες θεραπείες. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό γιατί ο μικροκυτταρικός καρκίνος του πνεύμονα είναι μια ιδιαίτερα επιθετική μορφή καρκίνου με χαμηλά ποσοστά επιβίωσης.
Συνήθως, οι γιατροί θεραπεύουν ασθενείς με μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα μικρών κυττάρων χρησιμοποιώντας συνδυασμένη χημειοθεραπεία με βάση την σισπλατίνη (cisplatin). Στην αρχή, αυτή η προσέγγιση συνήθως κάνει καλή δουλειά για τη θεραπεία του καρκίνου, αλλά οι όγκοι συχνά επανεμφανίζονται μέσα σε ένα χρόνο σε μια πιο ανθεκτική στη θεραπεία μορφή.
“Η ιρινοκετάνη (irinotecan) είναι το μοναδικό φάρμακο δεύτερης γραμμής που έχει εγκριθεί από την FDA για τον μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα, αλλά λιγότερο από το 3% των ασθενών ανταποκρίνονται σε αυτό”, λέει ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας δρ. Piyali Dasgupta, από το Πανεπιστήμιο Marshall. «Επομένως, παράγοντες που βελτιώνουν την αντικαρκινική δράση της ιρινοτεκάνης θα έχουν μεγάλη αξία για αυτούς τους ασθενείς».
Όλη η δύναμη της πιπεριάς τσίλι, χωρίς το κάψιμο;
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, η καψαϊκίνη έχει αφήσει υποσχέσεις στην καταπολέμηση του καρκίνου στο παρελθόν, αλλά η πολύ καυτερή της διάσταση μπορεί να προκαλέσει ναυτία, πόνο στο στομάχι και αίσθηση καψίματος σε μερικούς ανθρώπους. Ωστόσο, αυτές οι παρενέργειες δεν θα αποτελέσουν πρόβλημα εδώ. Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν ένα συνθετικό ανάλογο καψαϊκίνης (ονομασία: arvanil, ή αρβανίλ) που δεν επιφέρει πεπτικές παρενέργειες όπως η γνήσια καψαϊκίνη.
Οι επιστήμονες δεν παρατήρησαν καμία δραστηριότητα που να αναστέλλει την καρκινική ανάπτυξη, όταν χρησιμοποίησαν μόνο το αρβανίλ ενάντια σε δύο ανθεκτικούς στην σισπλατίνη μικροκυτταρικούς καρκίνους του πνεύμονα. Ωστόσο, όταν πρόσθεσαν την ιρινοτεκάνη (SN38) στο μείγμα, ο συνδυασμός των δύο ουσιών αύξησε σημαντικά την επιβράδυνση της δραστηριότητας των καρκινικών κυττάρων. Το irinotecan και το arvanil φαίνεται να συνεργάζονται “συνεργικά”, σύμφωνα με τους ερευνητές.
“Επειδή το arvanil ενίσχυσε την αντικαρκινική δραστηριότητα του SN38 σε ανθρώπινα καρκινικά κύτταρα μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα, οι συνδυασμένες θεραπείες με βάση το arvanil μπορεί να είναι χρήσιμες για ασθενείς με υποτροπιάζοντα μορφή του εν λόγω καρκίνου”, καταλήγει ο Jamie Friedman, πρώην διδακτορικός φοιτητής στο εργαστήριο του δρ. Dasgupta. “Ελπίζουμε ότι αυτή η έρευνα θα ανοίξει το δρόμο για νέες θεραπείες για υποτροπιάζοντες και ανθεκτικούς στη σισπλατίνη μικροκυτταρικούς καρκίνους του πνεύμονα”, κατέληξε.
Η επιστημονική ομάδα παρουσίασε τα ευρήματά της στο ετήσιο συνέδριο Experimental Biology, της Αμερικανικής Εταιρείας Ερευνητικής Παθολογίας, το οποίο διεξήχθη σε εικονικό περιβάλλον λόγω του κοροναϊού.