Η αγωνία για την μείωση του αριθμού σπερματοζωαρίων των ανδρών δεν είναι καινούργια υπόθεση. Όπως αναφέρουν οι Times της Νέας Υόρκης, πρόκειται για μια ανησυχία που εκφράζεται από τους επιστήμονες εδώ και αιώνες, συχνά με έναν αέρα… νομοτέλειας.
Εσχάτως, μια σειρά από ανησυχητικά πρωτοσέλιδα, αλλά και το νέο βιβλίο μιας επιδημιολόγου από το Ιατρικό Κέντρο Mount Sinai της Νέας Υόρκης, προειδοποιούσαν ότι η μείωση του αριθμού των σπερματοζωαρίων των ανδρών ενδέχεται να καταστεί απειλητική ακόμη και για το ίδιο το μέλλον της ανθρωπότητας. «Πρόκειται για μια παγκόσμια υπαρξιακή κρίση», έγραψε η Σάνα Χ. Σουάν, συγγραφέας του βιβλίου «Count Down».
Τα περισσότερα από αυτά τα πρωτοσέλιδα παραπέμπουν σε μια επιδραστική μετα-ανάλυση του 2017 από την Δρ. Σουάν και άλλους επιστήμονες, που διαπίστωσε ότι οι αριθμοί σπερματοζωαρίων στην Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία είχαν μειωθεί σχεδόν κατά 60% σε σχέση με το 1973.
Οι συγγραφείς εξέτασαν 7.500 μελέτες που αφορούσαν την ποσότητα σπέρματος και είχαν εκπονηθεί σε όλο τον κόσμο, έκαναν διαλογή ανάμεσά τους και εντέλει κατέληξαν να αναλύουν 185 μελέτες με συνολικό δείγμα 43.000 ανδρών από όλο τον κόσμο.
Θεώρησαν ότι η μείωση αυτή αποτελεί καμπανάκι κινδύνου για την επιδείνωση της ανδρικής αναπαραγωγικής υγείας σε όλο τον πλανήτη. Τώρα, οι συγγραφείς αποσύρουν αυτή την τοποθέτηση.
Μια ομάδα ερευνητών από διαφορετικά επιστημονικά πεδία, που εργάζονται στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και στο ΜΙΤ, υποστηρίζουν ότι οι φόνοι για τον επερχόμενο… Αρμαγεδδώνα του σπέρματος είναι κάτι παραπάνω από υπερβολική.
Σε μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Μάιο στο επιστημονικό περιοδικό Human Fertility, επανεξέτασαν την επισκόπηση του 2017 και διαπίστωσαν ότι στηρίχθηκε σε λανθασμένες υποθέσεις, ενώ δεν κατάφερε να λάβει υπόψη της εναλλακτικές ερμηνείες της εμφανούς μείωσης των σπερματοζωαρίων που διαπίστωσε.
Σε συνέντευξή της, η Σάρα Ρίτσαρντσον, ερευνήτρια του Χάρβαρντ σε ζητήματα φύλου και επιστήμης και επικεφαλής της νέας μελέτης, αποκάλεσε το συμπέρασμα της επισκόπησης του 2017 «έναν εκπληκτικό και τρομακτικό ισχυρισμό που, αν αλήθευε, θα δικαιολογούσε τις προβλέψεις Αποκάλυψης που υπονοούνταν σε ορισμένα τμήματα του κειμένου».
Ευτυχώς, η ίδια και οι υπόλοιποι συγγραφείς συμφωνούν ότι ελάχιστα στοιχεία υπάρχουν που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν αυτούς τους φόβους.
Οι συγγραφείς της μελέτης του 2017 ήταν «επιμελείς με τη μεθοδολογία» τους σε ό,τι αφορούσε την εξέταση της ποιότητας και συνοχής των μελετών καταμέτρησης του αριθμού των σπερματοζωαρίων, παραδέχονται η Ρίτσαρντσον και οι συνάδελφοί της.
Ωστόσο, ακόμη και τα δεδομένα που εντέλει «πέρασαν» στην επόμενη φάση, ήταν ασυνεχή γεωγραφικά και άνισα μεταξύ τους, ενώ συχνά δεν προσδιόριζαν βασικές παραμέτρους όπως η ηλικία των ανδρών που συμμετείχαν στις μελέτες.
Επιπλέον, οι συγγραφείς λάμβαναν ως δεδομένο ότι μια και μόνο μέτρηση – ο αριθμός των σπερματοζωαρίων – αρκούσε για να προβλεφθεί με ακρίβεια η ανδρική γονιμότητα και η ευρύτερη αναπαραγωγική υγεία.
Η σύνδεση μοιάζει λογική: Χωρίς σπερματοζωάρια, δεν μπορεί να υπάρξει σύλληψη. Για αυτό και ο αριθμός τους είναι ένα από τα πρώτα στοιχεία που προσπαθούν να μετρήσουν οι ειδικοί γονιμότητας, όταν καλούνται να διαπιστώσουν γιατί ένα ζευγάρι δυσκολεύεται να τεκνοποιήσει. Ωστόσο, κατά τα άλλα η επιστήμη πίσω από τον αριθμό των σπερματοζωαρίων είναι εντυπωσιακά αναξιόπιστη.
Πρώτα από όλα, όπως αναφέρουν οι Times, κανείς δεν γνωρίζει ποιος είναι ο «ιδανικός» αριθμός σπερματοζωαρίων. Ο ΠΟΥ ορίζει το φάσμα του «φυσιολογικού
» αριθμού τους από τα 15 έως τα… 250 εκατ. ανά ml σπέρματος. (Οι άνδρες παράγουν περίπου 2 με 5 ml σπέρματος σε κάθε εκσπερμάτιση).
Όμως δεν είναι βέβαιο ότι στην περίπτωση των σπερματοζωαρίων ισχύει ότι «όσο περισσότερα, τόσο το καλύτερο». Πάνω από ένα συγκεκριμένο όριο – 40 εκατ. ανά ml, σύμφωνα με τον ΠΟΥ – ο υψηλότερος αριθμός σπερματοζωαρίων δεν συνεπάγεται και μεγαλύτερη γονιμότητα.
«Αν τα σπερματοζωάριά σου διπλασιάζονταν από τα 25 στα 50 εκατ. ανά ml, δεν θα διπλασιαζόταν και η γονιμότητά σου», εξηγεί ο Άλαν Πέισι, ανδρολόγος στο Πανεπιστήμιο του Sheffield και επιμελητής του επιστημονικού περιοδικού Human Fertility. «Ο διπλασιασμός τους από τα 100 στα 200 εκατ. όχι απλώς δεν διπλασιάζει τις πιθανότητές σου να κάνεις παιδί, αλλά δεν τις μεταβάλει καθόλου. Επομένως, η σχέση που επιχειρείται να παρουσιαστεί μεταξύ του αριθμού των σπερματοζωαρίων και της γονιμότητας είναι αδύναμη».
Η Ζερμέν Μ. Μπακ Λούις, επιδημιολόγος της αναπαραγωγικής υγείας στο Πανεπιστήμιο George Mason που μελετά τις επιπτώσεις του περιβάλλοντος στην ανθρώπινη γονιμότητα συμφωνεί στο ότι ο αριθμός των σπερματοζωαρίων δεν αρκεί για να αποδείξει την κατάσταση της γονιμότητας.
«Στην πραγματικότητα δεν μπορεί να προβλέψει σχεδόν τίποτα, ειδικά στις περιπτώσεις που ο άνδρας έχει μια σύντροφο με υγιή πύελο», εξηγεί στους Times η Μπακ Λούις, που δεν συμμετείχε στην έρευνα.
Οι συγγραφείς της μελέτης του 2017 συμπέραναν ότι ο χαμηλότερος αριθμός σπερματοζωαρίων συνεπάγεται και μειωμένη γονιμότητα – παρά το γεγονός ότι η μείωση που διαπίστωσαν δεν έφερνε τους αριθμούς σπερματοζωαρίων των συμμετεχόντων κάτω από το όριο του «φυσιολογικού», επισημαίνει και η Ρίτσαρντσον. «Μοιάζει με τη συζήτηση για την τεστοστερόνη. Θεωρούν ότι όσο περισσότερη είναι, τόσο καλύτερα – και πιο αρρενωπά – είναι τα πράγματα. Αυτό είναι που προσπαθούμε να πούμε, ότι δεν υπάρχουν γνωστά φυσιολογικά επίπεδα ούτε κάποιο σημείο αναφοράς για τον μέσο όρο του αριθμού σπερματοζωαρίων του πληθυσμού».
Ο αριθμός των σπερματοζωαρίων έχει διάφορους περιορισμούς ως μέτρηση. Χρειάζονται περίπου δύο μήνες προκειμένου τα βλαστοκύτταρα των όρχεων να αναπτύξουν νέα σπερματοζωάρια, πράγμα που σημαίνει ότι κάθε μέτρηση δεν είναι παρά μια στιγμιαία αποτύπωση ενός διαρκώς μεταβαλλόμενου τοπίου.
«Αυτό που συμβαίνει στο σώμα ενός άνδρα στη διάρκεια ενός μήνα μπορεί να μην έχει καμία σχέση με αυτά που θα συμβαίνουν τον επόμενο, και αυτό μπορεί να επηρεάζει και τον αριθμό των σπερματοζωαρίων», τονίζει η Μέρεντιθ Ράιχες, μια εκ των συγγραφέων της μελέτης του 2021 και βιολογική ανθρωπολόγος στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης, στη Βοστόνη.
Επιπλέον, αγνοεί ένα… μάλλον σημαντικό κομμάτι του παζλ της υπογονιμότητας: Τις γυναίκες. Όταν οι επιστήμονες εστιάζουν αποκλειστικά στις μετρήσεις που αφορούν τους άνδρες, αγνοούν τις ζωτικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ του σπέρματος, του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος εν γένει, και του ωαρίου. «Στην πραγματικότητα είναι πολύ σημαντικό να εξετάζουμε από κοινού το ζευγάρι», τονίζει ο Δρ. Μπράντλεϊ Ντ. Άναγουαλτ, ενδοκρινολόγος με ειδίκευση στο αναπαραγωγικό σύστημα στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον.
Στο βιβλίο της η Σουάν αναφέρει ότι ένας από τους παράγοντες που οδήγησαν στη μείωση των σπερματοζωαρίων είναι η αύξηση των ενδοκρινικών διαταρακτών, μιας κατηγορίας χημικών που μιμούνται τις ανθρώπινες ορμόνες και εντοπίζονται σε αμέτρητα προϊόντα καθημερινής χρήσης, από σαμπουάν μέχρι συσκευασίες τροφίμων.
Επιπλέον, αναφέρεται σε παραμέτρους όπως η παχυσαρκία, το αλκοόλ και το κάπνισμα. Σε προηγούμενες μελέτες της, η Σον έχει διαπιστώσει ότι η έκθεση των εμβρύων σε αυτά τα χημικά μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη των θηλυκών και αρσενικών σεξουαλικών οργάνων.
Η Ρίτσαρντσον και οι υπόλοιποι συγγραφείς σημειώνουν ότι υπάρχει και μια εναλλακτική ερμηνεία: Ίσως τα επίπεδα των σπερματοζωαρίων αυξάνονται και πέφτουν φυσιολογικά στη διάρκεια του χρόνου εντός των πληθυσμών. Το ερώτημα αυτό δεν έχει εξεταστεί μέχρι τώρα από τους ερευνητές της αναπαραγωγικής υγείας και δεν μπορεί να απαντηθεί με ευκολία, καθώς οι γνώσεις μας για τους αριθμούς σπερματοζωαρίων πριν τη δεκαετία του 1970 είναι εξαιρετικά περιορισμένες.
Υπάρχουν, όμως, και άλλες πιθανές ερμηνείες. Για παράδειγμα, η καταμέτρηση σπερματοζωαρίων δεν είναι εύκολη υπόθεση, ενώ είναι εξαιρετικά συχνά τα φαινόμενα ανθρώπινου λάθους, όπως σημειώνει ο Δρ. Πέισι. «Το λέω από τη σκοπιά ενός ανθρώπου που έχει περάσει 30 χρόνια μετρώντας σπερματοζωάρια και γνωρίζει πόσο δύσκολο είναι», προσθέτει.
Σε επισκόπηση του 2013, είχε σημειώσει ότι καθώς η μεθοδολογία για την καταμέτρηση σπερματοζωαρίων έχει βελτιωθεί και ενοποιηθεί από τη δεκαετία του 1980 και έπειτα, οι αριθμοί τους άρχισαν να εμφανίζονται μειωμένοι. Με άλλα λόγια, υπάρχει περίπτωση οι επιστήμονες απλώς να… υπερέβαλαν στις εκτιμήσεις τους στη διάρκεια προηγούμενων δεκαετιών.
Οι Δρ. Σουάν και Λεβίν συμφωνούν ότι είναι σημαντικό να διερευνηθούν αυτές οι υποθέσεις, προκειμένου να διαπιστωθεί αν η ανθρώπινη γονιμότητα όντως απειλείται και να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα.
Εξάλλου, όλοι οι ερευνητές συμφωνούν σε ένα πράγμα: Η ανδρική σεξουαλική υγεία έχει σημασία και μέχρι τώρα λάμβανε δυσανάλογα μικρή προσοχή.
Η ανδρική υπογονιμότητα ευθύνεται τουλάχιστον για τις μισές περιπτώσεις ζευγαριών που δεν καταφέρνουν να τεκνοποιήσουν σε όλο τον κόσμο. Και με την αύξηση των τεχνολογιών γονιμοποίησης, τα γυναικεία σώματα βρέθηκαν – κυριολεκτικά – στο μικροσκόπιο της αναπαραγωγικής επιστήμης.
Ως αποτέλεσμα, παραμένουν πολλά εκείνα που δεν γνωρίζουμε γύρω από το σπέρμα, σημειώνει η Ρενέ Άλμελινγκ, κοινωνιολόγος της υγείας και συγγραφέας του βιβλίου «GUYnecology: The Missing Science of Men’s Reproductive Health».
Για παράδειγμα, στη διάρκεια της φετινής χρονιάς, οι επιστήμονες κατέγραψαν για πρώτη φορά ότι η κίνηση του σπέρματος όταν κολυμπά θυμίζει ανοιχτήρι και όχι το κυμάτισμα ενός χελιού.
«Έχουμε δημιουργήσει μια τόσο περίπλοκη ιατρική υποδομή γύρω από την γονιμότητα και την αναπαραγωγή των γυναικείων σωμάτων, που δεν έχουμε θέσει καν ορισμένα από τα βασικότερα ερωτήματα για την ανδρική αναπαραγωγική υγεία», αναφέρει στους Times η Άλμελινγκ. «Υπάρχουν τόσα πολλά βασικά ερευνητικά ζητήματα που παραμένουν ανοιχτά σε σχέση με το σπέρμα».
Αυτή τη στιγμή, τα βασικά χαρακτηριστικά του σπέρματος που εξετάζουν οι ειδικοί της γονιμότητας, δηλαδή το σχήμα και ο τρόπος με τον οποίο κινούνται, παραμένουν σε μεγάλο βαθμό τα ίδια εδώ και 40 χρόνια, σημειώνει ο Δρ. Άμπραχαμ Μόργκεντεϊλερ, ουρολόγος και ιδρυτής του Men’s Health Boston.
Ο ίδιος, που εργάζεται στην έρευνα του σπέρματος από τη δεκαετία του 1980, αποδίδει αυτή τη στασιμότητα στην εμφάνιση της τεχνητής γονιμοποίησης και άλλων τεχνολογιών αναπαραγωγής που έχουν βρεθεί στην πρώτη γραμμή των θεραπειών σχεδόν οποιουδήποτε προβλήματος σχετίζεται με την ανδρική αναπαραγωγική ικανότητα. «Τα προβλήματα του σπέρματος αντιμετωπίζονται σχεδόν σαν να μην έχουν σημασία», εξηγεί.
Και κάθε θεραπεία που σχετίζεται με τη γονιμότητα, καταλήγει να εφαρμόζεται πάνω σε γυναικεία σώματα.