Μία εγκυμονούσα, η οποία αντιμετώπιζε από το ιστορικό της αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσει σοβαρές επιπλοκές της νόσου Covid, είναι η πρώτη έγκυος στην Ελλάδα που έλαβε θεραπεία με μονοκλωνικά αντισώματα. Συνολικά, 40 ασθενείς με Covid-19 έχουν λάβει μέχρι σήμερα τη θεραπεία με ενδοφλέβια έγχυση.
Ωστόσο, οι 2.000 νέες υπερσύγχρονες θεραπείες, τις οποίες προμηθεύτηκε πρόσφατα η χώρα μας για την αντιμετώπιση ασθενών με Covid που βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο εισαγωγής σε νοσοκομείο, δεν χορηγούνται με ταχείς ρυθμούς, παρά τους αρχικούς φόβους ότι θα υπήρχε αυξημένη ζήτηση.
Ενδέχεται, όπως λένε τώρα οι γιατροί, να υπήρξε υπερ-αυστηροποίηση των κριτηρίων ένταξης στη θεραπεία. Να σημειωθεί πως σήμερα οι δικαιούχοι είναι όσοι ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς και ευπαθείς ομάδες πολύ υψηλού κινδύνου, ηλικίας άνω των 12 ετών με επιβεβαιωμένη νόσηση Covid-19 με μοριακό PCR test τελευταίου πενθημέρου.
Μονοκλωνικά Αντισώματα: Διαβητικοί και ασθενείς με αναπνευστική ανεπάρκεια στους νέους δικαιούχους
Η αρμόδια επιστημονική επιτροπή που συνέταξε τα πρωτόκολλα, σε χθεσινοβραδυνή συνεδρίαση αποφάσισε τη διεύρυνση των δικαιούχων. Έτσι, αναμένεται να ενταχθούν στις θεραπείες με μονοκλωνικά αντισώματα μεταξύ άλλων, οι παχύσαρκοι, οι ασθενείς με διαβήτη και όσοι πάσχουν από αναπνευστική ανεπάρκεια.
Σε σχετική ερώτηση του iatropedia.gr ο Πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας και μέλος της επιτροπής που συντάσσει τα θεραπευτικά πρωτόκολλα, Καθηγητής Πνευμονολογίας Στέλιος Λουκίδης, λέει:
“Πράγματι, θα ανοίξουμε τις ομάδες, διότι είναι λίγες μέχρι τώρα οι θεραπείες που έχουμε χορηγήσει. Ίσως να ευθύνεται το γεγονός ότι έχουμε καθορίσει μόνο τις ομάδες πολύ υψηλού κινδύνου γα να λάβουν τα αντισώματα. Δεν είναι για τη σοβαρή νόσο. Είναι για πολύ γρήγορη χορήγηση για μια νόσο που έχει προϋποθέσεις να γίνει σοβαρή. Επίσης, είναι αλήθεια ότι υπάρχει μια επιφυλακτικότητα και στον κόσμο. Αδικαιολόγητη φυσικά, γιατί από τις μελέτες υπάρχουν θετικά αποτελέσματα. Αν ανοίξουν οι ομάδες των δικαιούχων θα κάνουμε πιο πολλές θεραπείες”, αναφέρει ο κ. Λουκίδης.
Θετικά τα μηνύματα από τους 40 ασθενείς που έλαβαν τις πρώτες θεραπείες
Θετική δείχνει μέχρι στιγμής η ανταπόκριση στη θεραπεία των πρώτων από τους 40 ασθενείς που έλαβαν τα μονοκλωνικά αντισώματα πριν περίπου 10 ημέρες. Τόσο ο πρώτος ασθενής στον οποίο έγινε η έγχυση του φαρμάκου στο νοσοκομείο “Σωτηρία”, όσο και οι επόμενοι τρεις, δείχνουν προς το παρόν ότι ανταποκρίνονται θετικά στη θεραπεία.
Ωστόσο, όλοι οι ασθενείς θα παραμείνουν σε στενή ιατρική παρακολούθηση για 28 συνεχόμενες ημέρες, έως ότου χαρακτηριστούν «ελεύθεροι νόσου».
“Από τον πρώτο ασθενή έχουν περάσει μόλις 10 μέρες. Καταγράφουμε και θα δούμε. Είναι ακόμα νωρίς. Πρέπει να δούμε μέχρι και την 28η μέρα τι έχει γίνει. Σε όλες τις μελέτες είναι 28 ημέρες για την απαλλαγή από τη νόσο. Θα έχουμε σε λίγες ημέρες, λεπτομερή στοιχεία τα οποία τώρα καταγράφουμε μαζί με το Υπουργείο”, καταλήγει ο Καθηγητής Πνευμονολογίας, Στέλιος Λουκίδης.
Μονοκλωνικά Αντισώματα: Σε 10 Νοσοκομεία με δυνατότητα επέκτασης
Αυτή τη στιγμή, υπάρχουν 10 επιλεγμένα Νοσοκομεία, στα οποία υπάρχει η υποδομή και η τεχνογνωσία για τη χορήγηση των μονοκλωνικών αντισωμάτων. Είναι τα εξής: Σωτηρία, Σισμανόγλειο, ΑΧΕΠΑ, Παπαγεωργίου, Λαμίας και τα Πανεπιστημιακά Αλεξανδρούπολης, Λάρισας, Ιωαννίνων, Πατρών-Ρίου και Ηρακλείου.
Η διαδικασία γίνεται μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας. Εκεί, οι θεράποντες γιατροί υποβάλλουν το αίτημα για την ένταξη των ασθενών τους στη θεραπεία. Η προτεραιοποίηση των αιτήσεων γίνεται με βάση τον χρόνο κατάθεσής τους στο ηλεκτρονικό σύστημα και δικαιούχοι είναι ασθενείς που πληρούν τα κριτήρια, όπως αυτά καθορίστηκαν από την Εθνική Επιτροπή Προστασίας της Δημόσιας Υγείας έναντι της λοίμωξης Covid-19.
Μέχρι σήμερα, αυτοί ήταν ασθενείς που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες πολύ υψηλού κινδύνου, άνω των 12 ετών, με επιβεβαιωμένη νόσηση με PCR test, το οποίο έχει διενεργηθεί κατά το τελευταίο πενθήμερο.
Μόλις υποβληθεί η αίτηση, ο ασθενής λαμβάνει SMS στο κινητό του για την επιβεβαίωση ή την απόρριψη του αιτήματος. Σε περίπτωση έγκρισης μεταβαίνει στο νοσοκομείο με προγραμματισμένο ραντεβού. Η διαδικασία χορήγησης της θεραπείας διαρκεί μισή ώρα. Στη συνέχεια ο ασθενής επιστρέφει στο σπίτι του και τίθεται υπό ιατρική παρακολούθηση 28 ημερών.