Σε 2 με 3 δεκαετίες αναμένεται μεγάλη αύξηση των περιπτώσεων φλεγμονωδών νόσων του εντέρου. Τι είναι όμως οι εν λόγω νόσοι; Πώς επηρεάζουν την υγεία μας; Ποια δεδομένα οδηγούν σε αυτά τα συμπεράσματα; Τι ρόλο παίζει ο δυτικός τρόπος ζωής; Τι δείχνουν οι σύγχρονες έρευνες για την επίδραση της διατροφής, του καπνίσματος, του θηλασμού, τις προστατευμένες συνθήκες διαβίωσης κατά την παιδική ηλικία και της χρήσης αντιβιοτικών στα παιδιά;
Οι απορίες και οι προβληματισμοί πολλοί, γι’ αυτό απευθυνθήκαμε σε έναν από τους εξέχοντες έλληνες επιστήμονες, τον κ. Γιώργο Μπάμια, καθηγητή Γαστρεντερολογίας ΕΚΠΑ στο Νοσοκομείο «Η Σωτηρία» και πρόεδρο της Ελληνικής Ομάδας Μελέτης Ιδιοπαθών Φλεγμονωδών Νόσων του Εντέρου (ΕΟΜΙΦΝΕ).
Κύριε Μπάμια, ποιες είναι οι Ιδιοπαθείς Φλεγμονώδεις Νόσοι του Εντέρου και τι ακριβώς είναι;
«Ο όρος Ιδιοπαθείς Φλεγμονώδεις Nόσοι του Εντέρου, ΙΦΝΕ για συντομία, είναι ένας περιγραφικός όρος που περιλαμβάνει δύο ξεχωριστές ασθένειες και πιο συγκεκριμένα την Ελκώδη Κολίτιδα και τη νόσο Crohn. Η αναφορά τους ως ΙΦΝΕ αποτυπώνει άμεσα και τα βασικά χαρακτηριστικά των δύο νοσημάτων.
Είναι Ιδιοπαθή, που σημαίνει πως η αιτιολογία τους δεν έχει ακόμη επακριβώς διευκρινιστεί, αν και αποδεδειγμένα αφορούν ανοσολογικές διαταραχές. Ονομάζονται Φλεγμονώδη, γιατί το βασικό τους γνώρισμα είναι η χρόνια φλεγμονή που παρατηρείται στο πεπτικό σύστημα.
Τέλος, αναφέρονται ως Νοσήματα του Εντέρου για να τονιστεί ότι προσβάλλουν κατ’ εξοχήν το λεπτό και παχύ έντερο. Οπως όμως συμβαίνει με όλα τα νοσήματα που οφείλονται σε διαταραχές του ανοσοποιητικού, πέρα από το βασικό όργανο-στόχο (στην προκειμένη περίπτωση το έντερο) η φλεγμονή μπορεί να επεκταθεί και σε άλλα συστήματα (αρθρώσεις, δέρμα, ήπαρ, οφθαλμός), λαμβάνοντας έτσι χαρακτηριστικά συστηματικού νοσήματος.
Τέτοιες συσχετίσεις πρέπει πάντα να λαμβάνονται υπ’ όψιν από τους θεράποντες γιατρούς όταν καταστρώνουν το θεραπευτικό πλάνο των ασθενών και απαιτούν συνήθως συνεργασία μεταξύ γιατρών διαφόρων ειδικοτήτων. Παρά την κοινή τους ταξινόμηση, η ελκώδης κολίτιδα και η νόσος Crohn έχουν αρκετές διαφορές.
Για παράδειγμα, η νόσος Crohn μπορεί να προσβάλει οποιοδήποτε σημείο του πεπτικού σωλήνα, έχει ανισότιμη κατανομή των βλαβών και σχετίζεται με φλεγμονή που μπορεί να αφορά όλο το τοίχωμα του εντέρου, γι’ αυτό και μερικές φορές επεκτείνεται σε γειτονικά όργανα προκαλώντας τη δημιουργία συριγγίων που είναι χαρακτηριστικά της νόσου και στενώσεων λόγω της παθολογικής επούλωσης βαθέων ελκών.
Αντίθετα η ελκώδης κολίτιδα προσβάλλει μόνο το παχύ έντερο ξεκινώντας πάντα από το πιο περιφερικό του κομμάτι (ορθό) και προχωρώντας κεντρικότερα χωρίς να αφήνει κανένα ενδιάμεσο κομμάτι ελεύθερο φλεγμονής, η οποία αφορά μόνο την επιφανειακή στιβάδα του εντέρου».
Ποια είναι τα συμπτώματα που πρέπει να μας ανησυχήσουν; Πώς γίνεται η διάγνωση;
«Τόσο η νόσος του Crohn, όσο και η ελκώδης κολίτιδα διαταράσσουν την ακεραιότητα και τη λειτουργία του εντέρου και εκδηλώνονται με μια σειρά από συμπτώματα που αφορούν το πεπτικό σύστημα. Οι διαταραχές των κενώσεων είναι το τυπικό πρόβλημα, κυρίως η διάρροια, που μπορεί να έχει και αιματηρή πρόσμειξη σε ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα και να συνδυάζεται με τεινεσμό (διαρκής διάθεση για αφόδευση).
Ο κοιλιακός πόνος χαρακτηρίζει περισσότερο τη νόσο Crohn, τυπικά εμφανίζεται μετά το φαγητό και οδηγεί σε απώλεια βάρους λόγω της φοβίας των ασθενών να φάνε για αυτόν τον λόγο.
Θα έλεγα λοιπόν πως κάθε πρόβλημα από την κοιλιά που επιμένει περισσότερο από 2-3 μήνες θα πρέπει να είναι ένα καμπανάκι κινδύνου που να μας οδηγεί στον γιατρό. Η πιθανότητα είναι ακόμη μεγαλύτερη όταν συνυπάρχουν και παθολογικά ευρήματα στον εργαστηριακό έλεγχο, συνήθως αύξηση των δεικτών φλεγμονής όπως η ταχύτητα καθίζησης ερυθρών και η CRP ή παρουσία αναιμίας.
Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιούμε αρκετά έναν δείκτη που μετράμε στα κόπρανα και ονομάζεται καλπροτεκτίνη.
Οταν υπάρχει αύξηση της τιμής της καλπροτεκτίνης κοπράνων πάνω από κάποιο όριο τότε η πιθανότητα οργανικής νόσου αυξάνει σημαντικά και δικαιολογεί τον περαιτέρω έλεγχο με ενδοσκόπηση πεπτικού. Δυστυχώς, η παραπάνω εξέταση δεν αποζημιώνεται από τον ΕΟΠΥΥ, γεγονός που μας στερεί αυτή την ώρα ένα πολύτιμο εργαλείο παρακολούθησης των ασθενών με ΙΦΝΕ.
Σε κάθε περίπτωση, έχει μεγάλη σημασία όταν υπάρχουν οι παραπάνω ενδείξεις ο ασθενής να παραπέμπεται στον γαστρεντερολόγο γιατί τα συμπτώματα είναι μερικές φορές ήπια και εσφαλμένα αποδίδονται σε λειτουργικές διαταραχές, κυρίως το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου σε νέα άτομα.
Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τη σημαντική καθυστέρηση στην οριστική διάγνωση των ΙΦΝΕ, κυρίως της νόσου Crohn, και τη μη έγκαιρη έναρξη θεραπείας. Από τη στιγμή που θα υποψιαστούμε ότι κάποιος μπορεί να πάσχει από ΙΦΝΕ, η διάγνωση συνήθως γίνεται με την ενδοσκόπηση του πεπτικού και την παράλληλη λήψη βιοψιών για ιστολογική εξέταση. Για τη διάγνωση της ελκώδους κολίτιδας αρκεί η κολονοσκόπηση μια και η συγκεκριμένη νόσος προσβάλλει μόνο το παχύ έντερο.
Αντίθετα η διάγνωση της νόσου του Crohn μπορεί να απαιτεί επιπλέον εξετάσεις, όπως γαστροσκόπηση και έλεγχο του λεπτού εντέρου που μπορεί να γίνει με την ασύρματη ενδοσκοπική κάψουλα ή ακτινολογικές εξετάσεις όπως τη μαγνητική εντερογραφία.
Είναι σημαντικό κατά τη διάγνωση των ΙΦΝΕ να συλλέγουμε όσες περισσότερες πληροφορίες μπορούμε για τα χαρακτηριστικά της νόσου στο ατομικό επίπεδο (χαρτογράφηση) γιατί αυτά είναι που καθορίζουν την πρόγνωση του ασθενούς και βοηθούν στην κατάλληλη επιλογή θεραπείας. Για τον λόγο αυτόν οι ασθενείς πρέπει να απευθύνονται σε γιατρούς με εξειδίκευση στα ΙΦΝΕ και να παρακολουθούνται σε κέντρα που έχουν μεγάλο αριθμό ασθενών και επομένως την απαραίτητη εμπειρία».
Πού οφείλονται οι ΙΦΝΕ, τι τις προκαλεί; Φταίει ο τρόπος ζωής μας; Τα γονίδιά μας;
«Αυτή είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση και αξίζει να τη συζητήσουμε παρότι η απάντησή της δεν μας είναι ακόμη ξεκάθαρη. Ο λόγος για τον οποίο κάποιος παθαίνει νόσο Crohn ή ελκώδη κολίτιδα δεν είναι πλήρως κατανοητός, αλλά είναι πλέον αποδεκτό ότι αυτό που συμβαίνει είναι μια διαταραχή στον τρόπο με τον οποίο το τοπικό ανοσολογικό σύστημα αντιλαμβάνεται την παρουσία και αντιδρά σε αντιγόνα που βρίσκονται μέσα στον αυλό του εντέρου.
Η πλειοψηφία αυτών των αντιγόνων είναι συστατικά των μικροοργανισμών της εντερικής χλωρίδας.
Πιο συγκεκριμένα, ενώ κάτω από φυσιολογικές συνθήκες παρατηρείται μια αρμονική συνύπαρξη μεταξύ του ανοσολογικού συστήματος και της μικροβιακής χλωρίδας (συμβίωση), σε άτομα με ΙΦΝΕ αυτό καταργείται και, αντίθετα, σημειώνεται υπερ-αντιδραστικότητα του ανοσολογικού συστήματος που οδηγεί σε χρόνια φλεγμονή στο εντερικό τοίχωμα και την εμφάνιση ανατομικών και λειτουργικών διαταραχών (δυσβίωση), με τελικό αποτέλεσμα την εκδήλωση των τυπικών συμπτωμάτων στους ασθενείς.
Η ανοσολογική αυτή διαταραχή που παρατηρείται σε ασθενείς με ΙΦΝΕ είναι το αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.
Με άλλα λόγια η νόσος εκδηλώνεται όταν ένα βλαπτικό εξωτερικό ερέθισμα επιδράσει πάνω σε ένα άτομο με γενετική προδιάθεση και οδηγήσει στην αποκάλυψη της παθολογικής επικοινωνίας ανοσολογικού συστήματος/χλωρίδας. Τα τελευταία χρόνια έχουν δημοσιευθεί πολλές μελέτες που έχουν ρίξει φως τόσο στις γενετικές ανωμαλίες που προδιαθέτουν στην εμφάνιση ΙΦΝΕ όσο και στους παράγοντες του περιβάλλοντος που λειτουργούν ως πυροδοτικοί μηχανισμοί».
Αν ένας γονιός έχει νόσο του Crohn θα την κληρονομήσουν και τα παιδιά του;
«Τόσο η ελκώδης κολίτιδα όσο και η νόσος του Crohn έχουν γενετικό υπόστρωμα. Η πιθανότητα εμφάνισης ΙΦΝΕ σε συγγενείς 1ου βαθμού ασθενών με ΙΦΝΕ είναι περίπου 8-10 φορές αυξημένη (σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό).
Μελέτες σε διδύμους δείχνουν ότι η πιθανότητα εμφάνισης νόσου του Crohn είναι 36% στους μονοζυγωτικούς και 3,6% στους διζυγωτικούς διδύμους, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά στην ελκώδη κολίτιδα είναι αρκετά μικρότερα (15,4% και 3,9%, αντίστοιχα).
Από τα στοιχεία αυτά είναι φανερό ότι η γενετική προδιάθεση δεν αρκεί από μόνη της για την εκδήλωση της νόσου. Επίσης πρέπει να τονιστεί ότι παρά την αύξηση του κινδύνου η πιθανότητα εμφάνισης ΙΦΝΕ στους απογόνους εξακολουθεί να είναι μικρή.
Είναι σημαντικό αυτό να γίνει κατανοητό από τις γυναίκες ασθενείς γιατί έχουν παρατηρηθεί αυξημένα ποσοστά εκούσιας ατεκνίας και άρνηση για δημιουργία οικογένειας. Επίσης πρέπει να γίνει κατανοητό ότι δεν υπάρχει ένα ή λίγα γονίδια που αν μεταβιβαστούν από τους γονείς το παιδί θα εμφανίσει νόσο Crohn ή ελκώδη κολίτιδα. Αντίθετα, τα νοσήματα αυτά είναι πολυγενετικά, δηλαδή, πιθανώς απαιτείται η συνύπαρξη διάφορων πολυμορφισμών στο ίδιο άτομο για να εκδηλωθεί η νόσος.
Συγκεκριμένα, πάνω από 200 πολυμορφισμοί που αυξάνουν το ρίσκο έχουν περιγραφεί για τα ΙΦΝΕ.
Ωστόσο πρέπει να θυμόμαστε ότι η γενετική προδιάθεση μπορεί να δικαιολογήσει μόνο το 20% των περιπτώσεων σποραδικής νόσου του Crohn και πολύ λιγότερων περιπτώσεων ελκώδους κολίτιδας. Πρέπει όμως να αναφερθεί ότι η πλειοψηφία των γενετικών πολυμορφισμών αφορά γονίδια που κωδικοποιούν πρωτεΐνες που εμπλέκονται στην αλληλεπίδραση μεταξύ μικροοργανισμών και του ανοσιακού συστήματος, τονίζοντας έτσι και πάλι τη σημασία της δυσβίωσης στην παθογένεια των ΙΦΝΕ».
Ποιος είναι ο ρόλος του περιβάλλοντος στην εμφάνιση των ΙΦΝΕ;
«Το εντερικό μικροπεριβάλλον αποτελεί σημείο επαφής μεταξύ του ανθρώπινου οργανισμού και διαφόρων εξωτερικών ερεθισμάτων που ενδημούν στον εντερικό αυλό και σχετίζονται με τη μικροβιακή χλωρίδα αλλά και τη διαδικασία της σίτισης.
Η μελέτη της επιδημιολογίας των ΙΦΝΕ βοηθάει στην αναγνώριση περιβαλλοντικών παραγόντων που οδηγούν στην εμφάνιση των νοσημάτων αυτών. Πολλά επιδημιολογικά δεδομένα υποστηρίζουν τη θεωρία ότι η υιοθέτηση από έναν πληθυσμό του δυτικού τρόπου ζωής έχει συσχετισθεί με αύξηση της συχνότητας της ελκώδους κολίτιδας και της νόσου Crohn στον συγκεκριμένο πληθυσμό.
Για παράδειγμα, η συχνότητα είναι πολύ μεγαλύτερη στις λεγόμενες αναπτυγμένες χώρες της Δύσης, μικρότερη στις αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας / Ν. Αμερικής και ακόμα μικρότερη στην Αφρική. Επίσης, η μετάβαση από status “αναπτυσσόμενης” σε status “αναπτυγμένης” σχετίζεται με αύξηση των περιπτώσεων αρχικά ελκώδους κολίτιδας και ακολούθως και νόσου Crohn στη συγκεκριμένη περιοχή.
Επιπλέον, ενώ οι μετανάστες 1ης γενιάς από χώρες του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου σε δυτικές χώρες έχουν μικρότερη πιθανότητα εμφάνισης ΙΦΝΕ από ό,τι ο τοπικός πληθυσμός, αυτή η διαφορά εξαφανίζεται ήδη στη δεύτερη γενιά μεταναστών.
Ολα αυτά τα στοιχεία αναδεικνύουν τον κρίσιμο ρόλο που παίζουν διάφορες περιβαλλοντικές επιδράσεις στην εμφάνιση ΙΦΝΕ. Αν και δεν γνωρίζουμε ποιες ακριβώς είναι αυτές οι επιδράσεις, η σύγχρονη έρευνα επικεντρώνεται στον ρόλο της διατροφής, του καπνίσματος, του θηλασμού, των συνθηκών διαβίωσης κατά την παιδική κυρίως ηλικία, τη χρήση αντιβιοτικών στα παιδιά.
Η “θεωρία της υγιεινής” αναφέρει ότι μετά τη δυτικοποίηση μιας περιοχής παρατηρείται μια υπερβολικά προφυλαγμένη ανατροφή των παιδιών, τα οποία δεν συγχρωτίζονται με άλλα παιδιά, λαμβάνουν πολύ συχνά και συνήθως χωρίς ένδειξη πολλαπλές αντιβιώσεις κατά τη βρεφική/παιδική ηλικία, δεν θηλάζουν αρκετά, και δεν εκτίθενται πολύ σε εξωτερικούς χώρους.
Αυτός ο προστατευμένος τρόπος ζωής έχει σαν αποτέλεσμα τα παιδιά των δυτικών κοινωνιών να μην έρχονται σε επαφή με “ευεργετικούς” μικροοργανισμούς ή άλλα προστατευτικά ερεθίσματα από το εξωτερικό περιβάλλον, με αποτέλεσμα την ελλιπή εκπαίδευση του ανοσιακού συστήματος. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι όταν αργότερα, στην εφηβική ή αρχική ενήλικη ζωή, αυτό το ανεπαρκώς εκπαιδευμένο ανοσολογικό σύστημα έρθει σε επαφή με την ποικιλία των εξωτερικών μικροβιακών και άλλων αντιγόνων αντιδρά με λάθος τρόπο, υπερ-διεγείρεται και προκύπτουν τα αυτοάνοσα νοσήματα, εν προκειμένω τα ΙΦΝΕ».
Σε ποια ηλικία εμφανίζονται συνήθως;
«Δυστυχώς τόσο η νόσος Crohn όσο και η ελκώδης κολίτιδα προσβάλλουν άτομα πάνω στην ακμή της παραγωγικότητάς τους.
Οι ΙΦΝΕ είναι συχνότερες σε νεαρά άτομα αρχίζοντας από την εφηβική ηλικία και φθάνοντας στα μέγιστα ποσοστά μεταξύ 2ης και 4ης δεκαετίας της ζωής, αν και νέες περιπτώσεις παρατηρούνται τόσο σε βρέφη όσο και σε ηλικιωμένα άτομα. Επίσης οι ΙΦΝΕ έχουν αυξημένη επίπτωση σε άτομα υψηλού βιοτικού επιπέδου (π.χ. απόφοιτους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και με σταθερή εργασιακή κατάσταση)».
Κύριε Μπάμια, η πρόληψη παίζει κάποιον ρόλο σε αυτές τις παθήσεις; Υπάρχει δηλαδή κάτι που μπορούμε να κάνουμε για να τις προλάβουμε;
«Στη παρούσα φάση δεν γνωρίζουμε αν κάποιος έχει προδιάθεση για εμφάνιση ΙΦΝΕ ώστε να παρέμβουμε προληπτικά και να εμποδίσουμε την εμφάνισή της. Από τη στιγμή που θα εμφανιστεί όμως υπάρχουν αρκετές συμβουλές που μπορούμε να δώσουμε στους ασθενείς μας, με πιο σημαντική τη διακοπή του καπνίσματος στους ασθενείς με νόσο Crohn.
Τόσο το ενεργητικό όσο και το παθητικό κάπνισμα αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης νόσου Crohn, αλλά και σχετίζονται με πιο επιθετικές μορφές της νόσου (ανάγκη για χειρουργείο, μετεγχειρητική υποτροπή, ανθεκτικότητα στη φαρμακευτική θεραπεία).
Επομένως πρέπει να ενθαρρύνουμε τους ασθενείς μας να συμμετέχουν σε οργανωμένα προγράμματα διακοπής του καπνίσματος.
Πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι αν και η ελκώδης κολίτιδα εμφανίζεται με αυξημένη συχνότητα σε άτομα που δεν κάπνισαν ποτέ ή, ακόμη πιο συχνά, μετά τη διακοπή του καπνίσματος, δεν θα πρέπει να συνιστάται η επανέναρξή του γιατί ούτε σε ύφεση της νόσου οδηγεί και επίσης σχετίζεται με πολλαπλούς και δυνητικά θανατηφόρους κινδύνους».
Ενας ασθενής με ελκώδη κολίτιδα ή νόσο του Crohn έχει περισσότερες πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου του εντέρου, και αν ναι, γιατί;
«Αυτό είναι ένα ερώτημα που απασχολεί πολύ τους ασθενείς. Για να δώσουμε μια άμεση και αντικειμενική απάντηση θα πρέπει να σας πω, ναι, οι ασθενείς με ΙΦΝΕ κινδυνεύουν περισσότερο από τον γενικό πληθυσμό, αλλά όχι όλοι στον ίδιο βαθμό και όχι πάρα πολύ, τουλάχιστον συγκριτικά με αυτό που πιστεύαμε μέχρι πρόσφατα.
Κατ’ αρχάς υπάρχουν ασθενείς που δεν έχουν καθόλου αυξημένο κίνδυνο, εδώ περιλαμβάνονται άτομα που πάσχουν από νόσο του Crohn χωρίς προσβολή του παχέος εντέρου αλλά και όσοι πάσχουν από ορθίτιδα, δηλαδή φλεγμονή μόνο στα τελευταία 10-15 εκατοστά του παχέος εντέρου.
Για τους υπόλοιπους εφαρμόζουμε μια διαστρωμάτωση του κινδύνου, αναλόγως της παρουσίας συγκεκριμένων επιβαρυντικών χαρακτηριστικών.
Πράγματι, ο μεγαλύτερος κίνδυνος αφορά άτομα που πάσχουν πάνω από 10 χρόνια, με προσβεβλημένο μεγάλο τμήμα του παχέος εντέρου, με θετικό οικογενειακό ιστορικό κακοήθειας στο παχύ έντερο και, τέλος, ασθενείς που παραμένουν με ενεργό φλεγμονή για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Στην πραγματικότητα, αυτή η διαρκής χρόνια φλεγμονή στο έντερο είναι αυτή που τελικά προκαλεί καρκινογένεση καθώς η διαρκής καταστροφή και ανάπλαση του επιθηλίου καθιστά δυνατό να διαφύγουν την ανοσο-επιτήρηση κλώνοι μεταλλαγμένων επιθηλιακών κυττάρων με δυναμικό μετατροπής σε κακοήθεια.
Αυτό επίσης εξηγεί γιατί είναι πολύ σημαντικό να επιμένουμε στις θεραπευτικές μας προσπάθειες ώστε να επιτυγχάνουμε πλήρη ύφεση της φλεγμονής γιατί αυτό έχει βρεθεί ότι αναστρέφει τον κίνδυνο καρκινογένεσης. Τέλος, άτομα που ταυτόχρονα πάσχουν από Πρωτοπαθή Σκληρυντική Χολαγγειίτιδα, μια ανοσολογικού τύπου χρόνια ηπατική νόσο, που ενίοτε συνοδεύει τις ΙΦΝΕ, εμφανίζουν αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του εντέρου.
Στους παραπάνω ασθενείς εφαρμόζουμε εντατικά πρωτόκολλα παρακολούθησης και πρόληψης καρκίνου του παχέος εντέρου με κολονοσκόπηση κάθε χρόνο και με εφαρμογή ειδικών ενδοσκοπικών τεχνικών (χρωμοενδοσκόπηση) που αυξάνουν τη διαγνωστική μας ακρίβεια. Για τους υπόλοιπους ασθενείς τα διαστήματα μεταξύ των ενδοσκοπήσεων είναι πιο μεγάλα και κυμαίνονται μεταξύ 3-5 ετών».
Ποιοι είναι οι τρόποι αντιμετώπισης; Υπάρχει οριστική ίαση;
«Οπως είπαμε προηγουμένως οι ΙΦΝΕ προκαλούνται από μια υπερ-αντιδραστικότητα του ανοσοποιητικού συστήματος έναντι της μικροβιακής χλωρίδας. Επομένως, ο βασικός στόχος των θεραπειών μας στηρίζεται στη καταστολή του ανοσοποιητικού συστήματος με τη χρήση ανοσοτροποιητικών φαρμάκων.
Πράγματι, μπροστά στην αύξηση των περιπτώσεων με ΙΦΝΕ στη σύγχρονη εποχή, η ιατρική επιστήμη έχει αντιδράσει δυναμικά, και η διαρκής έρευνα και εξέλιξη έχουν οδηγήσει σε μια πλήρη ανανέωση και ενδυνάμωση του θεραπευτικού οπλοστασίου.
Είμαστε σήμερα στην ευχάριστη θέση να έχουμε μια μεγάλη ποικιλία από φαρμακευτικούς και χειρουργικούς τρόπους για να βοηθήσουμε τους ασθενείς. Πρώτα-πρώτα πρέπει να επισημάνουμε ότι ένας σημαντικός αριθμός ασθενών πάσχει από ήπιες μορφές της νόσου, οι οποίες είναι εύκολα διαχειρίσιμες με φάρμακα που δεν επηρεάζουν το ανοσοποιητικό σύστημα και ως εκ τούτου δεν εγείρουν σημαντικά θέματα ασφάλειας.
Αλλά και για τους υπόλοιπους ασθενείς, η ασφάλεια των χρησιμοποιούμενων φαρμάκων έχει αποδειχθεί. Παράδειγμα συνηγορητικό για αυτό είναι το γεγονός ότι σε εγκύους γυναίκες με ΙΦΝΕ η θεραπεία διακόπτεται μόνο για μικρά χρονικά διαστήματα ενώ συχνά συνεχίζεται αδιάλειπτα.
Ενα άλλο παράδειγμα είναι ότι κατά την πανδημία COVID-19 κάποιες από τις θεραπείες των ΙΦΝΕ φάνηκε να προστατεύουν και όχι να θέτουν σε κίνδυνο τους ασθενείς παρά τις αντίθετες αρχικές προβλέψεις. Η φαρμακευτική θεραπεία σήμερα στηρίζεται κυρίως στους λεγόμενους βιολογικούς παράγοντες που είναι ενέσιμα φάρμακα και χορηγούνται είτε σαν περιοδικές ενδοφλέβιες εγχύσεις στο νοσοκομείο είτε σαν υποδόριες ενέσεις στο σπίτι.
Οι θεραπείες αυτές θεωρούνται στοχευμένες με την έννοια ότι εξουδετερώνουν συγκεκριμένους μηχανισμούς που είναι σημαντικοί στη χρόνια εντερική φλεγμονή. Αυτό καθιστά τους βιολογικούς παράγοντες πολύ αποτελεσματικούς και πιο ασφαλείς από τις παραδοσιακές θεραπείες με κορτιζόνη, που συνδυάζονται με αρκετές ανεπιθύμητες ενέργειες. Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιούνται νεότερες θεραπείες με χάπια που επίσης δρουν με στοχευμένο τρόπο.
Παράλληλα με τη φαρμακευτική αγωγή έχει γίνει σημαντική πρόοδος στη χειρουργική θεραπεία των ΙΦΝΕ. Κατ’ αρχάς ενώ παλιότερα οι χειρουργικές παρεμβάσεις θεωρούνταν ισοδύναμες της θεραπευτικής αποτυχίας, σήμερα αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της διαχείρισης των ασθενών και για κάποιους από αυτούς αποτελούν την καλύτερη επιλογή.
Οι περισσότερες από τις επεμβάσεις γίνονται πλέον λαπαροσκοπικά ενώ καινούργιες χειρουργικές τεχνικές έχουν σαν αποτέλεσμα πολύ μικρές απώλειες τμημάτων λεπτού εντέρου, γεγονός που σχετίζεται με διατήρηση του επιπέδου θρέψης των ασθενών.
Παράλληλα καινούργιες μέθοδοι αναπτύσσονται όπως η μεταμόσχευση αρχέγονων μεσεγχυματικών κυττάρων σαν θεραπεία των περιπρωκτικών συριγγίων που είναι ένα βασανιστικό πρόβλημα για σημαντικό αριθμό ασθενών με νόσο Crohn».
Γιατί η επιστημονική κοινότητα αναμένει μεγάλη αύξηση των φλεγμονωδών νόσων του εντέρου τα επόμενα χρόνια, σε βαθμό που θα αποτελέσει παγκόσμιο πρόβλημα υγείας για τις επόμενες γενιές;
«Με βάση τα επιδημιολογικά δεδομένα που αναφέρθηκαν πιο πάνω, οι ειδικοί αναμένουν μια μεγάλη αύξηση των περιπτώσεων ΙΦΝΕ σε όλον τον κόσμο, με πρόβλεψη ότι στις επόμενες 2-3 δεκαετίες τα ΙΦΝΕ θα αποτελούν σημαντικό παγκόσμιο πρόβλημα υγείας.
Από τη μια μεριά έστω και μικρές αυξήσεις σε χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, η Κορέα (που αναμένεται να συμβούν καθώς οι χώρες αυτές υιοθετούν όλο και περισσότερο συνήθειες του δυτικού τρόπου ζωής) θα οδηγήσουν σε εκατομμύρια νέες περιπτώσεις λόγω των τεράστιων πληθυσμών των κρατών αυτών.
Για παράδειγμα στην Ιαπωνία, μια χώρα με πληθυσμό 126 εκατομμυρίων, ο αριθμός ασθενών με ΙΦΝΕ δεκαπλασιάστηκε μέσα σε μια χρονική περίοδο 23 ετών από 29.700 το 1991 σε 290.400 το 2014. Αυτά τα δεδομένα είναι αντιπροσωπευτικά της νέας κατάστασης και ενδεικτικά του τι πρόκειται να βιώσουμε τις επόμενες δεκαετίες.
Από την άλλη μεριά ο δυτικός κόσμος, στον οποίο περιλαμβάνεται και η Ελλάδα, θα αντιμετωπίσει ένα διαφορετικό και πιο πολύπλοκο πρόβλημα. Από τη μια μεριά ο αριθμός νέων περιπτώσεων θα συνεχίσει να αυξάνεται αλλά με σημαντικά μικρότερο ρυθμό γιατί πλέον οι προαναφερθέντες περιβαλλοντικοί παράγοντες έχουν σταθεροποιηθεί.
Από την άλλη μεριά όμως ο συνολικός αριθμός ασθενών θα αυξηθεί σημαντικά γιατί τόσο η νόσος Crohn όσο και η ελκώδης κολίτιδα έχουν πολύ μικρή και ίσως καμία επίδραση στο προσδόκιμο επιβίωσης. Αυτό που θα δούμε δηλαδή τις επόμενες δεκαετίες είναι μια αύξηση των ασθενών με ΙΦΝΕ και μια αλλαγή στη σύνθεση του πληθυσμού των ασθενών με προοδευτική αύξηση του ποσοστού των ηλικιωμένων ατόμων με ΙΦΝΕ.
Αυτή θα αποδειχθεί μια δύσκολη κατηγορία μια και θα συνδυαστεί με προβλήματα όπως συννοσηρότητες, πολυφαρμακία και συχνή ανάγκη νοσοκομειακής υποστήριξης».